Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟ ΜΑΣ ΚΥΚΛΟ (22/11)

Ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Ιάκωβος ο Πέρσης (27η Νοεμβρίου)
            Ο Ιάκωβος γεννήθηκε από χριστιανούς γονείς στην περ­σική πόλη Έλαπα ή Βηλάτ, ανατράφηκε με τα νάματα της Πίστεως και νυμφεύθηκε μια χριστιανή κοπέλα. Ο βασιλιάς Ιζδιγέρδης Α’ (Yazdegerd I 399-420 μΧ) εκτιμούσε τον Ιάκωβο για τα χαρίσματα και τις δεξιότητες του και τον κατέστησε αξιωματούχο στην αυλή του. Κολακευμένος ο Ιάκωβος, παραπλανήθηκε και άρχισε να θυσιάζει στα είδωλα του ηγεμόνα.

Πληροφορήθηκαν το γεγονός η μητέρα και η σύζυγος του Ιακώβου. Του έγραψαν τότε μια επιστολή επιτιμητική, θρη­νολογώντας για το κατάντημά του να γίνει αποστάτης της Πίστεως και πνευματικά νεκρός και, τέλος, τον ικέτευαν να μετανοήσει και να επιστρέψει στον Χριστό. Συγκλονισμένος από την επιστολή που διάβασε ο Ιάκωβος μετάνιωσε πικρά και με παρρησία πήγε στον βασιλιά και ομολόγησε την πίστη του στον Κύριο Ιησού Χριστό. Οργισμένος ο βασιλιάς, τον καταδίκασε σε θάνατο μ’ ένα ιδιαίτερα φρικτό μαρτύριο: θα κατατεμάχιζαν το σώμα του, σταδιακά, μέχρι να εκπνεύσει. Οι δήμιοι εκτέλεσαν κατά γράμμα τη διαταγή του μοχθηρού Ιζδιγέρδη και κατέκοψαν πρώτα τα δάχτυλα των άκρων του Ιακώβου, ύστερα τα χέρια, τα πόδια, τους βραχίονες, τους ώμους. Στο τέλος έμεινε μόνο η κοιλιά και το κεφάλι του, που αποκόπηκαν επίσης. Σε κάθε κατατομή μέλους ο συντετριμμένος από τη μετάνοια μεγαλομάρτυρας ανέπεμπε ευχαριστία στον Θεό. Οι πληγές του ανέβρυζαν μια άρρητη ευωδία, σαν κυπαρισσιού. Καθαρθείς από τη βαριά αμαρτία του μέσα στο λουτρό του αίματός του, ο εξαίσιος Ιάκωβος παρέδωσε τη ψυχή του στον Χριστό, τον Θεό, και πέρασε ενδόξως στη Βασιλεία των Ουρανών. Τελειώθηκε δι’ αποκεφαλισμού περί το έτος 400.                    
Όταν οι δήμιοι απέκοψαν τον αντίχειρα του δεξιού χεριού του αγίου Ιακώβου, εκείνος ανεβόησε: «Πρόσδεξαι, Κύριε, τον πρώτο κλάδο, που σαν την άμπελο κλαδεύεται, ώστε εν καιρώ να βλαστήσει νέος κλάδος». Στην αποκοπή του δεύτερου δακτύλου του είπε: «Δέξου, Κύριε, και τον δεύτερο κλάδο του δέντρου που εφύτευσεν η δεξιά Σου». Στο τρίτο δάκτυλο που του απέκοψαν είπε: «Ευλογώ Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα». Στην αποκοπή του τέταρτου αναφώνησε: «Συ που δέχθηκες τη δοξολογία από τα τέσσερα Ιερά ζώα (σύμβολα των τεσσάρων Ευαγγελιστών), δέξου το μαρτύριο του τέταρτου δακτύλου μου». Στο πέμπτο δάκτυλο που του έκοψαν, είπε: «Ας είναι πεπληρωμένη η χαρά μου όπως των πέντε φρονί­μων παρθένων στη γαμήλια εορτή!». Στην αποκοπή του έκτου δακτύλου, είπε: «Δόξα Σοι, Κύριε, ο οποίος την Έκτη Ώρα εξέτεινες τα πανάχραντα χέρια Σου επί του Σταυρού, διότι με αξίωσες να Σου προσφέρω το έκτο μου δάκτυλο». Όταν του έκοψαν το έβδομο δάκτυλο, είπε: «Όπως ο Δαυίδ Σε αινούσε επτάκις της ημέρας, Σε υμνολογώ διά του εβδόμου δακτύλου μου που απετμήθη προς χάριν Σου». Μετά το όγδοο που αποκόπηκε, είπε: «Την όγδοη ημέρα Συ, Κύριε, περιετμήθης». Μετά την αποκοπή του ενάτου είπε: «Την ένατη ώρα, Χριστέ μου, παρέδωσες το Πνεύμα Σου στα χέρια του Πατρός Σου, κι εγώ Σου προσφέρω ευχαριστία το μαρτύριο του ενάτου δακτύλου μου». Στην αποκοπή του δεκάτου δακτύλου, είπε: «Εν δεκαχόρδω ψαλτηρίω Σοι ψαλώ, Θεέ μου, και Σε ευχαριστώ ότι με αξίωσες να υπομείνω την αποκοπή των δέκα δακτύλων των δύο χειρών μου, για τις Δέκα Εντολές που εγράφησαν σε δύο πλάκες». Ω! Εξαίσια πίστη και αγάπη! Ω ευγένεια ψυχής του ανδρείου αθληφόρου του Χριστού Ιακώβου
 (Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος -Νοέμβριος, εκδ. Άθως, σ. 249-250, 254-255)

ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΘΕΣΙΝΟ ΜΑΣ ΚΥΚΛΟ (22/11)

Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΥΤΥΧΙΑ Ή ΠΑΓΙΔΑ;  (Ιακ. ε΄1-6 ).
«Οἱ πλούσιοι, κλαύσατε ὀλολύζοντες ἐπὶ ταῖς ταλαιπωρίαις ὑμῶν ταῖς ἐπερχομέναις». Εμείς οι άνθρωποι, κρίνοντας επιπόλαια, μακαρίζουμε τους πλούσιους. Αυτούς που ζουν τη ζωή τους με άνε­ση. Δεν έχει όμως την ίδια γνώμη και ο θείος Ιάκωβος. Ενώ γι' αυτούς που πέφτουν σ' άλλα αμαρτήματα, οι ταλανισμοί του θείου Ιακώβου είναι αυστηροί, για τους πλούσιους είναι κατ' εξοχήν σκληροί. Και ενώ για τους πρώτους αφήνει ανοικτό ένα μεγάλο παράθυρο μετανοίας και επιστροφής: «ύποτάγητε... ἐγγίσατε... κλαύσατε...ταπεινώθητε...» (δ' 7-10),  για τους ασεβείς και εμπορευόμενους πλούσιους, δεν αφήνει κανένα παράθυρο. Δεν κάνει καμιά έκκληση μετανοίας.
Και η λέξη «κλαύσατε», που χρησιμοποιεί κι εδώ κι εκεί, έχει τελείως διαφορετική σημασία και έννοια. Εκεί έχει τη σημασία χύσατε δάκρυα συ­ντριβής και μετανοίας. Εδώ «κλαύσατε ὀλολύζοντες» για την καταδίκη, που σας περιμένει. Εκεί υπάρχει η οδός της μετανοίας. Εδώ μόνο η καταδίκη!!           

Ο πλούσιος και ο Λάζαρος
                    
«Ὁ πλοῦτος ὑμῶν σέσηπε καὶ τὰ ἱμάτια ὑμῶν σητόβρωτα γέγονεν,  ὁ χρυσὸς ὑμῶν καὶ ὁ ἄργυρος κατίωται...». Εικόνες από την καθημερινή ζωή μας με τα οποία ο θείος Ιάκωβος θέλει να δείξει αφ' ενός το μάταιο και εφήμερο του πλούτου και αφ' ετέρου τις τρομερές συνέπειες, που έχει ο υλικός και φθαρτός θησαυρισμός στην παρούσα, αλλά και στη μέλλουσα ζωή.
Και εις μεν την παρούσα, τον συντροφεύει η αγωνία για τη διατήρηση, αύξηση και προφύλαξη από τους τόσους κινδύνους, που τον επιβουλεύονται. Και η αγωνία αυτή είναι ένα αληθινό μαρτύριο, που σα φωτιά κατατρώει το είναι μας και την ύπαρξη μας. Είναι χαρακτηριστική η φράση του θείου Ιακώβου: «ο ιός», που σημαίνει σκουριά. Και όπως η σκουριά κατατρώει το σίδηρο, έτσι και ο υλικός θησαυρισμός κατατρώει τους «βουλομένους πλουτεῖν ». Η επιθυμία του πλουτισμού μοιάζει με τη φωτιά, που καίει τα πάντα.
Εις δε τη μέλλουσα ζωή τον φθαρτό θησαυρισμό περιμένει η  αιώνια καταδίκη.
«Ἰδοὺ ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν..κράζει, αἱ βοαὶ τῶν θερισάντων…κατεδικάσατε, ἐφονεύσατε...». Σκληροί λόγοι που αναφέρονται στους παράνομους τρόπους και μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούν όσοι αιχμαλωτίζονται από το πάθος του θησαυρισμού. Κατά την Παλαιά Διαθήκη, το ημερομίσθιο του εργάτη πρέπει να καταβάλλεται αυθημερόν και να μην αξιοποιείται ποικιλοτρόπως προς όφελος του εργοδότη. Αξιοπρό­σεκτες οι δύο λέξεις που χρησιμοποιεί ο θείος Ιάκωβος: «κατεδικάσατε, ἐφονεύσατε». Κατά το σοφό Σειράχ ο άρτος, που αποκτάται διά του ημερομισθίου, είναι η τροφή για τους πτωχούς και συνεπώς αυτός που αποστερεί ή αμείβει με ελάχιστα τον εργαζόμενο, είναι σα να τον σκοτώνει. (Σοφία Σειράχ λδ' 21-22).

Αξιοπρόσεκτες και οι λέξεις: «ἐτρυφήσατε , ἐσπαταλήσατε, ἐθρέψατε»Είναι φοβερό ν' ασχολείται κανείς με την ικανοποίηση των κα­τωτέρων ενστίκτων του και ν' αδιαφο­ρεί για την ατίμητη ψυχή. Η κατάληξη των ανθρώπων αυτών της καλοζωίας, μοιάζει με τα ζώα τα σιτευτά, που τα τρέφουμε με σκοπό τη σφαγή. Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και με αυτούς τους ανθρώπους κατά την ημέρα της κρίσεως. 

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Από τον Κύκλο μας (01/11/'15)

Ο όσιος Γεώργιος Καρσλίδης ο ομολογητής (4η Νοεμβρίου)
Ο όσιος Γεώργιος Καρσλίδης γεννήθηκε το 1901 μ.Χ. στην Αργυρούπολη (Gümüşhane) του Πόντου (έδρα της Ι. Μητρόπολης Χαλδίας). Το βαφτιστικό του όνομα ήταν Αθανάσιος.
Έμεινε από μικρός ορφανός και μάλιστα οι γονείς του πέθαναν την ίδια ημέρα. Όμως, αμέσως φανερώθηκαν τα σημεία της κλήσης και της χάριτος. Γαλουχημένος από την ευσεβέστατη γιαγιά του με την παραδειγματική ποντιακή ευσέβεια, μόλις στάθηκε στα πόδια του και άρχισε να μιλάει, έδειξε ότι διέφερε από τα άλλα παιδιά και ότι ήταν αφοσιωμένος στον Θεό. Παιδί ακόμα, προσεύχονταν συνεχώς, έκανε νηστείες και επτά χρονών πήγε και προσκύνησε την Παναγιά του Σουμελά. Δόκιμος μοναχός έγινε σε ηλικία μόλις εννέα ετών. Η κουρά του σε μοναχό έγινε το 1919, σε ηλικία 18 ετών και χειροτονήθηκε Διάκονος.

Τις τραγικές ημέρες του διωγμού της Εκκλησίας από τους κομμουνιστές στην Γεωργία, ο νεαρός Ιεροδιάκονος συνελήφθη ως «εχθρός του λαού», υπέστη φυλακίσεις, ταπεινώσεις, ευτελισμούς, δημόσιες διαπομπεύσεις και ανήκουστους βασανισμούς. Καταδικάσθηκε μάλιστα σε θάνατο και τουφεκίστηκε, αλλά διεσώθη θαυματουργικά!
Το 1925 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και Πνευματικός, ενώ το 1929 ήρθε, μετά από πολλές περιπέτειες στη Σίψα (στο συνοικισμό των Ταξιαρχών Δράμας) της Ελλάδας, όπου έζησε τα τελευταία τριάντα, από τα πενήντα οκτώ χρόνια της ζωής του.
Καταδικάσθηκε και πάλι σε θάνατο το 1941 από τους Βουλγάρους κατακτητές και σώθηκε και πάλι θαυματουργικά, για να συνεχίσει την οσιακή του ζωή μέχρι την ημέρα της κοίμησης του, στις 4 Νοεμβρίου 1959.
Πάντα λιτός, απλός, νηστευτής, άγρυπνος, φιλάσθενος και δεόμενος. Λιγομίλητος, προσεκτικός, αυστηρός και σοβαρός. Κατά την αγία προσκομιδή μνημόνευε χιλιάδες ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Μάλιστα σημείωνε ορισμένα και στο τέλος της θείας Λειτουργίας καλούσε ιδιαιτέρως τους συγγενείς και τους έλεγε τα προβλήματα των ζώντων ή των κοιμηθέντων και πως τέλειωσαν τον βίο τους. Καθαροί και αθώοι άνθρωποι τον έβλεπαν ως λειτουργό να μην πατά στην γη.
Συλλειτουργούσε με αγίους. «Σπάνια λειτουργώ μόνος μου», έλεγε ο Γέροντας. Είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Παναγία, στον Τίμιο Πρόδρομο και τον άγιο Γεώργιο. Πολλούς ασθενείς κι αναγκεμένους ανθρώπους τους έστελνε σε διάφορους αγίους και με την ευχή του γίνονταν καλά. Από ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται «η αναξιότητά του», αλλά να δοξάζεται ο Θεός από τους αγίους του. Τους αγίους τους ονόμαζε μουσαφίρηδες, ενώ είχε την χάρη να βλέπει την ψυχική κατάσταση των εκκλησιαζομένων.
Το λειτούργημα του Πνευματικού το είχε λάβει πολύ σοβαρά. Δεν ήθελε οπαδούς να τον κολακεύουν. Είχε πάντα μια διακριτική αυστηρότητα. Αποσκοπούσε συστηματικά στην ταπείνωση του εξομολογουμένου, στην αληθινή συντριβή και μετάνοια προς σωτηρία ψυχών αθανάτων.

Η αγιοκατάταξη του Οσίου Γεωργίου, έγινε το 2008 μ.Χ. υπό του Παναγιωτάτου και Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στην Δράμα.

Από τον Κύκλο μας (01/11/'15)

«Η ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ - ΟΙ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ ΜΑΣ»  (Ιακ. δ΄13-17 ).
             Άρνηση του Θεού. Η αυτοπεποίθηση απο­κλείει το Θεό από την καθημερινή ζωή του ανθρώπου. Αποδίδει τα πάντα στην ευφυΐα, στην επιδεξιότητα, στη δραστηριότητά του. Ο άνθρω­πος με αυτοπεποίθηση δε σκέπτεται ποτέ πως είναι αδύναμος και έχει άμεση ανάγκη το Θεό. Ούτε φυσικά ότι εξαρτάται από το Θεό. Κι αυτό ιδιαίτερα σήμερα, στην εποχή του επι­στημονισμού και των τεχνικών κατακτήσεων, που ο άνθρωπος θεοποίησε τον εαυτό του. Και αρνήθηκε και αρνείται το Θεό. Παρουσιάζεται και σήμερα ο ίδιος, όπως στην εποχή του θείου Ιακώβου: «Καυχᾶσθε ἐν ταῖς ἀλαζονείαις ὑμῶν». Και όπως τότε η αλαζονεία εκφραζόταν με το «πορευσόμεθα … καὶ ποιήσομεν …καὶ ἐμπορευσόμεθα καὶ κερδήσομεν», χωρίς φυσικά Θεό, το ίδιο και σήμερα. Ίσως και με μεγαλύτερη θρασύτητα.
            Είναι αφροσύνη. Και τούτο γιατί ο άνθρω­πος αιχμάλωτος της αυτοπεποίθησής του, δε σκέπτεται πως είναι αδύναμος. «Κάλαμος ὑπὸ ἀνέμου σαλευόμενος» (Ματθ. ια' 7). Ποιά πρώτη και ποιά δεύτερη αδυναμία ν' αναφέρει κανείς. Κι όμως παρουσιάζεται με την εγκληματική θρασύτητα του δυνάστη. Όπου τίποτε δεν υπάρχει ανυπέρβλητο. Είναι, λοιπόν, ή δεν είναι κατά την έκφραση του θείου Ιακώβου εγκληματική πονηρία μία τέτοια καύχηση;
………………………………
 Εάν μπορείς να παρηγορήσεις κάποιο πονεμένο και δεν το κά­νεις, αμαρτάνεις. Εάν έχεις δύναμη λόγου ή ταλέντο συγγραφικό, για ν' αντιδράσεις στο κακό και δεν το κάνεις, δεν αμαρτάνεις απλώς, εγκληματείς. Εάν μπορείς να πεις δύο λόγια διαφωτιστικά στο νέο που κλυδωνίζεται και παρασύρεται από τους ινστρούχτορες του ψεύδους και της απάτης και δεν το κάνεις, αμαρτάνεις. Κάτι περισσότερο, συμμαχείς και συνεργείς με την αδιαφορία σου και τη σιωπή σου στην εξάπλωση και τη διάδοση του κακού. Εάν μπορείς, λόγω της  θέσης που κατέχεις ή της επιρροής που διαθέτεις να κάνεις το καλό, να προλάβεις μία αδικία εις βάρος ενός πτωχού ή αδύ­νατου, και δεν το κάνεις, αμαρτάνεις. Εάν μπορείς να διαλύσεις μία συκοφαντία ή διαβολή εις βάρος ενός ανθρώπου και δεν το κάνεις, εγκληματείς. Εάν μπορείς να διαφωτίσεις, λόγω του αξιώματος ή της θέσεως σου, λόγω οικογενειακού ή φιλικού σου δεσμού, κάποιο αρμόδιο πρόσωπο σε θέματα ψυχαγωγίας ή μαζικής ενημερώσεως του κοινού και δεν το κάνεις, «συνερ­γεῖς τοῖς κάμνουσιν». Τέλος αν μπορείς να προλάβεις ένα κακό, θυσιάζοντας, αν χρειασθεί, και τον εαυτό σου, αμαρτάνεις, αν δεν το κάνεις.
Και είναι τρομερή η ευθύνη μας, όταν μπο­ρούμε να κάνουμε το καλό και δεν το κάνουμε. Είναι κατηγορηματικός ο Κύριος στο σημείο αυτό. Το να αγνοεί κανείς το καλό και να μην το κάνει, έχει πολ­λά ελαφρυντικά. Το να γνωρίζει, όμως, και να το αποφεύγει, δημιουργεί στον εαυτό του τεράστια ευθύνη και ενοχή. Είναι χαρακτηριστική εν προκειμένω η φράση του Κυρίου: «ὁ γνοὺς … καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας … δαρήσεται πολλάς».