Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Από το χθεσινό μας Κύκλο (25/05/'14)

Καλό καλοκαίρι!!
“Στάλα-στάλα συνάζει μέσα της η καρυδιά τη σκοτεινή δροσιά. Το κυπαρίσσι ερημώνει γύρω του τα πάντα κι απομένει δασύ, κυρίαρχο. Ίδια και ο πλάτανος. Προστάτες φασματικοί των κάμπων της Αργολίδας και της Αρκαδίας.
Η συκιά σταυρώνει τα χλωμά της μέλη, τεντώνεται μες στο πετσί της το γυαλιστερό και χνουδάτο, τέλος, κάποτε, στρογγυλοκάθεται μέσα στην ίδια της την ευωδιά.
Οι ροδιές ανάβουνε σαν κοκόρια. Η ελιά, δίχως να το πολυσκεφτεί, δίνεται στον ήλιο, στον άνεμο, σ’ όλα τα στοιχεία που ρημάζουνε το κορμί της.
Οι ροδοδάφνες, που μοσκοβολούνε πικραμύγδαλο, σαλεύουνε, όμοια νερό, βαθιά στις κοίτες των ξεροπόταμων.
Σιγά-σιγά, μες στο κατακαλόκαιρο, το φως αφανίζει την Ελλάδα. Χωνεύει τα νησιά, εξουδετερώνει τις θάλασσες, αχρηστεύει τους ουρανούς. Μήτε που βλέπεις πια βουνά, μήτε δέντρα, μήτε πολιτείες, μήτε χώμα και νερό. Άφαντα όλα.
Πιωμένος φως – μονάχα μια σκιά μαύρη – ο άνθρωπος. Μια σκιά που μεγαλώνει, δυσανάλογα προστατευμένη από την ίδια του τη θυσία.

Η αντίσταση σ’ ένα τέτοιο φως: να ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ελληνικής αρχιτεκτονικής.
Μέσα στη διαφάνεια, ποιο διάφανος ακόμη, πιο λευκός, ο Παρθενώνας δικαιώνει μυστηριακά την ύπαρξή του την ώρα που το μεσημέρι το αττικό φτάνει στη μεγαλύτερή του ένταση κι όπου μονάχα νεράιδες τριγυρνάν μες στο θαμπωτικό διάστημα.
Η Ελλάδα στους χάρτες ανύπαρχτη.
Λες και βρήκε ο κόσμος το μακαρισμένο τέλος του σ’ αυτή την απόλυτη ισότητα.
Κι όμως, το ίδιο αυτό φως, το αστραφταβόλο, το καταιγιστικό, που αναιρεί την Ελλάδα μες στα μεσημέρια, την αποκαθιστά πάλι το ηλιοβασίλεμα κάτω από τα φαντασμαγορικά πυροτεχνήματα του δειλινού και αργότερα κάτω από την τρυφερή παρουσία της Σελήνης.
Τότε ξαναβρίσκει τον εαυτό της η Ελλάδα. Ξαναγίνεται αυτό που πραγματικά είναι. Ξαναπαίρνει στους χάρτες τη θέση που της αξίζει. Θέλω να πω τη θέση των ονείρων.”

(Ο. Ελύτης, Εν λευκώ, Ίκαρος)

Από το χθεσινό μας Κύκλο (25/05/'14)

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ

Η Μεταμόρφωση του Χριστού ήταν ένα σημαντικό σημείο για τους Μαθητές του Χριστού, τους οποίους προετοίμασε, τόσο για τα Θεία Πάθη, όσο και για την Πεντηκοστή, αφού πρόκειται για μεγάλη εμπειρία του Θεού, με τη διαφορά ότι εις την Μεταμόρφωση οι Μαθητές δεν είναι ήταν ακόμη μέτοχοι της Αναστάσεως και της θέας του Θεού…
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είπε ότι ο Χριστός δεν έδειξε ολόκληρη την θεότητα, αλλά μια μικρή ενέργειά της. Και αυτό το έκανε αφ’ ενός μεν, για να πληροφορήσει για το ποιά είναι η θεϊκή δόξα της Βασιλείας, αφ’ ετέρου δε, από φιλανθρωπία, ώστε να μη χάσουν και την ζωή τους ακόμη, βλέποντας ολόκληρη την δόξα της θεότητος. Γι’ αυτό, το μυστήριο της Μεταμορφώσεως είναι και αποκάλυψη της Βασιλείας, αλλά και έκφραση της αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μιλώντας για το γεγ
ονός της Μεταμορφώσεως του Χριστού, τονίζει, μεταξύ άλλων, ότι το θέαμα του φωτός της μεταμορφώσεως του Κυρίου είναι το μυστήριο της όγδοης μέρας, δηλαδή της επέκεινα ζωής του κόσμου, που δημιουργήθηκε σε έξι μέρες και η υπέρβαση των αισθήσεών μας.  Το θείο φως φανερώνεται στο μέτρο του δυνατού, μεριζόμενο ανάλογα με τη δυνατότητα των δεχομένων.
Η θεωρία του άκτιστου φωτός, κατά την διδασκαλία της Εκκλησίας, είναι μέθεξη της Βασιλείας του Θεού, όπου σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, το βασίλειο του Θεού είναι ολόκληρη η δημιουργία, ολόκληρη η κτίση, ενώ η Βασιλεία του Θεού είναι η άκτιστη χάρη και ενέργεια του Θεού, η οποία είναι ενυπόστατη. Η μετοχή στη βασιλεία του Θεού είναι η βαθμιαία μέθεξη και κοινωνία του ανθρώπου στη Χάρη του Θεού, στην οποία μετέχει,  ως μέλος του Σώματος του Χριστού.
Συνεπώς η μεταμόρφωση του Σωτήρος είναι η προοπτική της μεταμόρφωσης του κάθε ανθρώπου και συνδέονται οργανικά και λειτουργικά μεταξύ τους.  Κατά τη Θεία Μεταμόρφωση συναντώνται  Θεός και άνθρωπος, κτιστό και άκτιστο. Η μεταμόρφωση συνδέεται άμεσα με την ενανθρώπηση. Ο Θεός γίνεται «ως εις εξ ημών» και μας φανερώνει αυτό που πρέπει να γίνουμε εμείς. Γι' αυτό και δεν πρέπει να κατανοείται η μεταμόρφωση, ως περιπτωσιακό γεγονός και ως αναφερόμενο στα πνευματικά και στα επιμέρους μόνο θέματα του ανθρώπου και της ζωής του. Πολύ περισσότερο δεν πρέπει να κατανοείται, ως γεγονός που αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού…
Στο Θαβώρ αποκαλύφθηκε το αρχέτυπο κάλλος της εικόνας του ανθρώπου.  Δηλαδή, ο Χριστός είναι το αρχέτυπο της δημιουργίας του ανθρώπου, αφού ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα του Λόγου. Με αυτό φαίνεται η δόξα της εικόνος και η μεγάλη τιμή να είμαστε κατ’ εικόνα του Θεού. Αποκαλύφθηκε η κατάσταση που βρισκόταν ο Αδάμ πριν από την πτώση στον Παράδεισο. Η Μεταμόρφωση του Χριστού δείχνει, κατά συγκατάβαση, και την προέλευση του ανθρώπου, αλλά και τον σκοπό, το τέλος, στο οποίο πρέπει να τείνει….
Ας δοξολογούμε τον Μεταμορφωθέντα Χριστό ψάλλοντας  μαζί με τον υμνωδό «λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς το φως του το αΐδιον πρεσβείαις της Θεοτόκου φωτοδότα δόξα σοι". 

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΛΟΣ

Από το χθεσινό μας Κύκλο (25/05/'14)

Λόγος  εἰς τὴν Πεντηκοστὴν                                  Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος

…..Θ. Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και αριθμείται μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό. Διότι δεν θα άρμοζε ποτέ να ελλείπει ο Υιός από τον Πατέρα ή το Πνεύμα από τον Υιό, επειδή θα ήταν σε μέγιστο βαθμό άδοξη η θεότητα, σαν από μεταμέλεια ακριβώς να ήλθε σε συμπλήρωση για να γίνει τέλεια. [Το Άγιο Πνεύμα] λοιπόν πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει• οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται• παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως• αγιάζει, δεν αγιάζεται• κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, δεν θεώνεται αυτό προς Εαυτό, και προς εκείνους με τους οποίους είναι ενωμένο, είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο• αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (αν καί ως προς την πρώτη αρχή, όπως ακριβώς όλα τα αναφερόμενα εις τον Μονογενή Υιό, έτσι και του Πνεύματος ανάγεται [εις τον Θεό Πατέρα]). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], όσων έχουν απαριθμηθεί. Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται]. Και γιατί να μακρολογώ; Όλα όσα έχει ο Πατήρ, είναι του Υιού, εκτός από την αγεννησία. Όλα όσα έχει ο Υιός, είναι του Αγίου Πνεύματος, εκτός από την γέννηση. Αυτά (τα ιδιώματα), όσο βέβαια μπορώ να εκφρασθώ με τον λόγο μου, δεν ξεχωρίζουν ουσίες, αλλ' ορίζουν την μία και ενιαία ουσία της θεότητας.

Ι. Στενοχωρείσαι για τις αντιθέσεις (που χρησιμοποίησα); Εγώ όμως για το μήκος του λόγου. Τίμησε λοιπόν την (σημερινή) ημέρα του Πνεύματος• συγκράτησε λίγο τη γλώσσα, αν γίνεται. Για άλλες γλώσσες γίνεται ο λόγος• αυτές ευλαβήσου ή φοβήσου, πύρινες καθώς φαίνονται. Σήμερα ας υψώσουμε μ' ευλάβεια όλο μας τον νου στο θείο μυστήριο [της καθόδου του Αγίου Πνεύματος], ας κάνουμε αύριο ανάλυση λέξεων σήμερα ας εορτάσουμε [με κατάνυξη], ας ειπωθεί κάτι άξιο ντροπής [από τους αντιλέγοντες] αύριο. Αυτά γίνονται με τρόπο μυστικό [στο ταμείο της ψυχής ενώπιον του Θεού], εκείνα γίνονται με τρόπο πομπώδη [ενώπιον των ανθρώπων]• αυτά γίνονται στις εκκλησίες, εκείνα στις αγορές• αυτά αρμόζουν σε ανθρώπους σώφρονες και νηφάλιους, εκείνα σε ανθρώπους που μεθούν αυτά είναι όσων ενεργούν με σοβαρότητα [όση αξίζει στο μεγάλο μυστήριο], εκείνα όσων παίζουν κατά του Πνεύματος. Αφού λοιπόν απαλλαγήκαμε απ' ό,τι είναι αλλότριο [της ευσεβείας], ας καταρτίσουμε το δικό μας [το λόγο περί του Αγίου Πνεύματος]…  

Από το χθεσινό μας Κύκλο (25/05/'14)

Πίστη. Άλλο πράγμα να ισχυρίζεσαι και να λες ότι πιστεύω κι άλλο ότι η όλη ζωή σου και η αναστροφή του είναι ο χυμός και ο καρπός της πίστεως σου. Ο Ιάκωβος δεν ξεχωρίζει την πίστη από τα έργα. Σημειώνει και καυτηριάζει την καυχησιολογία, την υποκρισία που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική και αληθινή και ολοκληρωμένη πίστη. Γιατί καθένας που έχει πραγματική και αληθινή πίστη είναι αδύνατο να μην παρουσιάζει έργα.
Για τον Ιάκωβο το πρόβλημα δεν είναι πίστη-έργα αλλά λόγια-έργα. Και στο σημείο αυτό πολλά έχει να μας πει και να μας δείξει η εποχή μας. Λόγια πολλά, πάμπολλα ακούμε χωρίς να βλέπουμε έργα. Κι αυτή ακριβώς την ασυνέπεια ελέγχει και καταδικάζει. Και για να επεξηγήσει τη βασική και θεμελιακή σχέση της πίστεως και των έργων μας παρουσιάζει στους στίχ. 15 καί 16, άλλα δύο τόσο πειστικά και διαφωτιστικά παραδείγματα. Αξιοπρόσεκτες είναι οι λέξεις που χρησιμοποιεί. Ονομάζει «αδελφόν και αδελφήν». Ποιούς; Όλους αυτούς που έχουν την ανάγκη της στοργής μας, της αγάπης μας, του ενδιαφέροντος μας, και συμπεραίνει: Οι καλοί λόγοι «ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καὶ χορτάζεσθε», δεν έχουν καμιά απολύτως αξία και βαρύτητα, αν δεν συνοδεύονται με έργα στοργής και αγάπης, που είναι έκφραση και υλοποίηση της αληθινής πίστεως. Και όπως στο γυμνητεύοντα και πεινώντα συνάνθρωπο μας είναι ανώφελοι οι καλοί λόγοι και οι ευχές, αν δεν συνοδεύονται από πράξεις αγάπης, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο και η διά του μυαλού και των χειλιών ομολογία ορισμένων αρχών είναι ανώφελη, εάν δε συνοδεύεται από έργα πού εκδηλώνουν και υλοποιούν την πίστη.
Κατά τον ιερό Χρυσόστομο κι αν ακόμη ορθώς πιστεύεις εις τον Πατέρα, τον Υιό και το Πνεύμα το Άγιο, δεν έχεις όμως ζωή χριστιανική, η πίστη σου αυτή δεν σου εξασφαλίζει τη σωτηρία. Και το μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας δεν είναι μόνο η ορθοδοξία αλλά και η ορθοπραξία. Τι το όφελος αν ορθοδοξώ αλλά δεν ορθοπράττω; Όχι, λοιπόν, πιστεύω μόνο, αλλά και ζω. Γιατί ότι είναι η αναπνοή για το ανθρώπινο σώμα είναι τα έργα για την πίστη. Γι' αυτό ακριβώς και ο θείος Ιάκωβος την χαρακτηρίζει νεκρά χωρίς έργα.
Έργα. Για ποια άραγε έργα μιλάει ο θείος Ιάκωβος; Ασφαλώς όχι για τα έργα και τις διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου. Αυτά κατά τους Ραβίνους και νομοδιδασκάλους υπερέβαιναν τις 250 περίπου περιπτώσεις. Εδώ μιλάει για τα έργα της αγάπης. Αγάπης προς τον πλησίον και προς το Θεό. Ακόμα για έργα τιμιότητας και ειλικρίνειας στις σχέσεις μας και στις δοσοληψίες μας. Για έργα συνεπείας και υποχρεώσεων. Και τέλος για κάθε τι που απαρτίζει τον άρτιο και ολοκληρωμένο άνθρωπο. Αυτά είναι τα έργα για τα οποία μιλάει ο θείος Ιάκωβος. Ότι δε ό θείος Ιάκωβος μιλάει γι' αυτά τα έργα, αυτό φαίνεται από τους στ. 15 και 16. «ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσι καὶ λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, … μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος;».
Σ' ένα εχθρικό και δυσμενές περιβάλλον είναι δύσκολο ή μάλλον αδύνατο να διακηρύξει κανείς το χριστιανικό του πιστεύω αν προηγουμένως δεν το έζησε και δεν γεύθηκε τους γλυκείς καρπούς του. Κι όπως για να μιλήσει κανείς άνετα και με ευχέρεια μία ξένη γλώσσα χρειάζεται μακροχρόνια μελέτη και άσκηση και επιμονή, έτσι ακριβώς κι εκείνος που θ' αποφασίσει να ομολογήσει πίστη στον Χριστό και στην αλήθεια Του, θα πρέπει να την έχει μάθει όχι μόνο λέξη προς λέξη, αλλά και να την έχει ζήσει. Δηλαδή να έχει αγωνισθεί στήθος με στήθος για την εφαρμογή των χριστιανικών εντολών και παραγγελμάτων στην καθημερινή ζωή του. 

Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΡΕΧΕΙ ΣΑ ΝΕΡΟ , ΠΕΤΑΕΙ ΣΑΝ ΤΟ ΒΕΛΟΣ
ΚΙ Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥΤΗΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ ΕΦΤΑΣΕ ΠΙΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ.
ΣΤΙΣ 25 ΤΟΥ ΜΑΓΙΟΥ , ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ 
ΕΛΑ ΝΑ ΕΥΧΗΘΟΥΜΕ «ΕΙΣ ΤΟ ΕΠΑΝΙΔΕΙΝ»

Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Από τους παλιούς μας Κύκλους (13/05/2011)

Τη δεκατητρίτη Μαΐου, μνήμη των οσίων πατέρων ημών
ΙΩΑΝΝΟΥ και ΕΥΘΥΜΙΟΥ κτιτόρων της μονής των ΙΒΗΡΩΝ
Ο όσιος πατήρ ημών Ιωάννης ήταν μέγας άρχοντας στην αυλή του Δαυίδ Κουροπαλάτη, πρίγκιπα της επαρχίας Τάο-Καρντζάτι της Γεωργίας και έχαιρε της ιδιαίτερης εύνοιας του ηγεμόνα, εξαιτίας της γενναιότητας και της σοφίας του. Φλεγόμενος, όμως, από θείο πόθο, απαρνήθηκε την κοσμική δόξα για να γίνει μοναχός, αρχικά σε μοναστήρι της Γεωργίας καί κατόπιν στον Όλυμπο της Βιθυνίας, οπού ανέλαβε τις πλέον ταπεινές εργασίες, όπως εκείνη του ημιονηγού.
Όταν έμαθε ότι ο γιος του Ευθύμιος στάλθηκε ως όμηρος στην Κωνσταντινούπολη, διέκοψε την ησυχία του και χάρη στην στήριξη αυλικών συγγενών κατάφερε να τον πάρει καί να τον φέρει μαζί του στο μοναστήρι, οπού του δίδαξε τα ελληνικά καί γεωργιανά γράμματα.
Σύντομα, πατέρας καί γιος, που είχαν απαρνηθεί την κατά σάρκα συγγένεια προς όφελος ενός ισχυρότερου δεσμού, εκείνου της πνευματικής πατρότητας, επιδιώκοντας την αφάνεια αποσύρθηκαν με μία ομάδα μαθητών στον Άθω, όπου ο άγιος Αθανάσιος[5 Ιουλ.] είχε αναλάβει πριν από λίγα χρόνια την ίδρυση της Μεγίστης Λαύρας. Φθάνοντας στην Λαύρα ο όσιος Ιωάννης δεν αποκάλυψε την ευγενική καταγωγή του και επί δύο χρόνια διακονούσε στο μαγειρείο. Ο άγιος Αθανάσιος διέκρινε, ωστόσο, τις αρετές των δύο ευγενών μαθητών και προώθησε την χειροτονία του Ευθυμίου σε πρεσβύτερο.
Λίγα χρόνια αργότερα (περί το 970), ένας από τους στενούς συγγενείς του Ιωάννη, ο Τορνίκιος, ο ενδοξότερος στρατηγός του πρίγκιπα Δαυίδ, ο όποιος είχε τιμηθεί με το βυζαντινό αξίωμα του πατρικίου, έγινε κι αυτός μοναχός με το όνομα Ιωάννης. Αναζήτησε τον συγγενή του στον Όλυμπο, ενώ έφθασε εν συνεχεία στο Άγιον Όρος, όπου ο άγιος Αθανάσιος τον υποδέχθηκε με τιμές (970). Οι Γεωργιανοί έγιναν οι πλέον ένθερμοι μαθητές του οσίου καί κερδίζοντας την πλήρη εμπιστοσύνη του βοήθησαν το έργο της εγκαθίδρυσης του κοινοβιακού μοναχισμού στον Άθω καί προέβησαν στα αναγκαία διαβήματα προς τον αυτοκράτορα. Διάγοντας εκεί επί δέκα έτη βίο ισαγγελικό, άρχισαν στην ησυχία την μετάφραση στα γεωργιανά ελληνικών εκκλησιαστικών βιβλίων, έργο που είχε γίνει απολύτως απαραίτητο για την οικοδομή του λαού τους. Όταν όμως ο Βάρδας Σκληρός, στρατηγός του στρατού της Ανατολής, ανακηρύχθηκε από τα στρατεύματα του αυτοκράτορας, λίγο μετά την ανάρρηση στον θρόνο του Βασιλείου Β' και του Κωνσταντίνου Η' (976), η αντιβασίλισσα Θεοφανώ ανακάλεσε τον Τορνίκιο και του ζήτησε να μεσολαβήσει στον πρίγκιπα της Γεωργίας Δαυίδ προκειμένου να εξασφαλίσει την βοήθεια του στρατού του, μόνου ικανού να σώσει τους νόμιμους βασιλείς. Εγκαταλείποντας προσωρινά και παρά την θέληση του το μοναχικό Σχήμα για να λάβει εκ νέου τα όπλα, ο Τορνίκιος επέτυχε λαμπρή νίκη κατά του Βάρδα στο Σαρβενίσνι (979). Αφού τιμήθηκε με το αξίωμα του συγκέλλου, επέστρεψε στον Άθω με τεράστια πλούτη, τα οποία παρέδωσε στον Ιωάννη, υποτασσόμενος πάλι εν απλότητι σε αυτόν και διάγοντας άγιο και θεάρεστο βίο εν πλήρει αποταγή έως την μακαρία κοίμηση του.
Ο όσιος Ιωάννης χρησιμοποίησε τον θησαυρό του Τορνικίου για την ίδρυση μονής αποκλειστικά για τους Γεωργιανούς πού είχαν έλθει πολυπληθείς ακολουθώντας τον στρατηγό (980-983). Στον τόπο της παλαιάς μονής, της λεγόμενης «του Κλήμεντος», όπου βρισκόταν ένα ναΰδριο του Προδρόμου, έκτισαν έναν μεγάλο ναό αφιερωμένο στην Θεοτόκο, καθώς και πολλά οικοδομήματα. Σύντομα η αδελφότητα αριθμούσε περί τους τριακοσίους μοναχούς, Γεωργιανούς και Έλληνες, και είχε στην κατοχή της μεγάλες ιδιοκτησίες στην Μακεδονία που τις είχαν παραχωρήσει οι αυτοκράτορες.                                                                                                                         
Όταν εκοιμήθη ο Ιωάννης-Τορνίκιος (984), ο όσιος Ιωάννης που από καιρό επιθυμούσε να απομακρυνθεί από τον θόρυβο και την τύρβη του πολυπληθούς κοινοβίου, επιχείρησε να εγκαταλείψει τον Άθω και να μεταβεί στην Ισπανία, όμως στην Κωνσταντινούπολη οι βασιλείς τον έπεισαν με πολλές και επίμονες παρακλήσεις να αναλάβει ξανά την ηγουμενία της μονής. Ασθένησε όμως σύντομα με ποδάγρα και αναγκασμένος να παραμένει κλινήρης, εμπιστεύθηκε την διοίκηση του μοναστηριού στον γιο του Ευθύμιο, συνεπικουρούμενο από τον ανιψιό του Γεώργιο, διατηρώντας ωστόσο τον επίσημο τίτλο του ηγουμένου (995). Πριν κοιμηθεί, μεταβίβασε την πλήρη εξουσία στον Ευθύμιο και κατέστησε τον αυτοκράτορα προστάτη του καθιδρύματος, εν συνεχεία δε συμβουλεύοντας τους μοναχούς του να τηρούν την υπακοή και την φιλοξενία παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο, την 14η Ιουνίου 1005. Προετοιμασμένος παιδιόθεν από τον πατέρα του για το μέγα έργο της μετάφρασης στα γεωργιανά εκκλησιαστικών και πατερικών βιβλίων και προικισμένος με μεγάλο φιλολογικό ταλέντο, μόλις έφθασε στον Άθω ο Ευθύμιος οργάνωσε ομάδα γραφέων και σταχωτών βιβλιοδετών, οι οποίοι επιμελούνταν την διάδοση στην Γεωργία των χειρογράφων που περιείχαν τις μεταφράσεις. Εργαζόμενος νυχθημερόν, δίχως να κλείνει μάτι, μετέ­δωσε στον λαό του τον πλούτο της βυζαντινής κληρονομιάς και χαιρετίσθηκε από τον πρίγκιπα Δαυίδ ως «Δεύτερος Χρυσόστομος». Έχοντας αναλάβει εκτός της ηγουμενίας της Μονής των Ιβήρων και την διοίκηση της Μεγίστης Λαύρας, καθήκον που είχε εμπιστευθεί στον πατέρα του ο άγιος Αθανάσιος, ο Ευθύμιος δεν μείωσε εντούτοις τα ασκητικά παλαίσματα και τις πνευματικές αναβάσεις του. Πέρασε την ζωή του ενδεδυμένος τρίχινο χιτώνα και φορτωμένος με αλυσίδες. Ταπεινόφρων, πράος, ακμαίος στα έργα του Θεού και λαμβάνοντας για κάθε τι την μαρτυρία της αγίας Γραφής, ήταν παρών σε όλες τις Ακολουθίες, όρθιος και ασάλευτος, με τα μάτια χαμηλωμένα στην γη, ως άγγελος ενώπιον του Θεού.                   
Κάποτε που, σύμφωνα με το αγιορείτικο έθος, είχε μεταβεί στην κορυφή του Άθω για την εορτή της Μεταμορφώσεως, ενώ τελούσε την θεία Λειτουργία, την στιγμή της Ευχής της Αναφοράς, ένα λαμπρό φως απλώθηκε αίφνης συνοδευόμενο από σεισμό που έριξε καταγής όλους τους παρευρισκομένους. Μόνον ο όσιος παρέμεινε όρθιος μπροστά στην αγία Τράπεζα, ως πύρινη στήλη εν μέσω του φωτός. Μιαν άλλη φορά, τελώντας την Θεία Λειτουργία στο παρεκκλήσιο του Προφήτη Ηλία, έβαλε τέλος σε επίμονη ξηρασία. Πιστός στην συμβουλή που του άφησε ο πατέρας του για την τήρηση της φιλοξενίας, υποδεχόταν πρόσχαρα όλους εκείνους που έρχονταν κοντά του για πνευματική βοήθεια, μοίρασε γενναιόδωρα μέρος της περιουσίας του στους άλλους αγιορείτες και συνέβαλε στην εγκαταβίωση στο Άγιον Ορος μιας αδελφότητας πού ήλθε από την Ιταλία («Αμαλφίται», βενεδικτίνοι, έζησαν στο Όρος ως τον 13ο αιώνα ). Η φήμη του μεγάλωσε και ο αυτοκράτορας του πρότεινε την αρχιεπισκοπική έδρα της Κύπρου. Ο όσιος, όμως, δεν ήθελε να ακούσει τίποτε για παρόμοιες προτάσεις, προτιμώντας να παραμείνει υποτακτικός, παρά να άρχει.

Μετά δεκατέσσερα έτη ηγουμενίας, καθώς τα διοικητικά καθήκοντα δεν του άφηναν ικανό χρόνο για προσευχή και για τις μεταφράσεις του, ο όσιος Ευθύμιος εμπιστεύθηκε την διοίκηση του μοναστηριού στον εξάδελφο του Γεώργιο (1019), σύμφωνα με την επιθυμία του Ιωάννη, και επιδόθηκε με ζήλο σε έναν περισσότερο ησυχαστικό βίο. Έπρεπε ωστόσο να διατηρεί την επιστασία της Λαύρας. Παρ' όλο που δεν αναμειγνυόταν καθόλου στην κανονική διοίκηση της Λαύρας, οι μοναχοί, των οποίων η αφοσίωση είχε διαταραχθεί, επαναστάτησαν εναντίον του και μετέφεραν την διαμάχη στον αυτοκράτορα. Ο όσιος Ευθύμιος κλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη κι εκεί, ενώ έδινε ελεημοσύνη σε έναν ζητιάνο, ο ημίονος στον οποίο επέβαινε τον έριξε κατά γης. Μεταφέρθηκε εσπευσμένα σε ένα μοναστήρι και μετά από λίγο εξεδήμησε προς Κύριον, στις 13 Μαΐου 1028. Τον θρήνησαν ο αυτοκράτορας και όλοι οι ευσεβείς άνθρωποι της Βασιλεύουσας, εν συνεχεία δε μεταφέρθηκε στην Μονή των Ιβήρων, οπού και ενταφιάστηκε πλάι στον κατά σάρκα πατέρα του.

Από τον τελευταίο μας Κύκλο (11/05/2014)

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ὅταν τὰ χελιδόνια μένουν ἀπὸ τροφὴ καὶ τὸ κρύο πλησιάζει, ξεκινοῦν τὸ ταξίδι τους γιὰ τὰ θερμὰ κλίματα. Ἐκεῖ θὰ βροῦν πολὺ ἥλιο καὶ ἀρκετὴ τροφή. Ἕνα χελιδόνι πετᾶ μπροστά, δοκιμάζει τὸν ἀέρα καὶ δείχνει τὸ δρόμο. Τὰ ὑπόλοιπα χελιδόνια ἀκολουθοῦν τὴν πορεία του.
Ὅταν οἱ ψυχὲς μας μένουν ἀπὸ τροφὴ στὸν ὑλικὸ κόσμο κι ὅταν ἡ κρυάδα τοῦ θανάτου πλησιάζει, τότε τί καλὰ θὰ ἦταν νὰ ὑπῆρχε ἕνα χελιδόνι σὰν κι ἐκεῖνο, νὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ τόπο θερμό, ὅπου θὰ βρίσκαμε πολλὴ πνευματικὴ ζέστη καὶ τροφή! Ὑπάρχει ἄραγε τέτοιος τόπος; Καὶ μποροῦμε ἄραγε νὰ βροῦμε τέτοιο χελιδόνι;…
Θὰ ἔχεις ἀντιληφθεῖ πώς μὲ τὸ σωστικὸ αὐτὸ χελιδόνι ἐννοῶ τὸν ἀναληφθέντα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἴδιος δὲν εἶπε πώς εἶναι ἡ Ὁδός; Δὲν εἶπε ὁ ἴδιος στοὺς ἀποστόλους, «πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν· καὶ ἐὰν πορευθῶ καὶ ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν» (Ἰωάν. ιδ’ 2, 3); Καὶ πρὶν ἀπ’αὐτὸ δὲν τοὺς εἶχε πεῖ, «κἀγώ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν» (Ἰωάν.ιβ’ 32); Ὅλ’ αὐτὰ πού ὁ ἴδιος εἶχε πεῖ, ἄρχισαν νὰ ἐκπληρώνονται λίγες βδομάδες ἀργότερα καὶ συνεχίζουν νὰ ἐκπληρώνονται μέχρι σήμερα καὶ θὰ ἐκπληρώνονται ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Αὐτὸ σημαίνει πώς ὁ Χριστός, πού ἦταν ἡ ἀρχή τῆς πρώτης δημιουργίας τοῦ κόσμου, ἔγινε ἀρχή καὶ τῆς δεύτερης δημιουργίας ἢ ἡ εὐλογημένη ἀνακαίνιση τῆς παλιᾶς….
 «Τὶς δώσῃ μοι πτέρυγας ὡσεὶ περιστερᾶς καὶ πετασθήσομαι και καταπαύσω;» (Ψαλμ. νδ’ 7), ἀναφωνεῖ θλιμμένος ὁ Ψαλμωδὸς πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Γιατί; Ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος: «ἡ καρδιά μου ἐταράχθη ἐν ἐμοί, καὶ δειλία θανάτου ἐπέπεσεν ἐπ’ ἐμέ· φόβος καὶ τρόμος ἦλθεν ἐπ’ ἐμέ, καὶ ἐκάλυψέ με σκότος» (Ψαλμ. νδ’ 5,6). …

«Ποιὸς θὰ μοῦ δώσει φτερὰ γιὰ νὰ πετάξω μακριὰ ἀπ’αὐτὴ τὴ ζωή;» πρέπει νὰ ἦταν ἡ ἐρώτηση πού ἔκαναν πολλὲς εὐγενικὲς κι εὐαίσθητες ψυχές. Ἀλλά ποῦ θὰ κατευθυνθεῖς, ἁμαρτωλὴ ἀνθρώπινη ψυχή; Μπορεῖς ἀκόμα νὰ ὀνειρεύεσαι, νὰ νιώθεις τὸν τόπο τῆς θαλπωρῆς καὶ τοῦ φωτὸς ἀπ’ ὅπου ἐξορίστηκες; οἱ πύλες ἔκλεισαν πίσω σου, τὶς προσέχουν τὰ χερουβὶμ μὲ τὰ πύρινα ξίφη τους, γιὰ νὰ ἐμποδίσουν τὴν προσέγγισή σου. Ἡ ἁμαρτία κόλλησε τὰ φτερά σου, ὄχι τὰ φτερὰ τοῦ πτηνοῦ, μὰ τὰ θεϊκά, κι ἔχεις ἐγκλωβιστεῖ στὴ γῆ. Χρειάζεσαι κάποιον γιὰ νὰ σ’ ἐλευθερώσει πρῶτα ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, νὰ σὲ καθαρίσει καὶ νὰ νὰ σὲ βοηθήσει νὰ σταθεῖς ὄρθιος. Μετὰ χρειάζεσαι κάποιον νὰ τοποθετήσει νέα φτερά, γιὰ νὰ μπορέσεις νὰ πετάξεις. Μετὰ θὰ χρειαστεῖς κάποιον ἄλλον, κάποιον πολὺ δυνατό, γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ παραμερίσουν τὰ χερουβὶμ μὲ τὰ πύρινα ξίφη, ὥστε γιὰ χάρη Του νὰ περάσεις στὴν ἔνδοξη πατρίδα σου. Καὶ τελευταῖο, ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ κάποιον πού θὰ ζητήσει γιὰ λογαριασμό σου ἔλεος ἀπὸ τὸν Δημιουργό, ὥστε νὰ σὲ δεχτεῖ ξανὰ στὸν τόπο τῆς αἰώνιας πατρίδας…

Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανὸ ἦταν τόσο ἀπρόσμενη στοὺς ἀνθρώπους, ὅσο ἦταν καὶ στοὺς ἀγγέλους ἡ ἐλευσή Του ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ κι ἡ κατὰ σάρκα γένννησή Του. Ἀλλά καὶ ποιὸ γεγονὸς στὴ ζωή Του δὲν ἀντιπροσωπεύει κάτι μοναδικὸ κι ἀπρόσμενο στὸν κόσμο; Ὅπως οἱ ἄγγελοι παρατηροῦσαν μὲ θαυμασμὸ πῶς ξεχώριζε ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὴν πρώτη δημιουργία καὶ τὸ νερὸ ἀπὸ τὴν ξηρά, πῶς τοποθέτησε τὰ ἄστρα στὸν οὐράνιο θόλο καὶ πῶς δημιούργησε τὰ φυτὰ καὶ τὰ ζῶα ἀπὸ τὴ γῆ καὶ τελικὰ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, δίνοντάς του ψυχὴ ζῶσα, ἔτσι κι ἐμεῖς ὅλοι βλέπουμε μὲ θαυμασμὸ τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Σωτήρα μας, ἀπὸ τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Παναγίας Παρθένου ὡς καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάληψή Του στὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Ἀπὸ μιὰ πρώτη ματιὰ ἦταν ὅλα ἀπρόσμενα, ἀναπάντεχα. Ὅταν ὅμως γίνεται φανερὸ πώς ὑπηρετοῦν τὸ σχέδιο τῆς σωτηρίας μας, ὅλοι οἱ λογικοὶ ἄνθρωποι πρέπει νὰ κραυγάσουν μὲ χαρὰ καὶ νὰ δοξολογήσουν τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, τὴ σοφία καὶ τὴν ἀγάπη Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος…. Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Από τον τελευταίο μας Κύκλο (11/05/2014)

            ΜΕΛΙΖΕΤΑΙ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΔΙΑΙΡΕΙΤΑΙ     (Ιακ,β', 10-13)

  Ο Ευαγγελικός νόμος είναι ενιαίος. Όλα τα θεία παραγγέλματα, αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο. Κάθε αφαίρεση ή αποκοπή μέλους από το σώμα, δημιουργεί αναπηρία. Κατά τον ίδιο τρόπο η παράβαση μιας διατάξεως δημιουργεί προϋποθέσεις για παράβαση κι άλλων διατάξεων. Έπειτα, στο σώμα του ανθρώπου υπάρχει έντονη αλληλεξάρτηση του ενός μέλους από το άλλο. Μα και στον Ευαγγελικό νόμο η ίδια αλληλεξάρτηση παρατηρείται. Ας μη ξεχνάμε ακόμα πως τα επί μέρους παραγγέλματα του Ευαγγελικού νόμου δεν είναι αυτοτελή νομοθετήματα ή νομοθετήματα ανθρώπων. Εδώ είναι παραγγέλματα ενός και του αυτού Νομοθέτη, του άπειρου Θεού. Συνεπώς η αθέτηση κι ενός, αποτελεί προσβολή κατά του Θείου Νομοθέτη. Επί πλέον δημιουργούν μία ατμόσφαιρα και μία πρόθεση ή και διάθεση, ευκαιρίας δοθείσης, ή και αδυναμίας, να σημειωθεί παράβαση και άλλης διατάξεως.
Ο θείος Ιάκωβος θέλει να τονίσει και να υπογραμμίσει τη βαρύτατη ενοχή του αμαρτήματος της προσωποληψίας και να χτυπήσει τη ρίζα του κακού. Η προσωποληψία αποτελεί βαρύτατο αμάρτημα γιατί καταργεί και καταλύει την εντολή της αγάπης, που αποτελεί την αρχή και το τέλος του Ευαγγελικού νόμου. «Πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη»,«ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν νόμον πεπλήρωκε», «τὸ γὰρ οὐ μοιχεύσεις, οὐ φονεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐκ ἐπιθυμήσεις, καὶ εἴ τις ἑτέρα ἐντολή, ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ ἀνακεφαλαιοῦται, ἐν τῷ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.» (Ρωμ. ιγ', 8-10). Γι' αυτό και «ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος» (Ίακ. β', 13).

Ο Ευαγγελικός νόμος είναι ο μοναδικός νόμος της ελευθερίας. Ο Ευαγγελικός νόμος δεν έχει ανάγκη συμπληρώσεως ή τροποποιήσεως. Δεν παρουσιάζει τις ατέλειες, τις σκοπιμότητες, τις συνειδητές ή ασυνείδητες αδικίες. Καλύπτει όλες τις εκδηλώσεις και εκφάνσεις της ζωής του ανθρώπινου γένους μέχρι συντέλειας των αιώνων. Κάτι περισσότερο. Προχωρεί εις τα άβατα της ψυχής του ανθρώπου και προλαβαίνει ή και καταδικάζει σκέψεις, αποφάσεις, επιθυμίες που δεν υλοποιούνται ως πράξεις κι όμως αποτελούν τη ρίζα και αφορμή κάθε εκτροπής και παραβάσεως. Είναι ο μοναδικός νόμος της ελευθερίας. Σε αντίθεση προς όλους τους άλλους ανθρώπινους νόμους που δεσμεύουν την ελευθερία του ανθρώπου, ο Ευαγγελικός νόμος πρώτα-πρώτα ελευθερώνει τον άνθρωπο από τις αδυναμίες και τα πάθη του, που τον ρίχνουν στα φρικωδέστερα, στα ατιμωτικότερα και τα πιο απάνθρωπα δεσμά, τα δεσμά της αμαρτίας. Τον αποβλακώνουν για να μη σκέπτεται λογικά. Του αποδυναμώνουν τη θέληση, σε σημείο που ο διαστημικός άνθρωπος των κατακτήσεων της επιστήμης και της τεχνοκρατίας να επαναλαμβάνει ότι και ο ποιητής Λαπαθιώτης, που αυτοκτόνησε ένα πρωινό στο πεζοδρόμιο ενός δρόμου: «μη ζητάς να μ' αναστήσεις, δεν μπορώ». Είναι τόσο ασφυκτικά και θανάσιμα τα δεσμά τής αμαρτίας, ώστε ένας Παύλος να κραυγάζει: «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου; εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν.» (Ρωμ. ζ', 24-25). Ενώ για τον δίκαιο και ενάρετο άνθρωπο δεν υπάρχει νόμος. Δεν υπάρχει εξαναγκασμός. Δεν υπάρχει ενοχή. Και κατά συνέπεια και κύρωση. Και τα «μη» του Ευαγγελικού νόμου, δεν αποτελούν δέσμευση. Είναι τα σήματα της αληθινής ελευθερίας και ζωής. Όπως ακριβώς τα σήματα στις κολώνες υψηλής τάσεως που γράφουν ΚΙΝΔΥΝΟΣ - ΘΑΝΑΤΟΣ , δεν αποτελούν δέσμευση, αλλά φωτεινά σήματα ζωής και σωτηρίας.