Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Από τους παλιούς μας Κύκλους


Μνήμη τον αγίου νεομάρτυρος ΔΟΥΚΑ τον Μυτιλη­ναίου, του  Ράπτη,
 εν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσαντος ( 24 Απριλίου  1564).


Χριστιανός ευσεβής και σώφρων από την Μυτιλήνη, ο νεαρός Δού­κας ασκούσε την ραπτική τέχνη στην Κωνσταντινούπολη και συχνά πή­γαινε σε σπίτια εύπορων Οθωμανών για να ράψει τα ενδύματα τους.
Βλέ­ποντας τον, μία ημέρα, η σύζυγος ενός αξιωματικού, κυριεύθηκε από πόθο αμαρτωλό και προσπάθησε να τον παρασύρει στην αμαρτία με άσεμνα και δαιμονικά λόγια, αλλά ο Δούκας, ως άλλος Ιωσήφ, έκανε το ση­μείο του Σταυρού, έφυγε από το σπίτι της και δεν ξαναπάτησε.
Η αναίσχυντη γυναίκα όμως δεν παραδέχτηκε την ήττα της· πήγε στο εργαστήριο του και προσπάθησε να τον πείσει να την επισκεφθεί, λέγοντας του ότι ο σύζυγος της έλειπε σε εκστρατεία. Καθώς ο γενναίος αγωνιστής της σωφροσύνης την απώθησε εκ νέου, παρά τις απειλές της, εκείνη πήγε στον βεζίρη και κατήγγειλε ότι δήθεν ο Δούκας της είχε κάνει άσεμνες προτάσεις.
 Ο Δούκας συνελήφθη και ανακρίθηκε. Αρνή­θηκε να ασπασθεί την μουσουλμανική θρησκεία για να σώσει την ζωή του, οπότε οι Αγαρηνοί τον έγδαραν ζωντανό, πέταξαν το δέρμα του στην θάλασσα και τον έσφιξαν στα σίδερα, όπου ξεψύχησε ο μακάριος στις 24 Απριλίου 1564.

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Από το συναξάρι του Κύκλου μας (21/4/2013) 2


Τη κ’ Απριλίου ο άγιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης
Ο Όσιος Αθανάσιος, κατά κόσμον Ανδρόνικος, γεννήθηκε στη Νέα Πάτρα, τη σημερινή Υπάτη, κοντά στο όρος Μολύβιον, το 1305 μ.Χ. (ή σύμφωνα με άλλες πηγές το 1303 μ.Χ.) από γονείς επιφανείς και πλούσιους. Μικρός έμεινε ορφανός από πατέρα και παραδόθηκε στην επιμέλεια του θείου του. Αλλά όταν κατέλαβαν την πατρίδα του οι Φράγκοι το 1319 μ.Χ., αναχώρησε στη Θεσσαλονίκη και από 'κει στο Άγιο Όρος.
Στην μεγάλη μοναχική μητρόπολη όμως, τηρούσαν μια ευλαβή συνήθεια, και δεν δέχονταν αγένειους νέους, προς αποφυγήν του σκανδαλισμού των πατέρων και βέβαια για την πλήρη ωρίμανσή των. Με απογοήτευση τότε αναχώρησε ο Αθανάσιος και περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη. Πήγε και στην Κωνσταντινούπολη, όπου γνώρισε τον περίφημο Γρηγόριο τον Σιναΐτη, κι αργότερα μετέβη στην Κρήτη, κι όταν απέκτησε ηλικία, στα 30 του χρόνια, ξαναγύρισε για να μείνει στο Όρος. Διέμεινε σε μια περιοχή που ανήκει στην Μονή Ιβήρων. Από εκεί, τον κάλεσαν οι πατέρες Γρηγόριος ο Πολίτης και Μωυσής, και του μετέδωσαν το μοναχικό και αγγελικό σχήμα.
Την εποχή εκείνη έκαμαν πολλές επιδρομές στο Άγιον Όρος οι Τούρκοι. Πολλοί μοναχοί αισθάνθηκαν ανασφάλεια και κατέφυγαν στα ενδότερα της ηπειρωτικής χώρας για προστασία. Το ίδιο συνέβη την ίδια περίπου εποχή με τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Ανάμεσα στους μοναχούς που αποφάσισαν να αυτοεξοριστούν υπήρξαν κι ο Γρηγόριος ο Πολίτης με μαθητές του τον Άγιο Αθανάσιο και τον Γαβριήλ. Έτσι η σεπτή αυτή τριάδα με ιδιάζουσα πνευματικότητα κατευθύνθηκαν δυτικά, πέρασαν την Θεσσαλονίκη και την Βέροια κι ανέβηκαν ευλαβικά για προσκύνημα στη Σκήτη.
Το ακριβές μέρος της παραμονής τους δεν είναι γνωστό. Σκήτη Βεροίας ονομάζεται όλη η κοιλάδα του Αλιάκμονα, η οποία αριθμούσε πολλές μονές. Καταχρηστικώς βεβαίως αναφέρεται ως τόπος διαμονής η Μονή του Προδρόμου, η οποία εκείνη την εποχή ίσως να μην υφίστατο ακόμη.Κατά την μαρτυρία του Γέροντα του Αγίου, του Γρηγορίου του Πολίτου, ο Αγιος Αθανάσιος λάτρευε την ησυχία κι αποστρέφονταν την ταραχή της πόλεως. Έτσι αν και πάρα πολλοί τους κατέτρεχαν για να τους κρατήσουν στην διακονία της πόλης, αυτοί έψαχναν μέρη να ησυχάσουν. Στη Σκήτη έφθασαν το 1340, τέσσερα-πέντε χρόνια μετά την αναχώρηση του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Η παράδοση μας διασώζει πως εδώ, διέτριψαν τρία χρόνια. Αλλά η καρδιά του Αγίου Αθανασίου ετρώθη και εστερεώθη ακραιφνώς πλέον στην αναζήτηση της ησυχίας. Όχι της απλής ησυχίας, αλλά της απόλυτης μόνωσης και ανύψωσης στους πνευματικούς ουρανούς. Για τον λόγο αυτό σκίρτησε η καρδιά του Αγίου όταν άκουσε από τα χείλη του Επισκόπου Σερβίων Ιακώβου πως νοτιότερα υπήρχαν βράχια πανύψηλα που ούτε αετοί δεν φώλιαζαν. Εκεί είχε δει ασκητές να μην μιλούν σε κανένα και να κρύβονται όσο πιο απόμερα γίνεται.

Σχεδόν αμέσως ο Άγιος έβαλε μετάνοια στους αδελφούς, άφησε τη Σκήτη Βεροίας και κατέφυγε στους Σταγούς (Καλαμπάκα). Εκεί επάνω στα πανύψηλα βράχια και συγκεκριμένα επάνω σε μια πέτρα την λεγόμενη Στύλο, κατοίκησε με δύο μαθητές του και έκτισε ναό. Την πέτρα εκείνη ονόμασε Μετέωρο. Επειδή όμως οι προσερχόμενοι για άσκηση πολλαπλασιάσθηκαν, ίδρυσε κοινόβιο με Ναό στο όνομα της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα Χριστού.
Εκεί λοιπόν πέρασε ασκητικά τα χρόνια του, και αφού έζησε 78 ετών, απεβίωσε ειρηνικά το 1383 μ.Χ. (κατά άλλους το 1373 μ.Χ.).

Από το συναξάρι του Κύκλου μας (21/4/2013)


Τη ιη’ Απριλίου ο άγιος μάρτυς Τούνομ ο εμίρης
Το Πάσχα του 1579 μ.Χ. οι Αρμένιοι (σημείωση: η αρμενική Εκκλησία είναι μονοφυσιτικών αποκλίσεων, ανήκει δηλαδή στους λεγόμενους «αντιχαλκηδόνιους») κατόρθωσαν να δωροδοκήσουν τον Τούρκο Διοικητή, και να εκδώσει απαγορευτική διαταγή προς τον Έλληνα Ορθόδοξο Πατριάρχη Σωφρόνιο Δ’, ώστε να μην έχει πρόσβαση εντός του Ναού της Αναστάσεως για την τελετή του Αγίου Φωτός. Οι φρουροί έκλεισαν την Αγία Πόρτα και ο Πατριάρχης Σωφρόνιος Δ’ με το ιερατείο και τους πιστούς του παρέμειναν έξω προσευχόμενοι, αναμένοντες την έκβαση των γεγονότων.
Πράγματι η απάντηση του Κυρίου μας ήταν άμεση. Παρά τις απέλπιδες προσπάθειες του Αρμενίου Πατριάρχου, το Άγιο Φως δεν έλαμψε στο ιερό Κουβούκλιο ή σε άλλο σημείο εντός του Ναού. Το Άγιο Φως εξήλθε διαπερνώντας την Κολόνα, η οποία μέχρι σήμερον φαίνεται σκισμένη και μαυρισμένη, και προς μεγάλη κατάπληξιν άναψαν τα κεριά, τα οποία κρατούσε στα χέρια του ο Ορθόδοξος Πατριάρχης. Στην συνέχεια ο Πατριάρχης έδωσε το Άγιο Φως στους Ορθοδόξους, οι οποίοι βρίσκονταν στην αυλή, ενώ ο Αρμένιος έφυγε ντροπιασμένος.
Το αξιοθαύμαστο γεγονός μαρτύρησε ο Εμίρης Τούνομ, ο οποίος εκείνη την στιγμή ήταν φρουρός στην Αγία Πόρτα. Αυτό έγινε αιτία να πιστέψει και να γίνει Χριστιανός. Οι Τούρκοι τον σκότωσαν για να μην μαθευτεί το γεγονός. Συμφώνα με άλλη εκδοχή, όταν αντελήφθη το θαύμα αναφώνησε προς τους συγκεντρωμένους: «Αυτή είναι η αληθινή πίστη». Οι Τούρκοι για την αλλαξοπιστία του τον έκαψαν ζωντανό.
Όταν ο Σουλτάνος πληροφορήθηκε το θαύμα, εξέδωσε φιρμάνι και αναγνώρισε το αποκλειστικό δικαίωμα για την λήψη του Αγίου Φωτός στον Ελληνορθόδοξο Πατριάρχη.
Τα οστά του Αγίου Τούνομ φυλάσσονται στο Μοναστήρι της Μεγάλης Παναγιάς.

Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Από το συναξάρι του Κύκλου μας (14 Απριλίου 2013)



Τη γ’ Απριλίου μνήμη του οσίου Ιωσήφ του Υμνογράφου
Ο Όσιος Ιωσήφ γεννήθηκε στη Σικελία, το έτος 816 μ.Χ., από ενάρετους και ευσεβείς γονείς, τον Πλουτίνο και την Αγάθη.  Ο Όσιος αναγκάσθηκε να φύγει οικογενειακώς, λόγω των Αραβικών επιδρομών και να μεταναστεύσει στην Πελοπόννησο. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών μετέβη στην Θεσσαλονίκη στην περίφημη μονή Λατόμου, όπου επιδόθηκε στη άσκηση υπό την καθοδήγηση του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου (20 Νοεμβρίου), ασκώντας το έργο του οξυγράφου.
Το έτος 840 μ.Χ., μετέβη στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον Άγιο Γρηγόριο και εγκαταστάθηκε στη μονή του Αγίου Ιερομάρτυρα Αντίπα. Δεν παρέμεινε όμως για πολύ εκεί απερίσπαστος, διότι το επόμενο έτος απεστάλη από τους Ορθοδόξους της Βασιλεύουσας στη Ρώμη για διαβουλεύσεις επί του θέματος του διωγμού από τους εικονομάχους. Δεν κατόρθωσε να φέρει εις πέρας την αποστολή, διότι το πλοίο του έπεσε στα χέρια Αράβων πειρατών και αυτός οδηγήθηκε αιχμάλωτος στην αραβοκρατούμενη τότε Κρήτη, από όπου ελευθερώθηκε με τις φροντίδες φιλάνθρωπων πιστών και με θαύμα του Αγίου Νικολάου.
Κατά το βραχύ χρόνο αυτής της περιπέτειάς του συνέβησαν δύο σημαντικά γεγονότα. Το ένα, που σχετιζόταν ιδιαίτερα με αυτόν, ήταν ο θάνατος του πνευματικού του οδηγού Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου και το άλλο, που αφορούσε την Εκκλησία ολόκληρη, ήταν η αναστήλωση των ιερών εικόνων.
Όταν επανήλθε πάλι στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 843 μ.Χ., έζησε επί δύο χρόνια ως έγκλειστος στη μονή του Αγίου Αντίπα. Έπειτα έζησε στα κτήρια του ναού του ιερού Χρυσοστόμου επί πενταετία, έως ότου ίδρυσε δική του μονή, το έτος 850 μ.Χ., αφιερωμένη στον Απόστολο Βαρθολομαίο. Εκεί απέθεσε και τα ιερά λείψανα του Αποστόλου που είχε φέρει από την Θεσσαλονίκη, καθώς επίσης και τα σκηνώματα του πνευματικού του οδηγού Αγίου Γρηγορίου και του συνασκητού του Ιωάννου. Ο Όσιος Ιωσήφ παρακαλούσε με δάκρυα και στεναγμούς τον Απόστολο Βαρθολομαίο να τον βοηθήσει στην σύνθεση ύμνων. Και, πράγματι, πέτυχε εκείνο που ποθούσε η ψυχή του. Είδε σε οπτασία έναν άνδρα με εμφάνιση Αποστόλου, που προκαλούσε το δέος και ο οποίος πήρε από την Αγία Τράπεζα το ιερό Ευαγγέλιο, του το έβαλε πάνω στο στήθος και τον ευλόγησε. Τούτο υπήρξε και η απαρχή του θείου χαρίσματος που ο Όσιος επιθυμούσε.
Μετά την έκπτωση του Πατριάρχου Ιγνατίου και την άνοδο του ιερού Φωτίου, το έτος 858 μ.Χ., ο Όσιος Ιωσήφ εξορίστηκε από τον Βάρδα στην Κριμαία, προφανώς ως οπαδός του πρώτου και ίσως ως λατινόφιλος κατά κάποιο τρόπο, αφού προ ετών είχε σταλεί για να ζητήσει την βοήθεια της Ρώμης. Δεν έμεινε όμως στην εξορία για πολύ καιρό, καθώς, όπως αποδείχθηκε και από την μετέπειτα στάση του, ο ιερός Φώτιος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα.
Όταν το έτος 867 μ.Χ. ο Πατριάρχης Ιγνάτιος ανέβηκε για δεύτερη φορά στο θρόνο, ο Όσιος Ιωσήφ έγινε σκευοφύλαξ της Αγίας Σοφίας και διατήρησε αυτήν την θέση κατά την διάρκεια της Δευτέρας πατριαρχίας του Αγίου Φωτίου. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 886 μ.Χ.
Ο κύριος όγκος του υμνογραφικού έργου του Οσίου συνίσταται σε Κανόνες, που αφθονούν στα έντυπα βιβλία και τα χειρόγραφα. Η συμβολή του Οσίου Ιωσήφ στην υμνογραφική ολοκλήρωση της Οκτωήχου είναι καθοριστική, δεδομένο ότι κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος της εβδομάδας, πλην της Κυριακής της οποίας τους Κανόνες είχαν συντάξει ο Κοσμάς ο Μελωδός και ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Στα Μηναία ο Όσιος Ιωσήφ είναι ο πλουσιότερα εκπροσωπούμενος υμνογράφος, αφού διατηρούνται σε αυτά 165 Κανόνες του με ομοιόμορφη δομή, που εξυμνούν Αγίους δευτέρας συνήθως εορταστικής τάξεως, δεδομένου ότι οι εξέχουσες εορτές είχαν ήδη καλυφθεί υμνογραφικά.
Ιδιαίτερα βέβαια συγκινεί ο Κανών στον Ακάθιστο Ύμνο, στον οποίο ακολουθεί Ειρμούς του Οσίου Ιωάννου του Δαμασκηνού και υμνεί την Θεοτόκο με ατελείωτη σειρά επιθέτων και εικόνων, ως άφλεκτη βάτο, νεφέλη ολόφωτη, ρόδο αμάραντο, μήλο εύοσμο, περιστερά κι άλλα.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Από το συναξάρι του Κύκλου μας (31-3-2013)


Τη κ’  Μαρτίου μνήμη του αγίου Θεοστηρίκτου του Ομολογητού
Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος, ὁ Ὁμολογητής, ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς Πελεκητῆς. Φυλακίσθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε’ τὸν Κοπρώνυμο (741 – 775 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος κατέστρεψε τὴ μονὴ καὶ καταδίκασε τοὺς τριάντα ὀκτὼ μοναχοὺς αὐτῆς διὰ ἀσφυξίας θάνατο, ἐντὸς λουτροῦ στὴν Ἔφεσο.

Τη κ’  Μαρτίου μνήμη του αγίου Νικήτα του Ομολογητού
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας. Ἦταν ἄνδρας εὐσεβὴς καὶ πρόμαχος τῆς ὀρθῆς πίστεως. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδος. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀρχιερατείας του διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη καὶ φιλανθρωπία του καὶ ἔγινε περιάκουστος στὰ εὐαγγελικὰ ἔργα καὶ λόγια.
Ἐπὶ τῆς εἰκονομαχίας, ἴσως ἐπὶ βασιλείας Λέοντος Ε’ τοῦ Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.) πιέσθηκε νὰ προχωρήσει στὴν αἵρεση τῶν εἰκονοκλαστῶν, ἀλλὰ μὲ παρρησία ἀρνήθηκε καὶ διεκήρυξε τὴν προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἀψηφώντας τὶς ἀπειλὲς καὶ τὰ μαρτύρια. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐξορίστηκε καί, μετὰ ἀπὸ ἀσθένεια, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.

Τη κα’  Μαρτίου μνήμη του αγίου Ιακώβου του Ομολογητού
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ὁμολογητὴς ἀκολούθησε τὸν ἀσκητικὸ βίο ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία. Ἔγινε μοναχός, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε ἤδη προετοιμάσει τὸν ἑαυτό του μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν καὶ μετέπειτα ἀξιώθηκε νὰ ἀνέλθει στὸ Ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα. Στὰ χρόνια τῶν ἀσεβῶν εἰκονομάχων, ἐπειδὴ ἐξαναγκάστηκε ἀπὸ ἐκείνους νὰ ἀρνηθεῖ τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων καὶ σεπτῶν εἰκόνων καὶ ἐπειδὴ δὲν πρόδωσε τὴν πατρώα εὐσέβεια, ὑπέμεινε πολλοὺς πειρασμούς, ἐξορίες καὶ ἄλλες κακουχίες, ποὺ ἐπινόησαν ἐναντίων του οἱ ἀσεβεῖς. Στὴν συνέχεια παράδωσε τὴν μακάρια ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸν Ὁποῖο ἀγωνίσθηκε μέχρι τὸν θάνατο μὲ προθυμία καὶ ἱερὸ ζῆλο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται Ὁμολογητής.

Τη κθ’  Μαρτίου μνήμη του αγίου Ευσταθίου του Ομολογητού
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας. Ἀπὸ τὴν μικρή του ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο, γι’ αὐτὸ καὶ ἐκάρη μοναχός. Διακρινόμενος γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν πίστη του, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Κίου τῆς Βιθυνίας. Καταδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους γιὰ τὴν προσήλωσή του στὶς Ἀποστολικὲς Παραδόσεις καὶ μὴ δεχόμενος νὰ γίνει κοινωνὸς τῆς πλάνης, ἐξορίσθηκε καὶ πέθανε στὴν ἐξορία, ἀφοῦ ὑπέστη πολλὲς θλίψεις καὶ κακουχίες.   

Από τον Κύκλο μας (31-3-2013)


«Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν» Άγιος Μακάριος Νοταράς

            Οἱ πειρασμοὶ ποὺ ἔρχονται στοὺς ἀνθρώπους εἶναι δύο εἰδῶν. Τὸ ἕνα εἶδος τῶν πειρασμῶν προέρχεται ἀπὸ τὴν ἡδονὴ καὶ γίνονται μὲ τὸ θέλημά μας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ συνεργία τῶν δαιμόνων. Τὸ ἄλλο εἶδος τῶν πειρασμῶν προέρχεται ἀπὸ τὶς λύπες, τὰ βάσανα καὶ τοὺς πόνους τῆς ζωῆς, γι’ αὐτὸ μᾶς φαίνονται καὶ πικροὶ καὶ καταθλιπτικοὶ αὐτοὶ οἱ πειρασμοί. Σ’ αὐτοὺς τοὺς πειρασμοὺς δὲν συνεργεῖ τὸ θέλημά μας, ἀλλὰ συνεργεῖ ὁ διάβολος….
…………………………………………………………………………
Ὁ διάβολος βέβαια πρῶτα ἐπιχειρεῖ νὰ μᾶς πολεμήσει μὲ τοὺς ἡδονικοὺς πειρασμούς, ἐπειδὴ γνωρίζει ὅτι κλίνουμε πρὸς τὴν ἡδονή. Κι ἂν βρεῖ τὸ θέλημά μας νὰ εἶναι ὑπήκοο πρὸς τὸ θέλημά του, μᾶς ξεμακρύνει ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μᾶς φυλάττει. Καὶ τότε ζητᾶ ἄδεια ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ξεσηκώσει ἐναντίον μας τὸν πικρὸ πειρασμό, δηλαδὴ τὶς θλίψεις καὶ τὶς συμφορές, γιὰ νὰ μᾶς ἀφανίσει ἐντελῶς, ἀπὸ τὸ πολὺ μίσος ποὺ ἔχει ἐναντίον μας καὶ γιὰ νὰ μᾶς κάνει ἀπὸ τὶς πολλὲς θλίψεις νὰ πέσουμε σὲ ἀπελπισία. Ἂν πάλι δὲν βρεῖ τὸ θέλημά μας νὰ εἶναι ἀκόλουθο στὸ δικό του θέλημα, στὸ νὰ ἐκτελέσουμε δηλαδὴ τὸν ἡδονικὸ πειρασμό, πάλι ξεσηκώνει τὸν δεύτερο πειρασμὸ τῶν θλίψεων, γιὰ νὰ μᾶς βιάσει μὲ τὶς θλίψεις νὰ πέσουμε στὸν ἡδονικὸ πειρασμό….
…………………………………………………………………………
Καὶ οἱ πειρασμοὶ ποὺ γίνονται κατ’ οἰκονομία Θεοῦ στοὺς Ἁγίους, ἔρχονται ἀπὸ τὸ φθόνο τοῦ διαβόλου, γιὰ νὰ ἀναδειχθοῦν οἱ Ἅγιοι δίκαιοι καὶ τέλειοι καὶ νὰ λάμψουν περισσότερο μὲ τὴ νίκη τοὺς ἐναντίον τοῦ ἀντίπαλου διαβόλου. Οἱ πειρασμοὶ ποὺ γίνονται κατὰ παραχώρηση, ἐπιτρέπονται γιὰ νὰ σταθοῦν ἐμπόδιο στὴν ἁμαρτία, ἡ ὁποία ἔγινε ἢ γίνεται ἢ πρόκειται νὰ γίνει. Ἐκεῖνοι δὲ οἱ πειρασμοὶ ποὺ γίνονται κατὰ Θεία ἐγκατάλειψη, ἔχουν αἰτία τὴν ἁμαρτωλὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν κακή του προαίρεση καὶ ἐπιτρέπονται γιὰ τὴν ὁλοσχερῆ του καταστροφὴ καὶ ἀπώλεια….
…………………………………………………………………………
Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στοὺς πειρασμούς, ποὺ δοκιμάζεται τὸ σῶμα μας, νὰ μὴ ριψοκινδυνεύουμε τοὺς ἑαυτούς μας μὲ ὑπερηφάνεια καὶ αὐθάδεια, ἀλλὰ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ μὴ μᾶς ἔλθουν, ἂν εἶναι θέλημά Του. Καὶ εἴθε νὰ Τὸν εὐαρεστήσουμε, χωρὶς νὰ περάσουμε μέσα ἀπ’ αὐτὸ τὸ εἶδος τῶν πειρασμῶν. Ἂν πάλι ἔλθουν τέτοιοι πειρασμοί, νὰ τοὺς δεχθοῦμε μὲ χαρὰ καὶ μὲ εὐχαριστία ὡς μεγάλα χαρίσματα. Αὐτὸ μόνο νὰ παρακαλοῦμε, νὰ μᾶς ἐνδυναμώνει νὰ νικήσουμε μέχρι τέλους τὸν πειραστή μας, γιατί τοῦτο μᾶς λέει τὸ «μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν». Τὸν παρακαλοῦμε δηλαδὴ νὰ μὴ μᾶς ἀφήσει, νὰ πέσουμε νικημένοι στὸ φάρυγγα τοῦ νοητοῦ δράκοντα, καθὼς καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο μᾶς λέει ὁ Κύριος: «Νά εἶστε νηφάλιοι καὶ πάντοτε νὰ προσεύχεσθε, γιὰ νὰ μὴν εἰσέλθετε σὲ πειρασμό». Δηλαδὴ νὰ μὴν νικηθεῖτε ἀπὸ τὸν πειρασμό, γιατί τὸ πνεῦμα εἶναι πρόθυμο, ἀλλὰ ἡ σάρκα εἶναι ἀσθενής.

Κύριε τῶν Δυνάμεων, μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ, ἄλλον γὰρ ἐκτός Σου βοηθὸν, ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν. Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς.