"ΜΕΙΝΟΝ ΜΕΘ’ ΗΜΩΝ" (Λουκ. κδ’ 13-35)
O Κύριος, όχι μόνον δεν αρνείται, αλλά ιδιαιτέρως
ευχαριστείται σε τέτοιες προσκλήσεις «εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς». Αλλ' όταν κάθισαν να δειπνήσουν, ο μέχρι τη στιγμή εκείνη
άγνωστος συνταξιδιώτης, πήρε απλά θέση οικοδεσπότη. Έκοψε το ψωμί, το ευλόγησε
όπως συνήθιζε, και πάνω σ' αυτές τις κινήσεις «αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν». Κι αμέσως, με φτερά στα πόδια, επέστρεψαν στα
Ιεροσόλυμα, για να αναγγείλουν στους υπόλοιπους μαθητές το συγκλονιστικό βίωμα
τους.
«Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν...». Αυτός ο. παρατατικός απελπισίας
είναι η βαθύτερη αιτία της λύπης τους. Δείχνει πόσο η Ανάσταση μένει, για τους δυο
μαθητές, έξω από την περιοχή των πεποιθήσεων τους. Ο Κύριος τους χαρακτηρίζει «ἀνοήτους» και «βραδεῖς τῇ καρδίᾳ» γι’ αυτή τους την ολιγοπιστία. Σε ποιο βαθμό. ανοησίας θα μας προβίβαζε άραγε, εμάς σήμερα, όταν βάζουμε ερωτηματικά
σε αλήθειες βεβαιωμένες από την πείρα αιώνων και το αίμα των πιο αξιόπιστων
μαρτύρων, που γνώρισε ποτέ η ιστορία του κόσμου;
«Ἀπηνήνατο παρακληθῆναι ἡ ψυχή μου», δηλώνει ο πονεμένος προφήτης, αλλ' ευθύς αμέσως βεβαιώνει: «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ εὐφράνθην» (Ψαλμ. οστ’, 3-4). Στιγμές απογνώσεως έρχονται και
στη ζωή των αγίων, αλλ' είναι παρενθέσεις. Υπάρχει πάνω απ' όλα η βεβαιότητα
ότι κυβερνάει ο Θεός ο ζών εις τους αιώνας. Το ανησυχητικό και απαράδεκτο
είναι, όταν παγιώνεται στην ψυχή μια κατάσταση απογοητεύσεως.
Δεν αφήνουμε το λόγο του
Θεού να επιδράσει αποφασιστικά στη ζωή μας. Όταν ο Κύριος «ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως» άρχισε να φωτίζει με τις προφητικές αλήθειες τον
νου των μαθητών, τότε δημιουργήθηκε η «καῦσις» της καρδιάς, που τους οδήγησε
τελικά στην καθαρή πίστη. Νοιώθουμε άραγε εμείς, την εσωτερική θέρμη, την «καύση»
της καρδιάς, όταν διανοίγονται μπροστά μας οι Γραφές; Είκοσι αιώνες έπειτα από την
κατά σάρκα εμφάνιση του Κυρίου στον κόσμο μας, κι οι Χριστιανοί έχουμε το
προνόμιο - και θα το έχουμε όσοι αιώνες κι αν περάσουν - να βλέπουμε και να ακούμε,
μέσα από τις σελίδες του «Βιβλίου των βιβλίων», το Χριστό να κυκλοφορεί ανάμεσα
μας, να θαυματουργεί, να μάς αποκαλύπτει την
ουράνια διδασκαλία Του, πότε από το Όρος των μακαρισμών και πότε από τις
όχθες της λίμνης της Γεννησαρέτ.
Η κατάσταση των δύο
μαθητών δεν είναι βέβαια κολακευτική, για την πνευματική τους στάθμη. Είναι
όμως ενδεικτική των αναζητήσεων τους και των προβληματισμών τους. «Ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους... οὐχ ὡς πιστεύοντες, ἀλλ'
ὡς διαποροῦντες καὶ ὡς ἐπι πράγμασιν ἐξαισίοις ἐξιστάμενοι» (Θεοφύλακτος). Σ' αυτήν την κατάσταση πλησιάζει ο
Ιησούς. Ρίχνει το φώς της αλήθειας στο νου και στην καρδιά τους και όλα
αλλάζουν! Πολύ παρήγορο για μας. Ο Κύριος πολλές φορές παρουσιάζεται και σε
μάς, όχι για να υπογράψει την ευαρέσκεια Του, αλλά για να βάλει μια νέα σελίδα
στην ιστορία της ζωής μας.
«Τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν…», τους τονίζει ο Κύριος. Ή πιστεύει κανείς σε
όλα, ή δεν πιστεύει σε τίποτα. Διαλογή στις αλήθειες του Θεού δε χωράει. «Δεῖ δὲ ἐπὶ πᾶσι τοῖς τε τῆς ἀτιμίας, τοῖς τε τῆς δόξης
πιστεύειν τοῖς προφήταις...»(Θεοφύλακτος). Όπως όλοι οι Ιουδαίοι, έτσι και οι δύο μαθητές,
πρόσεχαν και θυμότανε μόνον τις προφητείες που μιλούσαν για τη δόξα του Μεσσία,
ενώ ξεχνούσαν όλες τις περί παθημάτων προρρήσεις των Προφητών.
«Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν
τὸν Χριστὸν ...;». Τα παθήματα τού Κυρίου
δεν ήταν κώλυμα για την πίστη των μαθητών, αλλ' απεναντίας πειστήρια ότι ο
Ιησούς Χριστός ήταν ο Μεσσίας, για τον οποίο προφήτευσαν οι Προφήτες. Αυτά
δηλαδή, που πολλές φορές κλονίζουν την πίστη μας, αυτά ακριβώς είναι τα
στηρίγματα της, αν τα δούμε από τη σωστή οπτική γωνία.
Οι θλίψεις των πιστών, που μπορεί να σκανδαλίζουν τους ολιγόψυχους, αν τις
δούμε κάτω από το πρίσμα της αλήθειας, που διατυπώνει ο απ. Παύλος: «ὃν ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει...» (Έβρ. ιβ' 6-8) και «εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν» (Β' Τιμ. β' 12) είναι τα δείγματα της
ιδιαίτερης εύνοιας και αγάπης του Θεού. Μια δυσκολία, που μπορεί να κλονίσει μια
επιπόλαιη πίστη, η ίδια δυσκολία μπορεί να συντελέσει στην τόνωση της
πνευματικής ζωής του αληθινά πιστού.
Κι εμείς νομίζαμε...
ελπίζαμε... περιμέναμε... κι είναι σαν να προσθέτουμε: ...αλλά τώρα, κάθε
ελπίδα έσβησε! Με μόνους μάρτυρες τα αισθητά και τις αισθήσεις μας, αφήνουμε
έξω από τον κύκλο των. πεποιθήσεων μας, αλήθειες βεβαιωμένες από τη
θεϊκή αποκάλυψη. Κάπου χάσαμε την επαφή με τον. λόγο Του, την κοινωνία
μαζί Του και στηρίξαμε τις ελπίδες μας σε στηρίγματα επισφαλή: Σε ανθρώπινες
υποσχέσεις, σε αριθμούς, σε υλικά μέσα, σε εντυπωσιακές ικανότητες, σε φίρμες
και ονόματα «της ημέρας»... Και το αποτέλεσμα: Η απογοήτευση. Ας μεταθέσουμε
όλα τα στηρίγματα των ελπίδων μας στον αιώνιο και ζωντανό Θεό, στον Αναστάντα
Κύριο, για να μη γευθούμε ποτέ την πικρία τής διαψεύσεως.
Υπάρχουν και οι
περιπτώσεις, που δεν Τον. περιμένουμε «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ». Δεν είναι ο Ιησούς που ξέραμε: μια «αύρα λεπτή», μια εσωτερική
γλυκύτητα, ένα φως οδηγητικό, μια πηγαία δοξολογητική διάθεση, μια δύναμις, που
σπρώχνει για τις πιο ηρωικές αποφάσεις, μια ετοιμότητα για τις πιο μεγάλες απαρνήσεις...
«Ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» (Μάρκ. ιστ' 12).
Η Μαρία δίπλα στον Τάφο, Τον περνάει για κηπουρό,
οι δυο μαθητές στο δρόμο προς Εμμαούς, για άγνωστο συνοδοιπόρο, οι Απόστολοι που
ψαρεύουν στη λίμνη δεν Τον αναγνωρίζουν. Τώρα η παρουσία του Κυρίου δεν είναι
συνδεδεμένη με μια συγκεκριμένη και γνώριμη μορφή. Το δοξασμένο σώμα Του μπορούν
να το πλησιάσουν όλοι οι άνθρωποι σε κάθε τόπο. Κι ακόμα: ο Ιησούς εμφανίζεται
πολλές φορές στην όψη ενός άγνωστου προσώπου, ενός πονεμένου, ενός μικρού
παιδιού, κι ακόμα, ενός δύστροπου συνεργάτη που μάς εκνευρίζει... Όχι βέβαια με
την έννοια, ότι ο Χριστός ταυτίζεται με τα πλάσματα Του, αλλ' ότι γίνεται
ορατός ο Χριστός στο πρόσωπο των αδελφών μας, αφού όλοι είμαστε «μέλη Χριστού».
Κάποιος σχολιαστής γράφει: «Δεν υπάρχουν σήμερα πάνω στη γη μας, άλλα χέρια κι
άλλα πόδια του Ιησού έκτος από αυτά των συνανθρώπων μας. Αν δεν μπορείς ν' ανεβείς
κατ' ευθείαν στον Ιησού με την προσευχή, βγες απ' το σπίτι σου και θα Τον βρεις
αμέσως στο πρόσωπο του άνδρα ή της γυναίκας, που περνάει. Στα πρόσωπα τους μάς
δόθηκε η δυνατότητα αδιάκοπης συνάντησης με τον Ιησού».
Αυτός ο ζωντανός ανθρώπινος βωμός που συναντάμε
στην καθημερινότητα, στις συναλλαγές μας, στο επάγγελμα μας, στο σπίτι μας,
είναι πιο ιερός απ' τον μαρμάρινο βωμό του ιερού ναού. Στον δεύτερο
προσφέρεται ο Χριστός, στον πρώτο είναι ο ίδιος ο Χριστός, λέει ο ι.
Χρυσόστομος.
«Μεῖνον μεθ' ἡμῶν»
«Πολλές φορές θρηνεί
κανείς για μια πόρτα, που έκλεισε, ενώ δεν έχει πάρει είδηση ότι κάποια άλλη
έχει ήδη ανοίξει» γράφει η Έλεν Κέλλερ. Αυτό συνέβη με τους δύο μαθητές. Και θα
έμεναν σ' αυτή την κατάσταση, αν η επαφή με τα λόγια του Θεού, η παρουσία του
Ξένου και η όλη ατμόσφαιρα, που δημιουργήθηκε, δεν τους ωθούσαν στην επίμονη παράκληση
«Μεῖνον μεθ' ἡμῶν». Και τότε, «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου…ἐπέγνωσαν αὐτόν» Μια ικεσία, που πρέπει να ανεβαίνει θερμή και στα
δικά μας χείλη και που εναρμονίζεται απόλυτα με την επιθυμία του Κυρίου να μένει
μαζί μας και μείς μαζί Του. Αρκεί να είναι ειλικρινής και
θερμή. Αν οι δύο μαθητές εις Εμμαούς, δεν διέθεταν αυτά τα στοιχεία, ο
Κύριος δεν θα τους αποκαλύπτονταν τελικά. Το «προσεποιεῖτο » δεν σημαίνει υποκριτική στάση - κάθε άλλο! - αλλά προσφορά
ευκαιρίας στους μαθητές να εκφράσουν τις διαθέσεις τους. Διότι «μένω» με τον
Κύριο, σημαίνει και επιμένω, εμμένω, παραμένω, αμετακίνητος στο θέλημα Του, στην
αγάπη Του. Σημαίνει ακόμη περιμένω και υπομένω, όσα αντίθετα ρεύματα κι αν
πέσουν ορμητικά επάνω μου, όσες δυνάμεις του κακού κι αν με προσβάλλουν.
Η καθαρότητα
της καρδιάς. Και πάλι η καρδιά,
δηλαδή ο όλος εσωτερικός άνθρωπος, πρέπει να κινητοποιηθεί, για να κάνει τόπο στο
μεγάλο Φιλοξενούμενο ή μάλλον Ένοικο. Διότι ο Κύριος διατίθεται να μένει, να
παραμένει, να «ποιήσει μονήν», με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, μέσα μας. Τί
ασύλληπτη τιμή! Αλλ' όπως εμείς, παρ' όλη την επιθυμία μας και την αγάπη, που
ίσως διαθέτουμε, δεν μπορούμε να μένουμε σ' ένα τόπο, που αποπνέει δυσοσμία,
έτσι και ο Κύριος, η πηγή της καθαρότητας. Συνεπώς, για να μένει ο Κύριος μαζί
μας, πρέπει να κρατάμε την καρδιά μας ελεύθερη και καθαρή από κάθε τι ξένο προς
Αυτόν και ασυμβίβαστο με την παρουσία Του. Ακόμη, να μπορεί ο Κύριος να έρχεται
εκεί όπου πάμε κι εμείς.
Ας διερωτηθούμε λοιπόν:
Μπορεί ο Κύριος, να έρθει και να μείνει στους χώρους, πνευματικούς και
φυσικούς, που εμείς κινούμαστε; Μπορούμε να Τον καλέσουμε στους τόπους της ψυχαγωγίας
μας; Μπορεί να μένει ανάμεσα στις συντροφιές μας, στις φιλίες μας, στα σαλόνια
μας, στα ιδιαίτερα διαμερίσματα μας; Μπορεί να υπογράφει τις εμπορικές
συναλλαγές μας; Να παρευρίσκεται στην καθημερινή μας εργασία, ανάμεσα στις
σχέσεις και δοσοληψίες με τους συνανθρώπους μας; Μπορεί να μάς συντροφεύει στις
ώρες της μοναξιάς μας, να μάς συνοδεύει στις επισκέψεις και τις εκδρομές μας;
Μπορεί, όλες τις ώρες και τις στιγμές της ζωής μας να βρίσκει σε μάς κατάλληλο
ενδιαίτημα; Τότε, είναι βέβαιο, ότι θα ανταποκριθεί στο αίτημά μας. Γιατί, το
χέρι που απλώνεται στο Χριστό, δεν μένει ποτέ στο κενό. Και η φωνή που Τον
προσκαλεί δέχεται την απάντηση «καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς». Και όταν μένει «μεθ' ἡμῶν» είναι μαζί μας η δύναμη,
η θερμότητα, το φως, η ζωή, που «μένει εἰς τὸν αἰῶνα ».
Η παρουσία του Αναστημένου Χριστού στη ζωή μας,
δημιουργεί ένα αιώνιο καλοκαίρι…………..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου