Τρίτη 19 Μαΐου 2015

Ας το ξαναθυμηθούμε!!!

 Ποτέ μην απελπίζεσαι, άνθρωπε...
Ξέρω ὅτι εἶναι δύσκολο. Πρὶν μερικὰ χρόνια πέθανε ὁ ἄνδρας σου. Στενοχωριόσουν, τὸ ξεπέρασες. Πάντρεψες τὸν μοναχογιό σου· ἡ χαρὰ ἐπέστρεψε. Ἔπειτα σὲ χαροποιοῦσε πάρα πολύ τό ἐγγόνι. Ὅμως ἐκεῖνο, ποὺ ἀγαποῦσες ἐσύ, ἀγαποῦσε καὶ ὁ Θεὸς καὶ τὸ πῆρε. Μόλις τὸ ἐγγόνι σου πέταξε στὸν ἀόρατο κόσμο, ἀρρώστησε καὶ ἡ νύφη σου. Τὴ στέγνωσε ἡ στενοχώρια καὶ ἡ λύπη κι ἐκείνη ἀκολούθησε τὸν γιό.
Τελικὰ πίσω τους ἔφυγε κι ὁ μοναχογιός σου. Κι ἐσὺ ἔμεινες μόνη κι ἔρημη. Προσπάθησες μία φορὰ νὰ δηλητηριαστεῖς. Ἔμεινες ζωντανή. Ἑτοίμασες ἔπειτα τὸ σχοινί, γιὰ νὰ κρεμαστεῖς. Ὅμως σὲ ξάφνιασε ἡ κοπέλα ἀπὸ τὴ γειτονιά. Βλέποντάς σε κάτω ἀπὸ τὸ ἑτοιμασμένο σχοινὶ ἐκείνη σοῦ εἶπε, πὼς ἄκουσε ἀπὸ τοὺς γέρους ὅτι ἡ αὐτοκτονία εἶναι ἁμαρτία χωρὶς συγχώρεση καὶ στοὺς δυὸ κόσμους.

Καλά σοῦ εἶπε. Τούτη ἡ κοπέλα σοῦ ἔσωσε τὴν ψυχή. Ὄντως, ἐκείνη εἶναι ἡ μέγιστη εὐεργέτριά σου στὸν κόσμο. Μόνο χάρη ἐκείνης μπορεῖς νὰ ἐλπίζεις νὰ ἰδωθεῖς στὸν ἄλλο κόσμο μὲ τὸν γιό, τὴ νύφη, τὸ ἐγγόνι καὶ τὸν ἄνδρα σου. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἀντιστάθηκε ἀποφασιστικὰ ἐνάντια στὴν αὐτοκτονία ὡς ὑπέρβαρο ἁμάρτημα. Ὁ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Αὐγουστῖνος εἶπε:“Ὅποιος αὐτοκτονήσει, τοῦτος σκότωσε ἕνα ἄνθρωπο”.
Ὁ αὐτόχειρας μ'  αὐτόν, λοιπόν, τοποθετεῖται ἴσα μὲ τὸν δολοφόνο. Ἀλλὰ στὴ δική μας ἀνατολικὴ Ἐκκλησία ἡ αὐτοκτονία κρίνεται ἀκόμα πιὸ αὐστηρά. Κατὰ τὸν δέκατο τέταρτο κανόνα τοῦ Πατριάρχη Τιμοθέου ὁ αὐτόχειρας στερεῖται τῆς νεκρώσιμης ἀκολουθίας καὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἐνταφιασμοῦ.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅρισε αὐστηρὴ τιμωρία ἀκόμα καὶ γιὰ τὴν προσπάθεια αὐτοκτονίας. Σ' ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος προσπαθήσει νὰ αὐτοκτονήσει, ἡ Ἐκκλησία ἐπιβάλλει κανόνα δώδεκα χρόνια. Ξέρω πὼς ἐσὺ θὰ σκεφθεῖς ὅτι αὐτὸ εἶναι ὑπερβολικὰ αὐστηρό. Ὅμως αὐτὴ ἡ αὐστηρότητα κατάγεται ἀπὸ τὸ ἔλεος. Σοῦ λέω τὴν ἀλήθεια: ἡ Ἐκκλησία εἶναι τόσο αὐστηρὴ στὸ θέμα τῆς αὐτοκτονίας ἀπὸ καθαρὸ ἔλεος ἀπέναντι στοὺς ἀνθρώπους.
Ἀφοῦ  Ἐκκλησία ἔχει στὸ πνευματικό της θησαυροφυλάκιο τὴν προορατικὴ ἐμπειρία ὅτι οἱαὐτόχειρες δὲν   μπαίνουν στὸ βασίλειο τῆς ἀθάνατης ζωῆς καὶ τοῦ αἰώνιου ἐλέουςΚαὶ μὲ τὴν αὐστηρότητά της ἡ Ἐκκλησία θέλει νὰ προλάβει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν αἰώνια καταστροφή. Στὴν Ἁγία Γραφὴ μόνο δυὸ ἄνθρωποι ἀναφέρονται, ποὺ πῆραν τὴ ζωή τους ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους. Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Ἀχιτόφελ, ὁ προδότης τοῦ βασιλιᾶ Δαβίδ, καὶ ὁ δεύτερος εἶναι ὁ Ἰούδας, ὁ προδότης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἂς εἶναι μακριὰ ἀπὸ σένα καὶ μόνο ἡ σκέψη νὰ βρεθεῖς σ’ αὐτὴν τὴν παρέα, σ’ ἐκείνη τὴν πλευρὰ τοῦ τάφου.
“Ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται”(Ματθ. 10, 22), εἶπε ὁ Κύριος. Εἶναι πολυάριθμες καὶ διαφορετικὲς δυσκολίες, ποὺ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ὁ σκοπὸς ὅλων αὐτῶν εἶναι ὁ ἑξῆς: μὲ τὴν πίκρα νὰ θεραπεύσει τὶς ἀνθρώπινες ψυχὲς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ τὶς προετοιμάσει ἔτσι γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία. Ὅσο καὶ νὰ εἶναι καμιὰ φορὰ δύσκολο γιὰ σένα, θυμήσου δυὸ πράγματα, πρῶτο ὅτι ὁ ἴδιος ὁ οὐράνιος Πατέρας σου ὁρίζει τὸ μέτρο τῶν παθῶν, καὶ τὸ δεύτερο ὅτι Αὐτὸς γνωρίζει τὴ δύναμή σου. Ἐὰν ποτὲ σοῦ ἔρθει ἡ σκέψη γιὰ αὐτοκτονία, διῶξε την σὰν ψιθύρισμα τοῦ σατανᾶ. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ νὰ σὲ δυναμώσει».


ἀπὸ  τὸ βιβλίο:  “Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται” άγιος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς

19 Μαΐου ΜΝΗΜΗ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ

Έναν πουλίν, μαύρον πουλίν, μαύρον άμον την νύχταν,
ολονυχτίς τριγύριζεν ολόγερα σον Κάστρεν,
σον Κάστρεν, σα καστρότειχα τη μαύρο – Τραπεζούντας,
που έχ’ τα ρίζας σον γιαλόν και την κορφήν ατ΄ς σ’άστρα

 π’είχεν δέκα καστρόπορτας, κι ούλα χαλκοδεμένα,
κι απ΄εξ’ας σα κσατρόπορτας, ορμία και ποτάμα
ντο έδεναν και έλυναν γεφύρα σιδερένα…
Όλεν ο κάστρεν έλαμπεν, άμον ντο λάμπ’ ο ήλεν,
και το παλάτιν έλαμπεν άμον διαμάντ’ σον φέγγον,
τη βασιλέα το Παλάτ’, τη Κομνηνών φωλέα,
π’έτον τρανόν και θαμαστόν, κάστρεν απάν’σον κάστρεν.
Κάποτε εγέντονε σεισμός κ’η γη όλεν εσείεν,
κ’έναν Δεκαπενταύγουστον κι έναν μαύρον ημέραν
επάρθεν τα κλειδία θε, κι ο Κάστρεν εκρεμίεν…
‘Πέμναν τα πόρτας ανοιχτά, το Παλάτ’ δίχως θρόνον
και δίχως τοι παλατιανούς και χώρις βασιλέαν
…..και ο Κάστρεν ο θεόρατον εγέντον κοιμητήρι.
Χρόνα έρθαν κ’εδέβανε, καιροί έρθαν και πάγ νε…
Έναν πουλίν, μαύρον πουλίν, μαύρον άμον την νύχταν,
ολονυχτίς τριγύριζεν γύρω τα καστροπόδα,
π’επέμναν έρμα κι άκλερα, γομάτα κωλισάφρας.
Ολονυχτίς τριγύριζεν με τα φτερά’νοιγμένα,
και επεστάθεν την αυγήν κ’εκάτσεν σ’έναν άκραν
μονάκριβου παρασταρί’, δίχως επανωθύρι,
απομεινάρ’τη Παλατί, κιντέας ντ’εγομώθεν.
Τερεί απάν’, τερεί αφκά, τερεί οπίσ’ και έμπρα,
μακρογουλίζ’, καλοτερεί σ’ανατολή και δύσην κι αρχινά να μοιρολογά μ’ανθρώπινον λαλίαν.
Θεέ μ’! Δείξον τη δήναμη’σ! Χριστέ μ’ ποίσον το θάμα σ’!

Ποίσον με ποταμόπετραν βαρύν τη καταρράχτε,
Ποίσον με σπελιας κατωθύρ’ ‘σ σην γην καταχωμένον.
Ποίσον μ’, αν θέλτς, μικρόν λιθάρ, αν θέλτ’σ, ποίσο με χώμαν.


Θεε μ’… ποίσον με ιντίαν θέλ’τς… μόνον ‘σ σον τόπο μ’ αφ’σ με


ΦΙΛΩΝ ΚΤΕΝΙΔΗΣ Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΟΥ 
ΠΟΝΤΟΥ

Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ






Ἐλαιῶνες κι ἀμπέλια μακριὰ ὡς τὴ θάλασσα
 
Κόκκινες ψαρόβαρκες μακριὰ ὡς  τὴ θύμηση
Ἔλυτρα χρυσὰ τοῦ Αὐγούστου στὸν μεσημεριάτικο ὕπνο
Μὲ φύκια ἢ ὄστρακα. Κι ἐκεῖνο τὸ σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, ποὺ διαβάζεις ἀκόμη
στὴν εἰρήνη τοῦ κόλπου τῶν νερῶν ἔχει ὁ Θεός. Ελύτης

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Αυτή ήταν η τελευταία συνάντησή μας για τη φετινή χρονιά (’14-’15). Δεν αποχωριζόμαστε, όμως, αλλά επιβεβαιώνουμε την πρόθεσή μας να βρεθούμε –πρώτα ο Θεός - είτε στις θερινές εκδρομές της Χρ. Εστίας (Αγ. Όρος, Σάμος-Ικαρία-Μίλητος), είτε στις Κατασκηνωτικές περιόδους των παιδιών μας στο Στόμιο, είτε στα Κατασκηνωτικά τριήμερα των μεγαλυτέρων είτε στην πανήγυρη του ναού της Κατασκηνώσεως στο Στόμιο (Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Πέμπτη, 06/08/’15) και κυρίως στην ετήσια οικογενειακή συνάντηση όλων των Στελεχών στο Στόμιο ( Κυριακή 13/09/’15). 

Από το χθεσινό μας Κύκλο (17/05/2015) δ'

Η αγία ΕΛΕΝΗ (21 Μαΐου)
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε στο Δρέπανο της Βιθυνίας (σημ. Altinova, κοντά στη Νικομήδεια) περί το 247 μ.Χ. Ήταν ταπεινής καταγωγής και υπάρχει διχογνωμία ως προς το αν υπήρξε σύζυγος του Κωνσταντίου του Χλωρού.
Μεταξύ των ετών 272 - 288 μ.Χ. γέννησε στη Ναϊσό της Μοισίας τον Κωνσταντίνο. Όταν, πέντε έτη αργότερα, ο Κωνσταντίνος Χλωρός έγινε Καίσαρας από τον Διοκλητιανό, αναγκάσθηκε να την απομακρύνει, για να συζευχθεί τη Θεοδώρα, θετή κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και να έχει έτσι συγγενικό δεσμό, που εξασφάλιζε τη στερεότητα του συστήματος. Ο Μέγας Κωνσταντίνος τιμούσε ιδιαίτερα τη μητέρα του. Την ονόμασε Αυγούστα, έθεσε τη μορφή της επί νομισμάτων και έδωσε το όνομά της  (Ελενόπολις) στο Δρέπανο, τη γενέτειρά της.
Η Αγία έδειξε την ευσέβειά της με πολλές ευεργεσίες και την ανοικοδόμηση νέων Εκκλησιών στη Ρώμη (Τιμίου Σταυρού), στην Κωνσταντινούπολη (Αγίων Αποστόλων), στη Βηθλεέμ (βασιλική της Γεννήσεως) και επί του Όρους των Ελαιών (βασιλική της Γεθσημανή). Η Αγία Ελένη πήγε το 326 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ, όπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δύο σταυροὺς τῶν ληστῶν».
    Η Αγία Ελένη κοιμήθηκε με ειρήνη μάλλον το 327 μ.Χ. σε ηλικία ογδόντα ετών. Ο υιός της μετέφερε το τίμιο λείψανό της στην Κων/πολη στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
    Οι Ρωμαίοι τιμούσαν ιδιαίτερα τον Μέγα Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη. Ήταν πολύ δημοφιλής η απεικόνιση του πρώτου Χριστιανού βασιλέως με την αγία μητέρα του, που κρατούσαν στο μέσον Σταυρό. Η παράδοση αυτή διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα κωνσταντινάτα.

Από το χθεσινό μας Κύκλο (17/05/2015) γ'

Ο άγιος ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ  (21 Μαΐου)
Ως γενέτειρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου αναφέρεται η Ναϊσσός της Άνω Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας). Θεωρείται ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 272-288 μ.Χ. Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος Χλωρός, συγγενής του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Μητέρα του ήταν η Αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέα από το Δρέπανο της Βιθυνίας.
Το 305 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος βρίσκεται στην αυλή του Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. Όταν οι Διοκλητιανός και Μαξιμιανός παραιτούνται, προάγονται ως Αύγουστοι, ο Κωνστάντιος Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή. Ο Χλωρός πέθανε στις 25 Ιουλίου 306 μ.Χ. και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο τον  Κωνσταντίνο. Μετά από μια σειρά γεγονότων ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά. Ο Κωνσταντίνος δεν είχε καμία επιλογή από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. Ήθελε να προσευχηθεί, αλλά δεν ήξερε σε ποιόν Θεό να απευθυνθεί. Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στο Θεό, υψώνοντας το δεξί του χέρι και ικετεύοντάς Τον να του αποκαλυφθεί. Ενώ προσευχόταν, διαγράφεται στον ουρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τις μεσημβρινές ώρες του ηλίου, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «τούτῳ νίκα». Και ενώ προσπαθούσε να κατανοήσει τη σημασία αυτού του μυστηριακού θεάματος, τον κατέλαβε η νύχτα. Τότε εμφανίζεται ο Κύριος στον ύπνο του μαζί με το σύμβολο του Σταυρού και τον προέτρεψε να κατασκευάσει απομίμηση αυτού και να το χρησιμοποιεί ως φυλακτήριο. Έχοντας ως σημαία το λάβαρο, να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση.
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την αρχή της ανεξιθρησκείας. Γρήγορα όμως οι δύο άνδρες οδηγούνται σε σύγκρουση και ο Κωνσταντίνος αναδεικνύεται νικητής και μονοκράτορας.
Η αιρετική διδασκαλία του Αρείου, ήλθε να ταράξει την ενότητα της Εκκλησίας. Η διδασκαλία αυτή, κατέλυε ουσιαστικά το δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού. Μόλις ο Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα όσα συνέβαιναν, απέστειλε με τον πνευματικό του σύμβουλο Όσιο, Επίσκοπο Κορδούης Ισπανίας, επιστολή στον Αλεξανδρείας Αλέξανδρο (313 - 328 μ.Χ.) και τον Άρειο, αλλά η προσπάθεια επιλύσεως του θέματος απέτυχε.
Έτσι αποφασίσθηκε η σύγκληση της Α' Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. Ο Κωνσταντίνος εισήλθε ταπεινά, με σεμνότητα και πραότητα. Στην ομιλία του προς τη Σύνοδο χαρακτηρίζει τις ενδοεκκλησιαστικές συγκρούσεις ως μεγαλύτερο δεινό και από τους πολέμους. Ο λόγος του ευθύς και σαφής. Η κρίσιμη φράση του, «περὶ τῆς πίστεως σπουδάσωμεν», διασώζεται σχεδόν από όλους τους ιστορικούς συγγραφείς.
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο αυτοκράτορας ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εδραίωση των αποφάσεών της.  Όμως περί τα τέλη του 327 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος καλεί τον Άρειο στα ανάκτορα. Η ανάκληση του Αρείου και η αποκατάσταση των περί αυτών πυροδότησε νέες έριδες στους κόλπους της Εκκλησίας. Ο Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και ο διάδοχός του Μέγας Αθανάσιος αρνούνται να δεχθούν τον Άρειο σε κοινωνία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος απειλεί με καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ενώ σε Σύνοδο στην Αντιόχεια το 330 μ.Χ. καθαιρείται και εξορίζεται από αιρετικούς ο Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Αντιοχείας ( 21 Φεβρουαρίου). Η Σύνοδος της Τύρου, που συνήλθε το 335 μ.Χ., καταδικάζει ερήμην σε καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος φεύγει, για να συναντήσει τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν δέχεται το αίτημα του Μεγάλου Αθανασίου για ακρόαση. Πείσθηκε όμως τελικά να τον ακούσει, κατενόησε την κατάφωρη αδικία και τις άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος του και δέχθηκε το αίτημά του να προσκληθούν  οι συνοδικοί της Τύρου και η διαδικασία να λάβει χώρα ενώπιόν του. Ο Ευσέβιος Νικομηδείας παρέκαμψε την εντολή. Πήρε μόνο ελάχιστους από τους συνοδικούς, εμφανίσθηκε στον αυτοκράτορα και για πρώτη φορά έθεσε το θέμα της δήθεν παρακωλύσεως της αποστολής σιταριού προς την Βασιλεύουσα. Ο αυτοκράτορας εξοργίζεται και εξορίζει τον Μέγα Αθανάσιο στα Τρέβηρα (Trier) της Γαλλίας. Παρά ταύτα δεν επικυρώνει την απόφαση της Συνόδου της Τύρου για καθαίρεση και ούτε διατάσσει την αναπλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Αλεξάνδρειας.
Η τελευταία περίοδος της ζωής του Κωνσταντίνου τον καταξιώνει στην εκκλησιαστική συνείδηση και τον οδηγεί στο απόγειο της πνευματικής του πορείας. Ο Άγιος, τον Απρίλιο του 337 μ.Χ., αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα ασθένειας. Βλέποντας την υγεία του να επιδεινώνεται μετέβη στην Ελενόπολη της Βιθυνίας (είχε ονομασθεί λόγω της Αγίας Ελένης). Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, όπου ανέπεμπε ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. Η μνήμη θανάτου καλλιεργείται στην καρδιά του και τον οδηγεί στο μυστήριο της μετάνοιας και του βαπτίσματος. Συγκαλεί τους Επισκόπους και τους απευθύνει τον εξής λόγο: «… Ήλθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την αθανατοποιό σφραγίδα, ήλθε η ώρα να συμμετάσχουμε στο σωτήριο σφράγισμα, πράγμα που κάποτε επιθυμούσα να κάνω στα ρείθρα του Ιορδάνου, στα οποία, όπως παραδίδεται, ο Σωτήρας μας έλαβε το βάπτισμα εις ημέτερον τύπον. Ο Θεός όμως, που γνωρίζει το συμφέρον, μας αξιώνει να λάβουμε το βάπτισμα εδώ…». Μετά το βάπτισμα ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει ο Ευσέβιος τα γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν: «Όλοι οι σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, έσχισαν τα ρούχα τους και έπεσαν στο έδαφος, έκλαιγαν και φώναζαν δυνατά, σαν να μην έχαναν το βασιλέα τους, αλλά τον πατέρα τους. Οι ταξίαρχοι και οι λοχαγοί έκλαιγαν τον ευεργέτη τους. Οι δήμοι ήσαν λυπημένοι και κάθε κάτοικος της Κωνσταντινουπόλεως πενθούσε, σαν να έχανε το κοινό αγαθό». Αφού οι στρατιωτικοί τοποθέτησαν το σκήνωμα του Αγίου σε χρυσή λάρνακα, το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και το εναπέθεσαν σε βάθρο στον βασιλικό οίκο. Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Δίκαια η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.

Από το χθεσινό μας Κύκλο (17/05/2015) β'

...Να παύσουμε, λοιπόν, να σκεπτόμαστε και να προγραμματίζουμε; Αναμφίβολα όχι. Δεν υπάρχει μόνο ανήφορος και κατήφορος, υπάρχει και ο ίσιος δρόμος, ο πλέον ασφαλής και αυτόν μας συνιστά ο θείος Ιάκωβος.
● «Αν θέλει ο Θεός». Ο προγραμματισμός είναι απαραίτητος. Η εκτέλεση, όμως, και η πραγ­μάτωση του πρέπει να τίθεται πάντοτε στην κρίση και την συμπαράσταση του Θεού. Και τούτο γιατί, πρώτον, πολλά από αυτά που σκεπτόμαστε και απο­φασίζουμε αντιτίθενται και αντιβαίνουν στο θέλημα του Θεού. Και σκανδαλίζουν ίσως αδελφούς μας. Έπειτα αντί της ωφέλειας και του κέρδους, που εμείς περιμένουμε, αυτά μας οδηγούν στον όλεθρο και την καταστροφή. Πόσα τέτοια παραδείγματα δε μας παρουσιάζει η καθημερινή ζωή!       
Ας αναφερθούμε σ' ένα και μόνο. Την τάση και την επιθυμία του πλουτισμού, για την οποία ο απόστολος Παύλος σημειώνει: «Αδελφοί μου, όσοι κατέχονται από την επιθυμία των χρημάτων και επιθυμούν και θέλουν να πλουτίσουν, περιπίπτουν σε πειρασμούς και σε παγίδες, που τους στήνει ο διάβολος και το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν. Αιχμαλωτίζονται από επιθυμίες πολλές που τους σπρώχνουν στην καταστροφή και τον όλεθρο» (Α' Τιμ. στ' 9).  
Κατά τον θείο Ιάκωβο, ο πιστός Χριστιανός πρέπει να κινείται με γνώμονα το τρίπτυχο:
«Αν ο Θεός θέλει και ζήσουμε, θα κάνουμε αυτό ή εκείνο». Κι αυτό δεν πρέπει ποτέ να το λέμε τυπικά ή από κάποια καλή συνήθεια. Πρέπει να το νιώθουμε. Να αισθανόμαστε και να πιστεύουμε πως η ζωή μας και τα πάντα εξαρτώνται εξ ολοκλήρου και αμέσως από το Θεό. Και όταν λέμε, «αν θέλει ο Θεός», πρέπει να σκεπτόμαστε ότι και το πόσα χρόνια θα ζήσουμε και κάτω από ποιες συνθήκες και περιστάσεις, αυτό είναι του Θεού.
«Αν αυτό που σκεπτόμαστε και αποφασί­ζουμε, είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού». Δεν ήλθαμε στον κόσμο γιατί το θελήσαμε εμείς. Η άπειρη αγαθότητα του Θεού μας έφερε. Συνεπώς είμαστε υποτελείς και υπήκοοι σ' Αυτόν. Και τα σχέ­δια μας και οι προγραμματισμοί μας και οι ενέργειες μας, πρέπει να βρίσκονται υπό τον έλεγχο και την κρίση της Προνοίας Του. Δεν απαγορεύεται η φρο­ντίδα και το ενδιαφέρον μας για τον εαυτό μας, για τα μέλη της οικογενείας μας, για τους φίλους μας και συγγενείς μας, για το βιοτικό ή επιστημονικό επάγγελμα μας, γι' αυτή ή εκείνη την επιδίωξη μας. Με μία βασική προϋπόθεση: πως όλα αυτά θα συμφωνούν και θα διακονούν την επέκταση της Βασιλείας του Θεού και τη δοξολογία του Ονόματος Του. 
«Θα το κάνουμε με τη βοήθεια και συμπα­ράσταση του Θεού». Αναγκαίο και απαραίτητο είναι, κατά τον Θεοφύλακτο, «καὶ τὸ τρέχειν καὶ τὸ ἐμπορεύεσθαι καὶ πάντα τὰ πρὸς τὸ ζῆν ἐνεργεῖν, ἀλλὰ μὴ τοῖς οἰκείοις πόνοις τοῦτο λογίζεσθαι, ἀλλὰ τῇ τοῦ Θεοῦ χάριτι καὶ φιλανθρωπία». «Κύριε», λέει ο Ιερεμίας (ι' 23), «οὐχὶ τοῦ ἀνθρώπου ἡ ὁδὸς αὐτοῦ». Και ο Παροιμιαστής τονίζει (κζ' 1), «μὴ καυχῶ τὰ εἰς αὔριον, οὐ γὰρ γινώσκεις τί τέξεται ἡ ἐπιοῦσα».

Να ο τρόπος με τον όποιον πρέπει ν' αντιμε­τωπίζουμε το αγχώδες και αγωνιώδες αύριο.

Από το χθεσινό μας Κύκλο (17/05/2015) α'

«Οὐκ ἐπίστασθε τὸ τῆς αὔριον» (Iακ. δ’ 13-15)

            Ο θείος Ιάκωβος δεν απορρίπτει τον οποιοδή­ποτε επαγγελματικό προγραμματισμό και την ενα­σχόλησή μας με τα υλικά και γήινα. Τα δέχεται όμως με ορισμένες προϋποθέσεις.
Να μην αποτελεί ο προβληματισμός αυτός το μοναδικό στόχο και σκοπό μας. Και δεν είναι μόνο ο θείος Ιάκωβος που επιτρέπει τον προγραμ­ματισμό. Αυτός ο ίδιος ο Κύριος, στις δύο θαυμάσιες παραβολές Του, στην παραβολή του οικοδόμου του πύργου και του εκστρατεύοντος βασιλέως (Λουκ. ιδ' 28-32), δέχεται ως φυσικό και αναγκαίο τον προ­γραμματισμό αυτό. Βεβαίως οι δύο αυτές παραβολές αναφέρονται στους όρους και τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή μας και τις αγωνιστικές προσπάθειες, που πρέπει να καταβάλλει κάθε Χριστιανός, που θέλει να γίνει ουρανοπολίτης. Δεν παύουν, όμως, ν' ανα­φέρονται και στις υλικές μας ανάγκες, μια κι έχουμε και σώμα υλικό, για το οποίο είμαστε και υπόλογοι απέναντι στον Θεό. Και ο προγραμματισμός αυτός, η ενασχόληση μας, είναι καθήκον και υποχρέωση μας. Όπως ακριβώς καθήκον του γεωργού είναι να σπείρει το φθινόπωρο, κατά τον καλύτερο και επι­στημονικότερο τρόπο, για να συγκομίσει κατά το θέρος, έτσι και χρέος του Χριστιανού είναι να εργασθεί και να ενδιαφερθεί για τις ανάγκες του και της οικογενείας του. Ο θείος Ιάκωβος δεν λέει μην προγραμματίζετε, μην. ταξιδεύετε, μην ασχολείσθε μ' αυτό ή μ' εκείνο, μη σκέπτεστε το. αύριο ή το μέλλον σας. Αλλά, μη σκέπτεστε εγωιστικά. Μην. εξαρτάτε το πάν από τον εαυτό σας και από τη δραστηριότητα, από .τις υλι­κές και πνευματικές σας δυνατότητες. Γιατί είμαστε. ευάλωτοι και στα πιο αδιόρατα μικρόβια και τους πιο. δυσδιάκριτους, και με το μικροσκόπιο ακόμα, μικροοργανισμούς, πού αχρηστεύουν και θανατώ­νουν και τους πιο δυνατούς. οργανισμούς. «Δεν αναιρεί την εξουσία, σημειώνει ο ιερός. Χρυσόστομος, αλλά μας δείχνει πως το παν, δεν εξαρτάται από τον. εαυτό μας». Υπάρχει ένα πλήθος αστάθμητων πα­ραγόντων, που παρά την πλήρη και ολοκληρωτική μας προσφορά και δυναμικότητα, ανατρέπουν και ματαιώνουν τους σκοπούς και τις επιδιώξεις μας. Κι ας σκεφθούμε τί είναι στ' αλήθεια η ζωή μας; «Ἀτμὶς, βροντοφωνεί ο θείος Ιάκωβος, γὰρ ἔσται ἡ πρὸς ὀλίγον. φαινομένη, ἔπειτα δὲ καὶ ἀφανιζομένη».
Και όπως ο ατμός μόλις διακρίνεται, είναι αερώδης, δεν έχει τίποτε το σταθερό και βέβαιο, γι' αυτό και πολύ εύκολα διασκορπίζεται και χάνεται, χωρίς ν' αφήσει ούτε το ελάχιστο ίχνος της παρουσίας του, έτσι ακριβώς είναι κι η ζωή μας. Κι αυτό είναι το τραγικό σημείο για τον άνθρωπο. Ενώ σκέπτεται, προγραμματίζει, μοχθεί, εξαντλείται κυριολεκτικά για το αύριο, δεν διαθέτει το αύριο. «Οὐ γάρ ἐφ' ἡμῖν ἐστὶ τό ἐλθεῖν εἰς τήν αὔριον», σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος. Δεν εξαρτάται από εμάς το αύριο και πολύ περισσότερο τι θα συμβεί μετά ένα ή δύο έτη. Και η τραγικότητα αυτή γίνεται περισσότερο καταπιεστική γιατί, ενώ μπορούμε να προβλέψουμε και να προσδιορίσουμε το λεπτό ή και το δευτερόλεπτο της ανατολής του ήλιου και το σημείο από το οποίο θα ανατείλει, ποτέ όμως δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν το αύριο θα είναι δικό μας. Τί λέω για το αύριο, αφού δεν ξέρω, αν μετά μία ώρα θα υπάρχουμε.

Σάββατο 16 Μαΐου 2015

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΓΙΑ ΦΕΤΟΣ

ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΜΑΪΟΥ 2015 ΣΤΙΣ 11:30πμ ΘΑ ΣΥΝΑΝΤΗΘΟΥΜΕ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΣΤΙΑ,  ΓΙΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΟ 2014-15.
ΑΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΠΑΡΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΗΣΟΥΜΕ ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΓΟΝΙΜΗ ΧΡΟΝΙΑ!!
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ, ΒΕΒΑΙΑ, ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΕΔΩ. ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤ. ΕΣΤΙΑΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ (ΕΚΔΡΟΜΕΣ, ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ, ΤΡΙΗΜΕΡΑ ΕΝΗΛΙΚΩΝ κλπ) ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΩΝ ΜΑΣ -ΠΡΩΤΑ Ο ΘΕΟΣ- ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 18/10/2015. ΑΛΛΑ ΓΙ' ΑΥΤΑ ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΕΝ ΚΑΙΡΩ.
ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΛΟΙΠΟΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 17/05/2015 , 11:30 ΣΤΗΝ ΕΣΤΙΑ!!

Δευτέρα 4 Μαΐου 2015

Από το χθεσινό μας Κύκλο (03/05/'15)

Η Αγία Μόνικα (4η Μαΐου)
  
Η Αγία Μόνικα ( 332-388 ) γεννήθηκε στην Ταγάστη (σημ. Σουκ-Αράς της Αλγερίας) της Νουμιδίας από χριστιανούς γονείς. Ήταν μητέρα του μεγάλου θεολόγου και φιλοσόφου αγίου Αυγουστίνου. Οι γονείς της την πάντρεψαν το 350 μ.Χ. μ’ έναν ειδωλολάτρη, τον Πατρίκιο, άνθρωπο καλοπροαίρετο, αλλά πολύ οξύθυμο και άστατο. Η Μόνικα στις ώρες ηρεμίας έριχνε στην καρδιά του τα σπέρματα του θείου λόγου, κι όταν εκείνος κοιμόταν, αυτή τα πότιζε με τα δάκρυά της προσευχής της.
    Η χαρά της αγίας ήταν απερίγραπτη όταν ο Πατρίκιος έγινε με τον καιρό ένας αληθινός χριστιανός. Με την ίδια υπομονή και μακροθυμία αντιμετώπιζε και την πεθερά της , η οποία ήταν ιδιότροπη και διαρκώς την έβριζε και την ταπείνωνε μπροστά στους ξένους. Τελικά με την αρετή της η αγία, προσείλκυσε την συμπάθεια και την εκτίμησή της πεθεράς της.
   Όταν ο Αυγουστίνος ήταν μικρός, αρρώστησε και κινδύνεψε να πεθάνει. Σκέφθηκαν τότε να τον βαφτίσουν. Η μητέρα του όμως προέβλεπε τους δυνατούς πειρασμούς που θα αντιμετώπιζε στη νεότητά του και γι’ αυτό ανέβαλε τη βάφτισή του.  Όσο μεγάλωνε ο γιος της , μεγάλωναν τα πάθη και τα όργιά του. Η προσευχή της μητέρας ανέβαινε πύρινη στον θρόνο του Θεού, αλλά φαινόταν πως δεν εισακούεται. Ο Αυγουστίνος πηγαίνει στην Καρχηδόνα για να σπουδάσει. Η μητέρα μαθαίνει ότι παραστράτησε, και τρέχει ταραγμένη νομίζοντας ότι θα τον συγκρατήσει. Δυστυχώς τα λόγια και τα δάκρυά της δεν συγκινούν την καρδιά του Αυγουστίνου. Προσπαθεί υπομονετικά να διεγείρει στην ψυχή του την αποστροφή για την αμαρτία. Το αποτέλεσμα είναι πάλι αρνητικό. «Προσεύχεται ἐκτενέστερον» και χύνει δάκρυα περισσότερα απ’ αυτά που χύνουν οι μητέρες για τον θάνατο των παιδιών τους. Πόση πικρία δοκιμάζει όταν μαθαίνει ότι ο γιος της έχει, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, εταίρα και εξώγαμο παιδί! Ελπίζει όμως στη μετάνοιά του.
Μια μέρα παιδί μου, του λέει, θα έρθεις εκεί που είμαι εγώ.
     Νέα θλιβερή είδηση καταφθάνει από την Καρχηδόνα. Ο Αυγουστίνος έγινε αιρετικός – μανιχαίος !  Πηγαίνει ξανά μόνη της στην Καρχηδόνα, κλαίει, θρηνεί, ικετεύει. Όλα όμως πάνε χαμένα. Μοναδική παρηγοριά κι ελπίδα της είναι η προσευχή. Μέρα- νύχτα παλεύει με τον Θεό. Καταφεύγει σε κάποιον επίσκοπο, ο οποίος τη συμβουλεύει και την παρηγορεί. Τέλος της λέει:
Πήγαινε στην ευχή του Θεού , παιδί μου. Ποτέ δεν θα χαθεί ο γιός τόσων δακρύων!
     Ο Αυγουστίνος της είπε ότι θα πάει στην Ιταλία. Θέλει η αγία να τον ακολουθήσει αλλ’ αυτός την ξεγελάει στο λιμάνι και ταξιδεύει μόνος. Εκείνη ξημερώνεται στην προσευχή , πνιγμένη στα δάκρυα.
Κύριε! φωνάζει. Αφήνω το παιδί μου στον ωκεανό της ευσπλαχνίας Σου. Τα κύματα της χάριτός Σου ας το οδηγήσουν στο λιμάνι Σου.
     Γέρασε η Μόνικα στη σχολή της υπομονής και της ελπίδος. Αντί να περιμένει την επιστροφή του ασώτου, βάλθηκε η ίδια να τον κυνηγά σε στεριές και θάλασσες. Έρχεται στα Μεδιόλανα (Μιλάνο) για την τελική επίθεση. Η μία χαρά διαδέχεται την άλλη : ο Αυγουστίνος εγκατέλειψε τους μανιχαίους. Συχνάζει στα κηρύγματα του επισκόπου Αμβροσίου , παλεύει και τελικά μνηστεύεται.
     Τέσσερις γυναίκες τον πολιορκούν εκείνη την εποχή. Δύο ερωμένες , η μνηστή και η μητέρα του. Τέλος νικά η μητέρα του , ο άνθρωπος της προσευχής και των δακρύων, της υπομονής και της ελπίδος. Εκείνη που νίκησε τον ατίθασο σύζυγο και τη δύστροπη πεθερά, νικά και τον γιό της. Ο Αυγουστίνος παίρνει σταθερή απόφαση να επιστρέψει στον Χριστό και ν’ αφοσιωθεί στο έργο της Εκκλησίας Του. Ποιος μπορεί να νιώσει τη χαρά της Μόνικας την ώρα που βαπτιζόταν ο γιός της ;

Νυν απολύεις την δούλην Σου, Δέσποτα, εν ειρήνη, ψελλίζει συγκινημένη. Μητέρα και γιός επιστρέφουν στην Αφρική. Στην Όστια, στις εκβολές σταθμεύουν σε μια φιλική έπαυλη για να ξεκουραστούν. Εκεί η Μόνικα αρρωσταίνει και σε λίγες μέρες, σε ηλικία 56 ετών, παραδίδει το πνεύμα της «ἐν εἰρήνῃ» στο Χριστό. Ο Κύριος είχε εκπληρώσει και την τελευταία επιθυμία της.

Από το χθεσινό μας Κύκλο (03/05/'15)

«ΜΗ ΚΑΤΑΛΑΛΕΙΤΕ ΑΛΛΗΛΩΝ»          (Ιακ. δ΄11-12 )
 Τον ορι­σμό και τη βαρύτητα του αμαρτήματος μας τα δίνει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. «Η καταλαλιά είναι απο­κύημα μίσους. Λεπτή νόσος. Βδέλλα παχιά, λανθάνουσα και κρυμμένη, που ρουφάει και διασκορπίζει το αίμα της αγάπης. Υπόκριση αγάπης. Καρδίας ρύπος. Βάρους και ενοχής πρόξενος, αγνείας αφα­νισμός».

Ο κατακρίνων δεν αγαπά. Είναι μισάδελφος, φθονερός, κακεντρεχής. Έρημος των ευλογιών και της χάριτος του Θεού. Η καρδιά του είναι γεμάτη από χολή και πίκρα, που ανε­βαίνει και εξέρχεται από τα χείλη του. Ο κουτσομπό­λης δεν έχει σχέση και συγγένεια με το Θεό της αγάπης, που διαρκώς και καθημερινώς συγχωρεί τα λάθη μας, τις παρεκτροπές μας, τις αντιδράσεις μας, την κακότητά μας. Συνδέεται μόνο στενά και συγγενεύει με το διάβολο. Τον απ' αρχής ψεύτη και συκοφάντη και ανθρωποκτόνο. Γιατί κατά κανόνα το κουτσομπολιό είναι συκοφαντικός ψίθυρος. Αλλά κι όταν ακόμη έχουμε προσωπική αντίληψη των αδυναμιών του αδελφού μας με ποιο δικαίωμα αναλαμβάνουμε τη θέση του κριτή και του άτεγκτου δικαστή; «εἷς ἐστιν ὁ νομοθέτης καὶ κριτής, βροντοφωνεί ο θείος Ιάκωβος, ὁ δυνάμενος σῶσαι καὶ ἀπολέσαι». Από εδώ και η έντονη διαμαρτυρία και του αποστόλου Παύλου: «σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;» (Ρωμ. ιδ' 4). Βαρύτατο, λοιπόν, το αμάρτημα της κατακρίσεως.
Θα μπορούσε κανείς να πει χωρίς υπερβολή, πως το έργο και οι συνέπειες της κατακρίσεως είναι πλήρης αντιγραφή του έργου και των συνεπειών του διαβόλου. Ο καταλάλος, όπως και ο διάβολος, διασπά φιλίες, χωρίζει ανδρόγυνα, διαλύει επιχειρήσεις, χωρίζει συνεργάτες, οπλίζει φο­νικό, πολλές φορές, χέρι κατά του αδελφού, κατά του ή της συζύγου. Αναμοχλεύει πάθη και εχθρότητες, καλλιεργεί το μίσος και την αντιπάθεια. Προκαλεί ποταμούς δακρύων. Ανοίγει πληγές που δεν κλεί­νουν ποτέ. Ανοίγει τάφους, στους οποίους πρόωρα ενταφιάζει τα θύματα του. Καταρρακώνει υπολήψεις, ονόματα και προσωπικότητες. Και τί αλήθεια δεν κάνει; Ξέρουμε όλοι πόσο εύκολα διαδίδεται και γίνεται πιστευτός ο κακός λό­γος. Ενώ κατά κανόνα στη διάδοση και αποδοχή του καλού λόγου διατηρούμε επιφυλάξεις, είμαστε δυστυχώς δεκτικότατοι στον αρνητικό σχολιασμό.
Τίποτε άλλο δεν παρο­ξύνει τον πολυεύσπλαχνο Κύριο, όσο οι κατά του πλησίον κρίσεις και επικρίσεις μας. Κυριολεκτικά εξεγείρεται ο άπειρος Θεός κατά του καταλάλου. «Τί βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς;» (Ματθ. ζ' 3), ερωτά με έμφαση. Είναι σαν να μας λέει: Πώς τολμάς και κρίνεις και επικρίνεις τον αδελφό σου; Είσαι εσύ άψογος, είσαι άσπιλος, είσαι το πάλλευκο κρίνο, είσαι ακτίνα φωτός ακηλίδωτη, είσαι ο άγγελος εξ ουρανού; Δεν είσαι κι εσύ άνθρωπος; Δεν έχεις ελαττώματα, πάθη, αδυναμίες; Δε σημειώνεις δικές σου παρεκτροπές; Γιατί δε βλέπεις τα δικά σου λάθη και αμαρτήματα και κυριολεκτικά καταδαπανάσαι στην απαρίθμηση των αδυναμιών του αδελφού σου; Είναι φοβερές και τρομερές οι συνέπειες της κατακρίσεως. «Ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος» (Ιακ. β' 13).


«Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα 
καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου»