Δευτέρα 27 Μαΐου 2019

Το καλύτερο δώρο στη γιορτή μου!




Την παραμονή (26/05) το απόγευμα κατά τη διάρκεια μιας απότομης κίνησης που συμπεριελάμβανε βαθύ κάθισμα, ένας οξύτατος και έντονος, διαξιφιστικός πόνος με έπληξε στην οπίσθια επιφάνεια του δεξιού μηρού και με καθήλωσε. Κάθε κίνηση του ποδιού ήταν επώδυνη και δυσχερέστατη ενώ η ψηλάφηση του σημείου ανεδείκνυε έντονη ευαισθησία και ήπιο οίδημα (πρήξιμο). Προφανέστατα είχα πάθει θλάση/”τράβηγμα” ίσως και ρήξη στο δικέφαλο μηριαίο. Η κλινική εικόνα επιδεινωνόταν με κάθε κίνηση και χρειάστηκε να πάρω ισχυρό αναλγητικό/αντιφλεγμονώδες για να κοιμηθώ το βράδυ.
Το πρωί η κατάσταση ήταν ίδια ίσως και χειρότερη: Δεν μπορούσα να αυτοεξυπηρετηθώ και ντύθηκα με μεγάλη δυσκολία. Σύρθηκα στο ιατρείο κουτσός, ενώ το μεσημέρι πήγα στο γεύμα που κανόνισαν τα παιδιά μας για τη γιορτή του μπαμπά (σήμερα) και της μαμάς (21/05) με μεγάλη δυσκολία και καθυστέρηση.
Στο γεύμα αναφέρθηκε ότι ένα τμήμα του ιερού λειψάνου του αγ. Ιωάννη του Ρώσου βρίσκεται σήμερα στην πόλη μας και αποφασίσαμε να πάμε να προσκυνήσουμε – εγώ με την ελπίδα ότι ο άγιος μπορεί να μ’ ανακουφίσει.
Καθώς ανεβαίναμε τα σκαλιά της εκκλησίας (αγ. Σαράντα) ο πόνος και η δυσκολία εξαφανίστηκαν σχεδόν τελείως ενώ στην έξοδό μας διαπίστωσα ότι εκτός από μια ήπια ενόχληση στον μυ δεν υπήρχε τίποτε άλλο!! Έφυγα δοξάζοντας το Θεό και τον Άγιό μου.

Δεν είμαι παραμυθάς – ότι έζησα (και δεν το εύχομαι σε κανέναν) περιγράφω.
Δεν έχω κάποια ανάγκη διαφήμισης ή αναγνώρισης – οφείλω στον άγιο την τιμή.
Δεν τα έχω χάσει – μπορεί όποιος θέλει να συζητήσει μαζί μου και να το δει.
Δεν υποτιμώ τους ιατρούς και την ιατρική – είχα αποφασίσει να απευθυνθώ σε γιατρό,   
                                     αλλά με πρόλαβαν τα γεγονότα(εξάλλου, γιατρός είμαι!).

Αναμφίβολα, ήταν η καλύτερη γιορτή μου εδώ και χρόνια, έστω κι αν είχα μία μόνο επίσκεψη!!!

ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟ (ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ) ΚΥΚΛΟ ΜΑΣ (26/05/2019)


Καλοκαῖρι! Μὴν πίστεψες πὼς δὲ συλλογιέμαι!
Ἡ σκέψη μου εἶναι ἀγάπη κι’ ἡ ἀγάπη μου σκέψη.
Ὡς κι’ ὁ πόνος μου ἔγινεν ὠμορφιά! Ὅλα μέσα μου
Μεταμορφώθηκαν σὲ ἄστρα! Μυστηριακή θεία δύναμη
Ποὺ ἀναθρώσκει ἀπ’ τὰ βάθη μου ἀντανακλᾶ καὶ στολίζει
Μὲ τὴν ἐξαίσια της λάμψη τὸ μηδὲν καὶ τὴ νύχτα!
                                            ...
Τραγουδῶ σὰν πουλὶ στ’ ἀκρινότερο δέντρο τοῦ κόσμου:
          Ἀγαπῶ!  Ἄρα ὑπάρχω.”             
     (Τό μεσουράνημα τῆς φωτιᾶς-Νικηφόρος Βρεττάκος)
 ΚΑΛΟ  ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ !!!   (Θα τα ξαναπούμε, πρώτα ο Θεός, 20/10/’19)

ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟ (ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ) ΚΥΚΛΟ ΜΑΣ (26/05/2019)


Ο Όσιος Παναγής (Παΐσιος) ο Μπασιάς (7η Ιουνίου)

Ο Όσιος Παναγής ο Μπασιάς γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλληνίας, το 1801 μ.Χ., και ήταν γιός ευσεβών και επιφανών γονέων, του Μιχαήλ Τυπάλδου – Μπασιά και της Ρεγγίνας Δελλαπόρτα. Έμαθε Ιταλικά, Γαλλικά, Λατινικά και καταρτίσθηκε στη φιλοσοφία και τη θεολογία. Μικρός ακόμα χειροθετείται αναγνώστης και εξασκεί το λειτούργημα του διδασκάλου, αλλά εμπνεόμενος από τα ριζοσπαστικά κηρύγματα του Κοσμά Φλαμιάτου και Ευσεβίου Πανά, οι οποίοι υπεράσπιζαν ότι οι Άγγλοι προστάτες, επιβουλεύονται το ορθόδοξο φρόνημα των κατοίκων, αφήνει το δημόσιο σχολείο και παραδίδει μαθήματα κατ’ οίκον.

Σε ηλικία 20 ετών, μετά τον θάνατο του πατέρα του, έχοντας έμφυτη κλίση και επηρεαζόμενος από την προσωπικότητα του πολιούχου μεγάλου ασκητού Αγίου Γερασίμου και του γείτονα του, επίσης μεγάλου ασκητού Αγίου Ανθίμου, εγκαταλείπει τα πάντα και φθάνει στο «Ξηροσκόπελο», μικρό νησάκι στην κάτω Λειβαθώ Βλαχερνών και τόπο εξορίας κληρικών από του Άγγλους. Εξόριστος τις ημέρες εκείνες ήταν και ο περίφημος Ζακύνθιος κληρικός Νικόλαος Καντούνης. Δεν έμεινε όμως πολύ διάστημα καμφθείς από τις ικεσίες της χήρας μητέρας του και της απροστάτευτης αδελφής του. Επιστρέφει λοιπόν μοναχός στον κόσμο, αλλά ολόκληρη η ζωή του αποδεικνύεται συνεχής ασκητικός αγώνας και συνεπής επαγρύπνηση των μοναχικών ιδεών και αποφάσεών του.
Το 1836 μ.Χ. χειροτονείται διάκονος και πρεσβύτερος, με το όνομα Παΐσιος, υπό του Αρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας Παρθενίου Μακρή. Συνήθως λειτουργούσε στο εξωκκλήσι του Αγίου Σπυρίδωνος στον Πλατύ Γιαλό, όπου συνέρρεε πλήθος πιστών, για να λειτουργηθεί και να ακούσει τα θερμά κηρύγματά του. Υπήρξε η προσωποποίηση της ελεημοσύνης και θερμός συμπαραστάτης των αδυνάτων. Έλαβε από τον Θεό το χάρισμα της προφητείας και «προέλεγε τὰ μέλλοντα συμβαίνειν εἰς πρόσωπα, οἰκογενείας καὶ γενικώτερον τῆς κοινωνίας», όπως γράφεται στην εισήγηση Αγιοκατάταξης του.
Στις 21 Μαΐου 1864 μ.Χ., γεύεται τη χαρά της Ενώσεως της Επτανήσου με τη Μητέρα Ελλάδα, για την οποία εργάσθηκε με τον δικό του αντιστασιακό τρόπο πλησίον των ηρώων ριζοσπαστών, καλλιεργώντας την Ορθόδοξη Παράδοση, σε τόσο δύσκολες περιόδους. Το 1867 μ.Χ., με τους φοβερούς σεισμούς της Παλλικῆς, γκρεμίζεται η οικία του και από τότε φιλοξενείται στην οικία του ξαδέλφου του Ιωάννου Γερουλάνου, πατέρα του σπουδαίου χειρουργού Μαρίνου Γερουλάνου.
Λόγω της διαδοθείσης φήμης από τα πολλά θαύματα, αποφεύγοντας το φοβερό ύφαλο της πνευματικής ζωής, τον επάρατο εγωισμό, καταφεύγει στη γνωστή μέθοδο μεγάλων Ασκητών να προσποιείται τον τρελό, και έτσι συγκαταριθμείται στη χορεία των Δια Χριστόν σαλών Αγίων. Για πέντε έτη ταλαιπωρείται κλινήρης. Και ασθενής συνεχίζει να ευλογεί, να ειρηνεύει, να καθοδηγεί, να συμβουλεύει τους Χριστιανούς, οι οποίοι νυχθημερόν τον επισκέπτονται. Εκεί δέχεται την επίσκεψη του νέου Αρχιεπισκόπου Γερμανού Καλλιγά, στον οποίο προλέγει την ανάρρησή του στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο των Αθηνών.
Ο Όσιος Παναγής κοιμήθηκε το 1888 μ.Χ., και στην πάνδημη μετά τριήμερο κηδεία του εξεφώνησε περίφημο επικήδειο ο Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Γερμανός Καλλιγάς.
Η ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Οσίου έγινε στις 6 Ιουνίου 1976 μ.Χ. και η Αγιοκατάταξη του έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο την 4η Φεβρουαρίου 1986 μ.Χ. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται στον ιερό ναό Αγίου Σπυρίδωνος Ληξουρίου, όπου και ο τάφος του.

ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟ (ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ) ΚΥΚΛΟ ΜΑΣ (26/05/2019)


"ΜΕΙΝΟΝ ΜΕΘ’ ΗΜΩΝ" (Λουκ. κδ’ 13-35)

O Κύριος, όχι μόνον δεν αρνείται, αλλά ιδιαι­τέρως ευχαριστείται σε τέτοιες προσκλήσεις «εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς». Αλλ' όταν κάθισαν να δειπνήσουν, ο μέχρι τη στιγμή εκείνη άγνωστος συνταξιδιώτης, πήρε απλά θέση οικοδεσπότη. Έκοψε το ψωμί, το ευλόγησε όπως συνήθιζε, και πάνω σ' αυτές τις κινήσεις «αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν». Κι αμέσως, με φτερά στα πόδια, επέ­στρεψαν στα Ιεροσόλυμα, για να αναγγείλουν στους υ­πόλοιπους μαθητές το συγκλονιστικό βίωμα τους.

«Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν...». Αυτός ο. παρατατικός απελ­πισίας είναι η βαθύτερη αιτία της λύπης τους. Δείχνει πόσο η Ανάσταση μένει, για τους δυο μαθητές, έξω από την περιοχή των πεποιθήσεων τους. Ο Κύριος τους χαρακτη­ρίζει «ἀνοήτους» και «βραδεῖς τῇ καρδίᾳ» γι’ αυτή τους την ολιγοπιστία. Σε ποιο βαθμό. ανοησίας θα μας προβίβαζε άραγε, εμάς σήμερα, όταν βάζουμε ερωτη­ματικά σε αλήθειες βεβαιωμένες από την πείρα αιώνων και το αίμα των πιο αξιόπιστων μαρτύρων, που γνώρισε ποτέ η ιστορία του κόσμου;
            «Ἀπηνήνατο παρακληθῆναι ἡ ψυχή μου», δηλώνει ο πονεμένος προφήτης, αλλ' ευθύς αμέσως βεβαιώνει: «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ εὐφράνθην» (Ψαλμ. οστ’, 3-4). Στιγμές απογνώσεως έρχονται και στη ζωή των αγίων, αλλ' είναι παρενθέσεις. Υπάρχει πάνω απ' όλα η βεβαιότητα ότι κυβερνάει ο Θεός ο ζών εις τους αιώνας. Το ανη­συχητικό και απαράδεκτο είναι, όταν παγιώνεται στην ψυ­χή μια κατάσταση απογοητεύσεως.
Δεν αφήνουμε το λόγο του Θεού να επιδράσει απο­φασιστικά στη ζωή μας. Όταν ο Κύριος «ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως» άρχισε να φωτίζει με τις προφητικές αλήθειες τον νου των μαθητών, τότε δημιουργήθηκε η «καῦσις» της καρδιάς, που τους οδήγησε τελικά στην καθαρή πίστη. Νοιώθουμε άραγε εμείς, την εσωτερική θέρμη, την «καύση» της καρδιάς, όταν διανοίγονται μπροστά μας οι Γραφές; Είκοσι αιώνες έπειτα από την κατά σάρκα εμφάνιση του Κυρίου στον κόσμο μας, κι οι Χριστιανοί έχουμε το προνόμιο - και θα το έχουμε όσοι αιώνες κι αν περά­σουν - να βλέπουμε και να ακούμε, μέσα από τις σελίδες του «Βιβλίου των βιβλίων», το Χριστό να κυκλοφορεί α­νάμεσα μας, να θαυματουργεί, να μάς αποκαλύπτει την  ουράνια διδασκαλία Του, πότε από το Όρος των μακαρισμών και πότε από τις όχθες της λίμνης της Γεννησαρέτ.
Η κατάσταση των δύο μαθητών δεν είναι βέ­βαια κολακευτική, για την πνευματική τους στάθμη. Είναι όμως ενδεικτική των αναζητήσεων τους και των προβλη­ματισμών τους. «Ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους... οὐχ ὡς πιστεύοντες, ἀλλ' ὡς διαποροῦντες καὶ ὡς ἐπι πράγμασιν ἐξαισίοις ἐξιστάμενοι» (Θεοφύλακτος). Σ' αυτήν την κατάσταση πλησιάζει ο Ιησούς. Ρίχνει το φώς της αλή­θειας στο νου και στην καρδιά τους και όλα αλλάζουν! Πολύ παρήγορο για μας. Ο Κύριος πολλές φορές παρουσιάζεται και σε μάς, όχι για να υπογράψει την ευα­ρέσκεια Του, αλλά για να βάλει μια νέα σελίδα στην ιστο­ρία της ζωής μας.
«Τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν…», τους τονίζει ο Κύριος. Ή πιστεύει κανείς σε όλα, ή δεν πιστεύει σε τίποτα. Διαλογή στις αλήθειες του Θεού δε χωράει. «Δεῖ δὲ ἐπὶ πᾶσι τοῖς τε τῆς ἀτιμίας, τοῖς τε τῆς δόξης πιστεύειν τοῖς προφήταις...»(Θεοφύλακτος). Όπως όλοι οι Ιουδαίοι, έτσι και οι δύο μαθητές, πρόσεχαν και θυμότανε μόνον τις προφη­τείες που μιλούσαν για τη δόξα του Μεσσία, ενώ ξεχνού­σαν όλες τις περί παθημάτων προρρήσεις των Προφητών.
«Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν ...;». Τα παθήμα­τα τού Κυρίου δεν ήταν κώλυμα για την πίστη των μαθη­τών, αλλ' απεναντίας πειστήρια ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Μεσσίας, για τον οποίο προφήτευσαν οι Προφήτες. Αυτά δηλαδή, που πολλές φορές κλονίζουν την πίστη μας, αυτά ακριβώς είναι τα στηρίγματα της, αν τα δούμε από τη σωστή οπτική γωνία. Οι θλίψεις των πιστών, που μπορεί να σκανδαλίζουν τους ολιγόψυχους, αν τις δούμε κάτω από το πρίσμα της αλήθειας, που διατυπώνει ο απ. Παύλος: «ὃν ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει...» (Έβρ. ιβ' 6-8) και «εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν» (Β' Τιμ. β' 12) είναι τα δείγματα της ιδιαίτερης εύ­νοιας και αγάπης του Θεού. Μια δυσκολία, που μπορεί να κλονίσει μια επιπόλαιη πίστη, η ίδια δυσκολία μπορεί να συντελέσει στην τόνωση της πνευματικής ζωής του α­ληθινά πιστού.
 «Ἡμεῖς ἠλπίζομεν...»!
Κι εμείς νομίζαμε... ελπίζαμε... περιμέναμε... κι είναι σαν να προσθέτουμε: ...αλλά τώρα, κάθε ελπίδα έ­σβησε! Με μόνους μάρτυρες τα αισθητά και τις αισθήσεις μας, αφήνουμε έξω από τον κύκλο των. πεποιθήσεων μας, αλήθειες βεβαιωμένες από τη θεϊκή αποκάλυψη. Κάπου χάσαμε την επαφή με τον. λόγο Του, την κοινωνία μαζί Του και στηρίξαμε τις ελπίδες μας σε στηρίγματα επισφα­λή: Σε ανθρώπινες υποσχέσεις, σε αριθμούς, σε υλικά μέ­σα, σε εντυπωσιακές ικανότητες, σε φίρμες και ονόματα «της ημέρας»... Και το αποτέλεσμα: Η απογοήτευση. Ας μεταθέσουμε όλα τα στηρίγματα των ελπίδων μας στον αιώνιο και ζωντανό Θεό, στον Αναστάντα Κύριο, για να μη γευθούμε ποτέ την πικρία τής διαψεύσεως.
Υπάρχουν και οι περιπτώσεις, που δεν Τον. περιμέ­νουμε «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ». Δεν είναι ο Ιησούς που ξέραμε: μια «αύρα λεπτή», μια εσωτερική γλυκύτητα, ένα φως οδηγητικό, μια πηγαία δοξολογητική διάθεση, μια δύναμις, που σπρώχνει για τις πιο ηρωικές αποφάσεις, μια ετοιμότητα για τις πιο μεγάλες απαρνήσεις...

 «Ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» (Μάρκ. ιστ' 12).
          Η Μαρία δίπλα στον Τάφο, Τον περνάει για κηπου­ρό, οι δυο μαθητές στο δρόμο προς Εμμαούς, για άγνωστο συνοδοιπόρο, οι Απόστολοι που ψαρεύουν στη λίμνη δεν Τον αναγνωρίζουν. Τώρα η παρουσία του Κυρίου δεν είναι συνδεδεμένη με μια συγκεκριμένη και γνώριμη μορ­φή. Το δοξασμένο σώμα Του μπορούν να το πλησιάσουν όλοι οι άνθρωποι σε κάθε τόπο. Κι ακόμα: ο Ιησούς εμφα­νίζεται πολλές φορές στην όψη ενός άγνωστου προσώ­που, ενός πονεμένου, ενός μικρού παιδιού, κι ακόμα, ενός δύστροπου συνεργάτη που μάς εκνευρίζει... Όχι βέβαια με την έννοια, ότι ο Χριστός ταυτίζεται με τα πλάσματα Του, αλλ' ότι γίνεται ορατός ο Χριστός στο πρόσωπο των αδελφών μας, αφού όλοι είμαστε «μέλη Χριστού». Κάποιος σχολιαστής γράφει: «Δεν υπάρχουν σήμερα πάνω στη γη μας, άλλα χέρια κι άλλα πόδια του Ιησού έκτος από αυτά των συνανθρώπων μας. Αν δεν μπορείς ν' ανεβείς κατ' ευθείαν στον Ιησού με την προσευχή, βγες απ' το σπίτι σου και θα Τον βρεις αμέσως στο πρόσωπο του άνδρα ή της γυναίκας, που περνάει. Στα πρόσωπα τους μάς δό­θηκε η δυνατότητα αδιάκοπης συνάντησης με τον Ιησού».
Αυτός ο ζωντανός ανθρώπινος βωμός που συναντά­με στην καθημερινότητα, στις συναλλαγές μας, στο επάγ­γελμα μας, στο σπίτι μας, είναι πιο ιερός απ' τον μαρμάρι­νο βωμό του ιερού ναού. Στον δεύτερο προσφέρεται ο Χριστός, στον πρώτο είναι ο ίδιος ο Χριστός, λέει ο ι. Χρυσόστομος.
«Μεῖνον μεθ' ἡμῶν»
«Πολλές φορές θρηνεί κανείς για μια πόρτα, που έ­κλεισε, ενώ δεν έχει πάρει είδηση ότι κάποια άλλη έχει ήδη ανοίξει» γράφει η Έλεν Κέλλερ. Αυτό συνέβη με τους δύο μαθητές. Και θα έμεναν σ' αυτή την κατάσταση, αν η επαφή με τα λόγια του Θεού, η παρουσία του Ξένου και η όλη ατμόσφαιρα, που δημιουργήθηκε, δεν τους ω­θούσαν στην επίμονη παράκληση «Μεῖνον μεθ' ἡμῶν». Και τότε, «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου…ἐπέγνωσαν αὐτόν» Μια ικεσία, που πρέπει να ανεβαίνει θερμή και στα δικά μας χείλη και που εναρμονίζεται απόλυτα με την επιθυμία του Κυρίου να μένει μαζί μας και μείς μαζί Του. Αρκεί να είναι ειλικρινής    και    θερμή. Αν οι δύο μαθητές εις Εμμαούς, δεν διέθεταν αυτά τα στοιχεία, ο Κύριος δεν θα τους αποκαλύπτονταν τελικά. Το «προσεποιεῖτο » δεν σημαίνει υποκριτική στάση - κάθε άλλο! - αλλά προσφορά ευκαιρίας στους μαθητές να εκφράσουν τις διαθέσεις τους. Διότι «μένω» με τον Κύριο, σημαίνει και επιμένω, εμμένω, παραμένω, αμε­τακίνητος στο θέλημα Του, στην αγάπη Του. Σημαίνει α­κόμη περιμένω και υπομένω, όσα αντίθετα ρεύματα κι αν πέσουν ορμητικά επάνω μου, όσες δυνάμεις του κακού κι αν με προσβάλλουν.
Η    καθαρότητα   της    καρδιάς. Και πάλι η καρδιά, δηλαδή ο όλος εσωτερικός άν­θρωπος, πρέπει να κινητοποιηθεί, για να κάνει τόπο στο μεγάλο Φιλοξενούμενο ή μάλλον Ένοικο. Διότι ο Κύριος διατίθεται να μένει, να παραμένει, να «ποιήσει μονήν», με­ τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, μέσα μας. Τί ασύλληπτη τιμή! Αλλ' όπως εμείς, παρ' όλη την επιθυμία μας και την αγάπη, που ίσως διαθέτουμε, δεν μπορούμε να μένουμε σ' ένα τόπο, που αποπνέει δυ­σοσμία, έτσι και ο Κύριος, η πηγή της καθαρότητας. Συνε­πώς, για να μένει ο Κύριος μαζί μας, πρέπει να κρατάμε την καρδιά μας ελεύθερη και καθαρή από κάθε τι ξένο προς Αυτόν και ασυμβίβαστο με την παρουσία Του. Ακόμη, να μπορεί ο Κύριος να έρχεται εκεί όπου πά­με κι εμείς.
Ας διερωτηθούμε λοιπόν: Μπορεί ο Κύριος, να έρθει και να μείνει στους χώρους, πνευματικούς και φυσικούς, που εμείς κινούμαστε; Μπορούμε να Τον καλέσουμε στους τόπους της ψυχαγωγίας μας; Μπορεί να μένει ανάμεσα στις συντροφιές μας, στις φιλίες μας, στα σαλό­νια μας, στα ιδιαίτερα διαμερίσματα μας; Μπορεί να υπογράφει τις εμπορικές συναλλαγές μας; Να παρευρίσκεται στην καθημερινή μας εργασία, ανάμεσα στις σχέσεις και δοσοληψίες με τους συνανθρώπους μας; Μπορεί να μάς συντροφεύει στις ώρες της μοναξιάς μας, να μάς συνοδεύει στις επισκέψεις και τις εκδρομές μας; Μπορεί, όλες τις ώρες και τις στιγμές της ζωής μας να βρίσκει σε μάς κατάλληλο ενδιαίτημα; Τότε, είναι βέβαιο, ότι θα ανταποκριθεί στο αίτημά μας. Γιατί, το χέρι που απλώνεται στο Χριστό, δεν μένει ποτέ στο κενό. Και η φωνή που Τον προσκαλεί δέχεται την απάντηση «καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς». Και όταν μένει «μεθ' ἡμῶν» είναι μαζί μας η δύναμη, η θερμότητα, το φως, η ζωή, που «μένει εἰς τὸν αἰῶνα ».
Η παρουσία του Αναστη­μένου Χριστού στη ζωή μας, δημιουργεί ένα αιώνιο καλοκαίρι…………..

Παρασκευή 24 Μαΐου 2019

Κυριακή 5 Μαΐου 2019

Από τον Κύκλο μας (05/05)


Ο Προφήτης Ησαΐας (9 Μαΐου)
Ο Προφήτης Ησαΐας, υιός του Αμώς, γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα περί το 774 π.Χ. Υπήρξε ο πρώτος μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων Προφητών, ο λαμπρότερος και μεγαλοφωνότερος από αυτούς. Το όνομα Ησαΐας, εβραϊστί Γιασιαγιάχου, σημαίνει «ο Θεός σώζει».

Ο Ησαΐας είχε ευγενή καταγωγή ήταν έγγαμος και είχε αποκτήσει δύο παιδιά στα οποία είχαν δοθεί συμβολικά ονόματα.
Ο Ησαΐας κλήθηκε στην προφητική διακονία του κατά το 738 π.Χ., τελευταίο έτος της βασιλείας του Οζίου και πρώτο έτος της βασιλείας Ιωάθαμ. Ο ίδιος ιστορεί σε μια συναρπαστική περιγραφή την κλήση του. Ευρισκόμενος στο ιερό είδε τον Κύριο καθήμενο επάνω σε θρόνο υψηλό, ενώ ο ναός ήταν πλημμυρισμένος από υπέρλαμπρο φως της θείας δόξας. Τα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, ίσταντο γύρω από το θείο θρόνο προσφωνώντας και αντιφωνώντας το ένα το άλλο, δοξολογώντας τον Θεό και λέγοντας «άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης Αυτού». Μπροστά στο μεγαλειώδες αυτό θέαμα ο Ησαΐας καταλήφθηκε από βαθιά συγκίνηση και δέος, αναλογίστηκε την αναξιότητά του ως ανθρώπου και αναφώνησε ότι, ως άνθρωπος που έχει ακάθαρτα χείλη, αξιώθηκε να δει τον Βασιλέα, Κύριο Σαβαώθ. Μετά την ταπεινή αυτή ομολογία του, ένα από τα Σεραφίμ έλαβε διά της λαβίδος στο χέρι του αναμμένο κάρβουνο από το θυσιαστήριο, στο οποίο καιγόταν ευώδες θυμίαμα, άγγιξε τα χείλη του Ησαΐα και είπε: «ιδού, αυτό άγγιξε τα χείλη σου και θα αφαιρέσει τις ανομίες σου και θα καθαρίσει τελείως και θα απαλείψει από σένα τις αμαρτίες σου».
Το έργο του Προφήτη Ησαΐα επεκτάθηκε επί της βασιλείας του Ιωάθαμ, Άχαζ, Εζεκίου, ίσως δε και επί Μανασσή, από τον οποίο, όπως λέγεται καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε με ξύλινο πριόνι, επειδή τον έλεγξε δημοσίως για την ασέβειά του.
Η εποχή κατά την οποία έζησε ο Ησαΐας ήταν πολύ δύσκολη για το Ισραηλιτικό βασίλειο. Οι Εβραίοι της εποχής εκείνης είχαν εκτραπεί σε μια υλόφρονα ζωή και δεν δίσταζαν μπροστά σε καμία αδικία και παρανομία. Οι ιερείς μέθυσοι, οι ψευδοπροφήτες οργίαζαν, οι άρχοντες κλέφτες. Οι ψευδοευλαβείς, που νήστευαν και προσέφεραν θυσίες υποκριτικά και ήταν άδικοι και ανελεήμονες. Μια τέτοια κατάπτωση ήταν επόμενο να οδηγήσει σε ολιγοπιστία, απιστία προς τον αληθινό Θεό και εκτροπή προς την ειδωλολατρία. Εξαιτίας της αμαρτωλότητας και ασέβειας που κυριαρχούσε, με σκοπό την παιδαγωγία, την επιστροφή του λαού και την υπακοή στον θείο νόμο, ο Θεός επέτρεπε συμφορές και θλίψεις, ιδιαίτερα δε καταστρεπτικές επιδρομές ξένων, γειτονικών και μακρινών λαών.
Έτσι το έργο του Προφήτη Ησαΐα, καθ' όλο το διάστημα της δράσεώς του, ήταν να ελέγχει την αμαρτωλότητα και ασέβεια, να καταδικάζει αυστηρότατα την αποστασία και ειδωλολατρία, να προλέγει θλίψεις κατά του αποστάτη λαού και να καλεί σε μετάνοια και επιστροφή προς τον Θεό. Σε περίοδο δε προφανών κινδύνων, επιδρομής εχθρών και δουλείας του λαού, ενθάρρυνε τους αποκαρδιωμένους, αναθέρμαινε την πίστη και υπακοή προς τον Θεό, καλλιεργούσε την ελπίδα της απολυτρώσεως. Αλλά εκείνο το οποίο χαρακτηρίζει εντονότερα τον Ησαΐα είναι κυρίως οι πολυάριθμες και καθαρότατες Χριστολογικές Προφητείες του. Φωτιζόμενος από το Πανάγιο Πνεύμα προανήγγειλε την εκ Παρθένου γέννηση του Λυτρωτού, όπως και το Όνομα Αυτού «Εμμανουήλ», το οποίο σημαίνει «ο Θεός μαζί μας». Γι' αυτό και ονομάσθηκε από τους Πατέρες, «Ευαγγελικός Προφήτης», οι δε Προφητείες του «Καθ' Ησαΐαν Ευαγγέλιον».
Το ιερό λείψανό του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β' (408 - 450 μ.Χ.) και κατατέθηκε στο ναό του Αγίου Μάρτυρα Λαυρεντίου που ήταν πλησίον των Βλαχερνών.

Από τον Κύκλο μας (05/05)


«ΧΑΙΡΕΤΕ» (Ματθ.  κη'   1-10 και  Ιωάν.  κ'   19-21)
Βαθιά θλιμμένες, κυκλωμένες από αναπάντητα ερωτηματικά, οι ευγενικές εκείνες γυναίκες, οι Μυροφό­ρες, προχωρούν «λίαν πρωί» προς το μνημείο.  Αλλά να, σε λίγο η βαθιά θλίψη και οδύνη δίνουν τη θέση τους στην πλούσια, την «ανεκλάλητη» χαρά. Το μήνυμα της Αναστάσεως, που άκουσαν απτον άγγελο πρώτα, αλλά κυρίως ο ίδιος ο Αναστάς έπειτα, που τις συναντά και τους απευθύνει το «Χαίρε­τε», μεταβάλλουν με μιας το θυμικό τους, αλλάζουν ολο­κληρωτικά την ψυχολογία τους, πλημμυρίζουν την καρ­διά τους από βαθιά χαρά.

 Το ίδιο συνέβη και με τους δύο μαθητές, που πορεύονται προς Εμμαούς «σκυθρωποί», μελαγχολικοί, γεμάτοι σκοτεινές σκέψεις απ’ τη διάψευση, όπως νόμι­ζαν, των ελπίδων τους.
«μες δ λπζομεν...», ένας παρατατικός απελπισίας, αφού η πραγματικότητα της Α­ναστάσεως παρέμεινε ακόμη ξένη γι’ αυτούς, αν και ο Αναστάς είναι Συνοδοιπόρος και Συνομιλητής των! Όταν όμως βεβαιώθηκαν, ότι ήταν ο Κύριος, την ίδια στιγμή - ποιος υπολογίζει κούραση, ποιος θυμάται να φάει, όταν τέτοια χαρά πλημμυρίζει την καρδιά; - επιστρέφουν στα Ιεροσόλυμα, για να μεταδώσουν  το τρισχαρμόσυνο μήνυμα: «γρθη Κριος ντως».
 Η σκηνή επαναλαμβάνεται με τους κλεισμένους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μαθητές. Λυπημένοι, τρομαγμένοι δεν τολμούν να ξεμυτίσουν απ’ το κρυσφήγετό τους «δι τν φβον τν ουδαων». Με­τά την εμφάνιση όμως του Κυρίου, η ειρήνη, η χαρά, το θάρρος αποτελούν τα πνευματικά στοιχεία της ατμόσφαιρας, μέσα στην οποία κινούνταιΚαι γενικά, όλοι οι μαθητές, στον στενότερο και ευρύτερο κύκλο, μόλις βεβαιώνονται, ότι Εκείνος που Τον είδαν να σταυρώνεται, να πεθαίνει, να ενταφιάζεται είναι μπροστά τους, όχι σαν «φάντασμα», ούτε σαν «μνή­μη» ζωντανή και αγαπημένη, αλλά ο ίδιος, σωματικά, πραγματικά, με «τν τπον τν λων» και της λόγχης, τους μιλάει και Του μιλάνε, τους αφήνει υποθήκες, τους καθοδηγεί... τότε, αλλάζει βαθιά και αναλλοίωτα η ψυχολογία τους και η πορεία τους. Φεύγουν ο φόβος, η αγωνία, η λύπη, η δειλία. Μπαίνουν στο κλίμα της αναστάσιμης χαράς.
Ο Κύριος αποδείχθηκε Νι­κητής του θανάτου, της αμαρτίας και του πόνου.
«Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου δη τὸ νῖκος;» επαναλαμβάνει μαζί με τον Απόστολο σε τόνο θριαμβευτικό ο ι. Χρυσόστομος. Και προσθέτει:
 «Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον· ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς τοῦ Σωτῆρος ὁ θάνατος...».
 «Μηδεὶς ὀδυρέσθω πταίσματα· συγγνώμη γὰρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε».
Μη μένετε στον πόνο και τη λύπη, όσοι επάνω στον αγώνα δεχθήκατε τραύματα. Ο Νικητής της αμαρτίας με το τίμιο Αίμα Του είναι έτοιμος να επουλώσει τα τραύματα· να ξεπλύνει κάθε ρύπο της καρδιάς μας· να μας κλείσει όλους στη θεϊκή αγκαλιά Του. Ο πιστός - αγωνιστής κατά της αμαρτίας έχει δεδομένη τη νίκη. Πώς να μη χαίρεται πάντοτε;
Η Ανάσταση του Κυρίου βροντοφωνάζει: Τίποτα δεν τελειώνει στο σταυρό. Όπως τον χειμώνα διαδέχεται η άνοιξη και τη μπόρα η λιακάδα και το σκοτάδι της νύχτας το γλυκοχάραμα μιας νέας αυγής, έτσι την τρικυμία της ζωής μας, θα την διαδεχθεί η γαλή­νη και τη βαρυχειμωνιά η γλυκιά άνοιξη. Ο σταυρός θα μεταμορφωθεί σε ανάσταση, η θλίψη σε χαρά, ο πόνος σε ελπίδα, γιατί ο Νικητής του πόνου είναι μαζί μας και μέσα μας.
Είναι η χαρά, την οποία «οδες αρει φ' μν» (Ίωάν. ιστ' 22). Η χαρά πού παραμένει κι όταν η θλίψη μας κυκλώνει και το περιβάλλον μας αποκαρδιώνει και η αμαρτία μας προσβάλλει... Είναι η γεύση της καινούριας,  αναστημένης ζωής των παιδιών της Ανα­στάσεως