Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Από τους παλιούς μας Κύκλους (07/2/'10)


Μνήμη τον οσίου πατρός ημών ΙΩΑΝΝΟΥ του Ρεομέ (28η Ιανουαρίου).

Ο όσιος Ιωάννης, ένας από τους κύριους θεμελιωτές του μοναχι­σμού στην Δύση, γεννήθηκε στην επισκοπή του Ανδοματουνού (σημ. Λάνγκρ(Langres) της Γαλλίας) περί το 424. Τα πρώτα είκοσι χρόνια της ζωής του επωφελήθηκε από το παράδειγμα χριστιανικής βιοτής που του πα­ρείχαν οι γονείς του, άνθρωποι προχωρημένης αγιότητας.
Ποθώντας τελειότερη ζωή, έχτισε ένα κελί με μικρό παρεκκλήσιο για να αφοσιωθεί απερίσπαστος στην προσευχή. Μελετώντας τα παραδείγματα αποταγής από τον κόσμο που βρίσκουμε στην Αγία Γραφή, και προπαντός την ζωή του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην έρημο και την σπουδή των Απο­στόλων να ακολουθήσουν τον Κύριο,  χωρίς να χρονοτριβήσει άφησε την πατρίδα του και τους γονείς του και πήγε να εγκατασταθεί στην Ωξουά (Auxois) της Βουργουνδίας (Β.Α. Γαλλία κοντά στη Dijon), σε τόπο έρημο και εχθρικό σε κάθε ανθρώπινη πα­ρουσία, ονομαζόμενο Ρεομέ (Réôme). Εκεί επιδόθηκε στην ησυχαστική ζωή κατά μίμηση των μοναχών στις ερήμους της Ανατολής.
Η ακτινοβολούσα χάρις που ενοικούσε εντός του προσέλκυσε γρή­γορα πλήθος μαθητών που ποθούσαν να ακολουθήσουν την διδαχή του για την κάθαρση της ψυχής. Αφού αρχικά τους δέχθηκε, αναρω­τήθηκε αν είχε κληθεί να γίνει καθοδηγητής ψυχών. Επισκέφθηκε λοιπόν τις μονές της περιοχής για να ζητήσει συμβουλές από τους γέ­ροντες και επανήλθε πεπεισμένος ότι δεν είχε κληθεί στην πνευματική καθοδήγηση, την τέχνη των τεχνών και την επιστήμη των επιστημών.
Συνοδευόμενος από δύο μόνον μαθητές αποσύρθηκε στην Μονή του Λερίνου(Lerins),   (η οποία είχε ιδρυθεί από τον άγιο Ωνοράτο επίσκοπο Αρελάτης (Arles)  γύρω στα 410 μ.Χ. στο νησάκι Λερίνο στο λιμάνι των Καννών (Cannes) στην Προβηγκία (Provence) στη νότια Γαλλία) και παρέμεινε εκεί άγνωστος δεκαοκτώ μήνες. Ένας όμως ταξιδιώτης τον αναγνώρισε και αφηγήθηκε την ανακάλυψη του στον επίσκοπο της Λάνγκρ, όπου υπαγόταν το Ρεομέ. Χωρίς καθυστέ­ρηση ο ιεράρχης έγραψε στον ηγούμενο του Λερίνου και στον ίδιο τον Ιωάννη, παρακαλώντας τον να επιστρέψει στο ποίμνιο του που είχε μείνει χωρίς ποιμένα.
Επιστρέφοντας στην μονή του ο Ιωάννης εφάρ­μοσε τον λεγόμενο Κανονισμό τον Αγίου Μακάριου, πού παρέδωσε τα κοινοβιακά ήθη του Λερίνου. Μια ημέρα η μητέρα του αγίου παρου­σιάσθηκε στο μοναστήρι ζητώντας να τον ιδεί. Ο Ιωάννης πέρασε τα­πεινά μπροστά της χωρίς να της απευθύνει τον λόγο. Ύστερα της μή­νυσε με έναν μοναχό να ζει στον κόσμο άγια ζωή για να μπορούν μια ημέρα να συναντηθούν στον ουρανό. Η καθαρότητα ψυχής και η δύναμη της προσευχής του ήταν τόση, ώστε ο Ιωάννης αξιώθηκε την εύνοια του Θεού, και τα θαύματα αφθονούσαν στην Μονή του Ρεομέ, για την παρηγοριά των μαθητών του και των κατοίκων της περιοχής. Εξέβαλλε δαιμόνια και θεράπευε αρρώστους ευλογώντας το ψωμί ή το νερό.
Παρά τις τιμές και τις προνομίες που είχαν παραχωρηθεί στην μονή από βασιλείς και ηγεμόνες, ο Ιωάννης παρέμενε πάντα ταπεινός και εγκρατής. Δίδασκε τους μαθητές του να είναι πάντοτε εγκρατείς και να φυλάγονται από την φιλοδοξία, την φιλαργυρία και την αμέ­λεια που μπορούν να προξενήσουν οι σχέσεις με ανθρώπους του κόσμου. Λέγεται ότι έζησε πάνω από εκατό χρόνια. Το σώμα του ενταφιάστηκε στην Μονή του Ρεομέ, που επονομάσθηκε αργότερα Μουτιέ Σαιν Ζάν  (Moutiers-Saint-Jean,  Μονή Αγίου Ιωάννου).  

Από τους παλιούς μας Κύκλους (31/01/2009)


Τη αυτή ημέρα μνήμη του οσίου πατρός  ΓΙΛΔΑΣΙΟΥ του Ρούις εν Βρετάνη (29η Ιαν.)

Ο όσιος Γιλδάσιος γεννήθηκε το 497 στο Άλτσγουιθ, στην νο­τιοδυτική Σκωτία, στις όχθες του Κλάιντ. Ήταν στερνοπαίδι πριγκιπικής οικογένειας. Τρεις από τους αδελφούς του και μια αδελφή του εγκαταβίωναν ήδη ως ερημίτες. Σε ηλικία επτά ετών βαπτίσθηκε και εισήλθε στην Μονή Λάντγουιτ, στην νότια Ουαλία, για να λάβει την εγκύκλιο παιδεία και να διδαχθεί τον Νόμο του Ευαγγελίου, υπό την καθοδήγηση του αγίου Ιλτούδου, ο οποίος υπήρξε πνευματικός πατέρας του αγίου Μαλό, του αγίου Σαμψών [28 Ίούλ.], του αγίου Παύλου της Λεόν [12 Μάρτ.] και άλλων Βρετόννων αγίων. Στην μονή επιδόθηκε με θερμό ζήλο στην πνευματική ζωή, την άσκηση και την διανοητική εργασία.
Περατώνοντας τις σπουδές του, ο όσιος Γιλδάσιος ενδυναμώθηκε στην άσκηση με νηστεία και προσευχή. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος (περί το 518), και μετέβη και στήριξε με το κήρυγμα του τους χριστιανικούς πληθυσμούς στα βόρεια της Μ. Βρετανίας. Πήγε κατόπιν στην Ιρλαν­δία, με τον άγιο Κάντο και τον άγιο Δαυίδ, για να συμ­βάλει στην ίδρυση μονών και στην κατήχηση του λαού, καθώς απειλούνταν η πίστη και η αγνότητα των ηθών μετά τον θάνατο του αγίου Πατρικίου [17 Μάρτ.]. Διατηρούσε φιλικές σχέσεις με την αγία Μπριγκίτα του Κιλνταίρ [1 Φεβρ.]. Στο Αρμά ίδρυσε (525) μοναστηριακή Σχολή που κατέστη ονο­μαστή και οδήγησε πολύ κόσμο στην πίστη χάρη στα εντυπωσιακά θαύματα πού βεβαίωναν την αλήθεια του κηρύγματος του. Μετά αναχώρησε για προσκύνημα στη Ρώμη, στους τάφους των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Στον δρόμο της επιστροφής, φθάνοντας στην Γαλατία, αποφάσισε να ζήσει ως ερημίτης στην Αρμορική και εγκαταστάθηκε στο νησάκι Ουάτ, μεταξύ της νήσου Μπελ-Ιλ και της πόλης Βανν. Μακριά από κάθε ανθρώπινη παρηγοριά και με μοναδική απασχόληση την μελέτη των ιερών Γραφών και την προσευχή, έλαβε άφθονη την χάρη του Αγίου Πνεύμα­τος. Η αρετή του προσείλκυσε σύντομα μερικούς ψα­ράδες που πληροφόρησαν τους κατοίκους της ακτής ότι ένας άνθρωπος του Θεού βρίσκεται ανάμεσα τους. Όλο και περισσότεροι μα­θητές άρχισαν να μαζεύονται γύρω του, επιθυμώντας να μοιραστούν μαζί του την αγγελική βιωτή, και τον έπεισαν να ιδρύσει μονή στην χερσό­νησο Ρούις. Οργάνωσε την αδελφότητα κατά τον κοινοβιακό τρόπο, με βάση τις ευαγγελικές αρετές της ακτημοσύνης, της μετανοίας και της ταπεινοφροσύνης, και μετά αποσύρθηκε σε ένα ερημητήριο στις όχθες του Μπλάβε, κοντά στο Καστεννέκ. Με την μεσιτεία του αγίου, της διδαχής και της προσευχής του με τα θαυματουργά αποτελέσματα, ο ίδιος ο Θεός ήταν όντως παρών εν δυνάμει στην περιοχή εκείνη. Πολλοί άρρωστοι έβρισκαν δια του αγίου την σωματική και ψυχική τους υγεία, ενώ η Μονή του Ρούις απέβη κέν­τρο για τον εκχριστιανισμό όλης της χώρας.
Ο όσιος διδάσκαλος συνέθεσε τότε το έργο του «Η πτώση και η άλωση της Βρετανίας», συνοψίζοντας την ιστο­ρία της Μ. Βρετανίας· το έργο ήταν ταυτόχρονα μια εύγλωττη παρότρυνση να ασπασθεί o λαός την χριστιανική πίστη ώστε να αποφύγει τα δεινά που τον απειλούσαν: εμφύλιο πόλεμο και επιδρομή αλλοφύλων. Πέρα από την φήμη πού απέκτησε με το κήρυγμα του, μετά από αυτό το έργο του ονομάσθηκε Γιλδάσιος ο Σοφός. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου του στηλίτευσε θαρραλέα τους πέντε Βρετανούς βασιλείς. Αυτός ο έλεγ­χος κίνησε εναντίον του το μένος των βασιλέων, οι οποίοι έστειλαν τέσσερεις άνδρες μεταμφιεσμένους σε μοναχούς για να τον απαγάγουν. Αυτοί πέταξαν τον όσιο στην θάλασσα, αλλά  κατόρθωσε κολυμ­πώντας να φθάσει στην νήσο Ουάτ και από εκεί στο μοναστήρι του.
Το 565 εκλήθη στην Ιρλανδία από τον βασιλέα Άινμιρ για να αποκατα­στήσει την ειρήνη στο βασίλειο και την ορθή τάξη σε μια μονή. Από την εποχή αυτή χρονολογούνται οι κανόνες εκκλησιαστικής τάξεως και ένα Εξομολογητάριον. Μετά την επάνοδο του στην νήσο Ουάτ, ο Κύριος τον πληροφόρησε ότι του μένουν οκτώ ημέρες επίγειας ζωής. Ο όσιος Γιλ­δάσιος κληροδότησε στους μοναχούς ως πνευματική διαθήκη έναν ύμνο, που είχε την δύναμη να αποτρέπει τους δαίμονες. Κατό­πιν έδωσε εντολή μετά τον θάνατο του, το σώμα του να τοποθετηθεί σε βάρκα και να αφεθεί στην τύχη των κυμάτων. Ακούγοντας το «Αμήν» της απόκρισης τους παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, στις 29 Ιανου­αρίου 570. Οι μοναχοί του Ρούις επέβαλαν τρεις ημέρες νηστείας και προσ­ευχής με την ελπίδα να βρουν το σκήνωμα του, και τότε σε έναν τους αποκαλύφθηκε, ότι το λείψανο είχε εκβρασθεί κοντά στο ναΰδριο του Τίμιου Σταυρού πού είχε ανεγείρει ο άγιος. Μετέφεραν τα τίμια λεί­ψανα στο Ρούις, στις 11 Μαΐου, όπου τιμώνται ως τις ημέρες μας. 

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Από τους παλιούς μας Κύκλους


Ο άγιος νεομάρτυρας ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, ο εν Κων/πολει, ξίφει τελειούται  (27 Ιανουαρίου).
Εικοσιπεντάχρονος νέος, με ωραίο παρουσιαστικό και ήθος, ο Δη­μήτριος κρατούσε το ταμείο σ' ένα καπηλειό της συνοικίας του Γαλατά στην Κωνσταντινούπολη. Στο καπηλειό σύχναζαν Λαζοί, σκληρόκαρδοι και αγροίκοι, οι οποίοι επιχείρησαν επανειλημμένως να τον κάνουν να αλλαξοπιστήσει.
Μιαν ημέρα, ύστερα από οινοποσία και κραιπάλη, ξέ­σπασε καυγάς και μαχαιρώθηκε ένας Λαζός. Ο Δημήτριος τότε τους χώρισε και τους έδιωξε. Την επόμενη, έφεραν τον τραυματία στον βεζίρη κατηγορώντας τον νεαρό χριστιανό ως δράστη. Συνελήφθη αμέ­σως και ο δικαστής τον προειδοποίησε ότι ή θα γινόταν μουσουλμάνος ή θα τον θανάτωναν. Υπερασπιζόμενος την αθωότητα του, ο Δημήτριος διακήρυξε ότι ήταν έτοιμος να πεθάνει για την πίστη του.
Μόλις βγήκε η απόφαση, τον οδήγησαν στον τόπο της θανάτωσης, την τελευταία όμως στιγμή ο βεζίρης διέταξε να τον φέρουν ενώπιον του για να τον ανακρίνει εκ νέου. Αφού προσπάθησε μάταια να τον προσελκύσει με κολακείες και υποσχέσεις, τον παρέδωσε στους κατηγόρους του, οι οποίοι τον έσυραν έως το καπηλειό, οπού είχαν συγκεντρωθεί πολλοί Τούρκοι και προσπάθησαν να τον κάνουν να αρνηθεί την πίστη του. Οι προσ­πάθειες τους υπήρξαν άκαρπες και ο άγιος ετελειώθη με αποκεφαλι­σμό μπροστά στο καπηλειό (27 Ιανουαρίου 1784 ή 1785).
Επί πολ­λές νύχτες ουράνιο φως έλαμπε πάνω από το μαρτυρικό λείψανο, το όποιο αγόρασε ένας χριστιανός για να το θάψει με ευλάβεια και τιμή. Λίγο αργότερα, οι ίδιοι Λαζοί Τούρκοι, γεμάτοι μίσος, δολοφόνησαν τον ιδιοκτήτη του καπηλειού, έναν έντιμο χριστιανό. 

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Από τους παλιούς μας Κύκλους


“Την Κυριακήν την εγγυτέραν προς την 25ην Ιανου­αρίου, τελούμεν την ΣΥΝΑΞΙΝ όλων των ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ της ΡΩΣΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ του 20 ου αιώνος”

 Έχοντας λάβει το άγιο βάπτισμα στον 10ο  αιώνα από ιεραπο­στόλους του Βυζαντίου, η Εκκλησία της Ρωσίας έδωσε με το πέρασμα του χρόνου πλήθος αγίων: ιεράρχες, μοναχούς και δικαίους, οι οποίοι συγκαταριθμήθηκαν μετά των προγενεστέρων αγίων στις Αυλές του Κυρίου. Της έλειπε όμως ο στολισμός σαν με πορφύρα και ακριβό λινό, με το αίμα των μαρτύρων, ώστε να παρουσιασθεί τελεία και περίλαμπρη στον Νυμφίο Χριστό.
Ο πρωτοφανής σε σκληρότητα και έκταση διωγμός που εξαπολύθηκε εναντίον της Εκκλησίας της Ρωσίας, από την Επανάσταση των μπολ­σεβίκων (1917) μέχρι τον εορτασμό της Χιλιετηρίδας του Βαπτίσματος της Ρωσίας (1988), αντί να πλήξει τον Χριστιανισμό, του έφερε απεναντίας την υψηλότερη δόξα. Το συστηματικό κλείσιμο των ναών και η με­τατροπή τους σε μουσεία του αθεϊσμού, η απαγόρευση κάθε θρησκευτικής διδασκαλίας, η χονδροειδής και καταπιεστική αθεϊστική προπαγάνδα, η κατάδοση συγγενών από μέλη της ίδιας οικογένειας, οι κάθε είδους πα­ρενοχλήσεις, οι εγκλεισμοί σε ψυχιατρεία, απ' όπου έβγαινε κανείς μόνον όταν είχε πλέον χάσει την προσωπικότητα του, οι εκτοπίσεις σε στρατό­πεδα συγκεντρώσεως, οι σωματικοί και ψυχικοί βασανισμοί, οι οποίοι ξε­πέρασαν σε σκληρότητα ότι είχαν επινοήσει οι βασανιστές άλλων εποχών, όλες αυτές οι μηχανεύσεις του Σατανά αποδείχθηκαν ανίκανες να σβή­σουν την πίστη, αποκαλύπτοντας την αμηχανία όσων τις επινόησαν και καταδεικνύοντας ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι ανθρώπινη διδασκαλία, αλλά ζωή και δύναμη Θεού η οποία ενοικεί στις καρδιές μας και μας κάνει ισχυρότερους από τον θάνατο.          
Από το 1918 έως το 1926, η επαναστατική λαίλαπα έπληξε τους αξιολογότερους εκπροσώπους της ρωσικής Εκκλησίας, και ανέδειξε πε­ρισσότερους μάρτυρες από κάθε προηγούμενο διωγμό. Μεταξύ των νεομαρτύρων αυτών συναριθμούνται εβδομήντα οκτώ επίσκοποι: ο άγιος «πρωτομάρτυς» Βλαδίμηρος, μητροπολίτης Κιέβου, ο άγιος πατριάρχης Τύχων [25 Μάρτ.], οι άγιοι ιεράρχες Βενιαμίν Πετρουπόλεως, Βαρσανούφιος του Κιρίλωφ, Ανδρόνικος του Πέρμ και Μητροφάνης του Αστραχάν,  περί τους δύο χιλιάδες επτακόσιοι ιερείς, δύο χιλιάδες μοναχοί και τρεις χιλιάδες τετρακόσιες μοναχές, πού πέθαναν σε μονές που είχαν με­τατραπεί σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως, καθώς και εκατοντάδες χιλιά­δες ευσεβείς πιστοί, γνωστοί και ανώνυμοι, οι οποίοι αντιμετώπισαν γεν­ναία την λεηλασία της περιουσίας τους, την χλεύη και κάθε λογής βασανισμούς ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση του Κυρίου: «Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Αποκ. 2, 10).   Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011

Από τους παλιούς μας Κύκλους


Μνήμη της Οσίας ΞΕΝΗΣ της Αγίας Πετρουπόλεως (24η Ιανουαρίου)

Η Ξένια Γρηγόριεβνα Πετρόβα ήταν σύζυγος λαμπρού συνταγματάρχη του τσαρικού στρατού, ο οποίος ήταν επίσης και ψάλτης στα ανάκτορα.
 Ζούσε άνετη και κοσμική ζωή εν μέσω της αριστοκρατίας της πρωτεύουσας. Ο αιφνίδιος θάνατος του συζύγου της, όταν εκείνη δεν ήταν παρά είκοσι έξι ετών, την αναστάτωσε βαθιά και της φανέρωσε την μα­ταιότητα κάθε επίγειου δεσμού. Προσπάθησε έκτοτε να ελευθερωθεί από κάθε τι που την συνέδεε με τον κόσμο, ώστε να βαδίσει προς την Βασι­λεία των ουρανών μέσω της στενής και πλέον χαλεπούς οδού: εκείνης της δια Χριστόν σαλότητας. Η συμπεριφορά της άλλαξε ολότελα· βλέ­ποντας την οι συγγενείς να μοιράζει την περιουσία της σε ελεημοσύνες, νόμισαν ότι το πένθος την έκανε να χάσει τα λογικά της. Φορούσε την στρατιωτική στολή του συζύγου της και δεν αποκρινόταν παρά μονάχα αν της απευθύνονταν με το όνομα του μακαρίτη αξιωματικού. Χωρίς κα­τάλυμα, ανυπόδητη, φορώντας χειμώνα-καλοκαίρι τα ίδια κουρελιασμένα ρούχα, τριγυρνούσε στις φτωχογειτονιές, προσφέροντας τον εαυτό της με πραότητα και αγόγγυστα—κατά μίμηση του Πάσχοντος Χριστού— στις λοιδορίες και στους εμπαιγμούς του όχλου. Δεχόταν ελεημοσύνη, μονάχα για να την ξαναμοιράσει την ίδια στιγμή στους πτωχούς, έτρωγε πού και πού, όταν επισκεπτόταν καμία γνωστή της οικογένειας, και πήγαινε να περάσει την νύχτα σ' ένα χωράφι έξω από την πόλη, όπου προσευ­χόταν γονατιστή ως την ανατολή.
Οι ευσεβείς παρατήρησαν σιγά-σιγά ότι η παράξενη συμπεριφορά της έκρυβε αγία βιωτή, ότι τα αινιγματικά και μεταφορικά της λόγια δεν στερούνταν σοφίας και ότι συχνά πίσω από αυτά προλέγονταν μέλ­λοντα γεγονότα. Η ευλογία του Θεού την συνόδευε όπου κι αν πή­γαινε. Όταν έμπαινε σε ένα μαγαζί, η είσπραξη της ημέρας αυξανό­ταν σημαντικά. Όταν ένας αμαξάς την ανέβαζε στην άμαξα, πλήθαιναν οι πελάτες του. Όταν αγκάλιαζε ένα άρρωστο παιδί, εκείνο σύντομα θεραπευόταν. Ο οίκτος που της έδειχναν μεταμορφώθηκε σύντομα σε ευλάβεια όλων των κατοίκων της πόλεως, της οποίας κατέστη αλη­θινός φύλακας άγγελος. Αφού έφερε τον σταυρό της εκούσιας σαλό­τητας για την αγάπη του Χριστού επί σαράντα πέντε ολόκληρα χρό­νια, η οσία Ξένη εκοιμήθη εν Κυρίω σε ηλικία εβδομήντα ενός ετών (μεταξύ 1794 και 1806).
Ο τάφος της κατέστη αμέσως αντικείμενο τιμής και ευλάβειας και σύντομα αποτέλεσε τόπο προσκυνήματος. Θαύματα, ιάσεις, προφητείες, φανερώσεις της αγίας δεν έπαυσαν εδώ και δυο αιώνες να επιτελούνται παρά τον τάφο της, πηγή ζωής και ευλογίας. Ο λαός συνωστιζόταν   προσευχόμενος για να δεχθεί την πανσθενουργό αρωγή της παρρησίας της αγίας, η οποία τιμάται ως προστάτιδα της αγίας Πετρούπολης, παίρνον­τας ο καθένας λίγο χώμα από τον τάφο της και λίγο λάδι από την ακοίμητη κανδήλα
    Κυριακή  24  Ιανουαρίου  2010
ν σοΜτερ κριβς διεσώθη τκατ’ εκόνα· λαβοσα γρ τν σταυρόν, ἠκολούθησας τΧριστ· καπράττουσα δίδασκες, ὑπερορν μν σαρκός, παρέρχεται γάρ, ἐπιμελεσθαι δψυχς, πράγματος θανάτου· δικαμετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Ξένη τΠνεμά σου

Από τους παλιούς μας Κύκλους (23-1-2011)


 ΟΙ  ΓΕΝΝΑΙΟΨΥΧΟΙ
Μακάριοι ο δεδιωγμένοι νεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ματθ ε΄10

            Από τα πιο θλιβερά χαρακτηριστικά, που έχει να παρουσιάσει μια κοινωνία. Η «δίωξη», με οποιονδήποτε τρόπο, των ανθρώπων πού ασκούν δικαιοσύνη, πού ερ­γάζονται την αρετή. Κακό να μη επαινείται, να μη προ­βάλλεται το αγαθό. Χείριστο όμως, το να περιφρονείται η αρετή και τα έργα της δικαιοσύνης. O δίκαιος να μην έχει σύμμαχο την κοινή γνώμη, ενώ ο άδικος, ο ανέντιμος, ο ψεύτης, ο εκμεταλλευτής, να έχει πολλούς συμπαραστάτες! Ένα φαινόμενο κάθε υποβαθμισμένης ηθικά κοινωνίας, έστω κι αν λέγεται πολιτισμένη!
Οι «διωγμοί» των πιστών απλώνονται σ' όλους τους ιστορικούς και γεωγραφικούς χώρους. Και τους αντιμετωπίζουν όλοι οι πιστοί, που θέλουν να ζουν με συνέπεια, χωρίς συμβιβασμούς, την χριστιανική ζωή. Είναι οι διωγμοί πού γίνονται με όπλα τον χλευα­σμό, την ειρωνεία, την συκοφαντία, την περιφρόνηση, τον παραμερισμό και την περιθωριοποίηση του πιστού, την σπίλωση της αξιοπρέπειας του, την διαστροφή των προ­θέσεων του, το διασυρμό του.
            Και οι λόγοι αυτού του ανίερου διωγμού; Πώς δικαιολογείται αυτή ή μανία καταδιώξεως στους ανθρώπους του Θεού; Ο Κύριος μας δίδει την απάντηση εις Ιωάν. ιζ' 14: «... κόσμος μίσησεν ατούς, τι οκ εσν κ το κόσμου, καθς γ οκ εμ κ το κόσμου». Πώς να ανεχθεί ο υποκριτής, ο ασυνείδητος, ο αριβίστας, ο κακοποιός, τον ευσυνείδητο, τον τίμιο, τον εργά­τη της αρετής; Πώς να παραδεχθεί ο εγωιστής, ο ανήθι­κος, ο φαύλος, τον ηθικό, τον ταπεινό, τον ενάρετο, τον αγωνιστή του καλού; Γίνεται πρόσκομμα στους σκοπούς του, εμπόδιο στη φαύλη ζωή του, έλεγχος ζωντανός στις παρανομίες του. Γι’ αυτό αγωνίζεται να τον παρασύρει στους δικούς του σκολιούς δρόμους. Κι όταν δεν το καταφέρνει με τα λόγια και την πειθώ, χρησιμοποιεί τη βία, τις πιέσεις, τις «διώξεις».
Αξιοπρόσεκτη η αιτιολογία «νεκεν δικαιοσύνης». Το «νεκεν δικαιοσύνης» είναι προϋπόθεση της μα­καριότητας. «Μακάριον γρ ς ληθς τ νεκεν το Κυρίου διώκεσθαι...». Είναι αληθινή ευτυχία να διώκεσαι για το Χριστό, επειδή είσαι τηρητής του νόμου Του και της δικαιοσύνης Του.
«Ατν», των γενναίων, των ανδρείων, που εμμέ­νουν και επιμένουν στην έπαλξη του ιερού χρέους, είναι κληροδότημα « βασιλεία τν ορανν». Από τη βασι­λεία των ουρανών αποκλείονται οι δειλοί, οι ριψάσπιδες, οι ηττοπαθείς, οι ανακόλουθοι, οι καιροσκόποι, οι υποχω­ρητικοί στις απαιτήσεις των άλλων, με θυσία των άρχων τους. Αυτοί δεν είναι οι μακαριστοί κληρονόμοι της ουράνιας βασιλείας.
Ψέματα ασύστολα, συναλλαγές ύποπτες, δωροδο­κίες, εκβιασμοί, καπηλεία ιερών και οσίων, εγκλήματα για λόγους «τιμής», εγκλήματα για λίγο χώμα γης... είναι το καθημερινό ρεπορτάζ από τη σύγχρονη κοινωνική ζωή. Μέσα σ' αυτό το γενικό ξεχαρβάλωμα, ο πιστός με τα ιδανικά και τις ηθικές αρχές του, προκαλεί, γίνεται στό­χος πολεμικής. Κι έρχονται τα τραγικά διλήμματα: Πόσο θ' αντέξω; Μόνος εγώ θα ανθίσταμαι στο καταλυτικό ρεύμα; Ως πότε θα είμαι ο αδιόρθωτος ιδεολόγος;
«Δεν γεννήθηκα ήρωας, άνθρωπος γεννήθηκα», ή­ταν η πρόχειρη απάντηση ενός χλιαρού Χριστιανού, για να δικαιολογήσει την έλλειψη σταθερότητας στις αρχές του. Αλλά, ξέχασε ότι «οι ήρωες δεν γεννώνται· οι ήρω­ες γίνονται», αναδεικνύονται μέσα στο συνεχές κονταροκτύπημα με τον εχθρό, όποια μορφή κι αν έχει. Χρειάζε­ται όμως, ο πιστός να διαθέτει πνευματική παλικαριά, όχι τυχαία.. Χρειάζεται να έχει πιστέψει βαθιά, ότι υπερασπίζεται «εδάφη ιερά» και ότι σ' αυτόν τον πόλεμο «πίσω από κάθε φυγή, κρύβεται ένας θάνα­τος».Μόνον όσοι διαθέτουν ψυχές νευρωμένες από τον δυναμισμό μιας ζωντανής πίστης, μπορούν να γίνουν και να μείνουν «αντιστασιακοί» στην αμαρτίαΚυριακή  23 Ιανουαρίου 2011