Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Από τον χθεσινό Κύκλο μας (29/05/'16, τελευταίος για 2015-'16)

Κι ένα αποχαιρετιστήριο δώρο:   Ο ΗΛΙΟΣ   Οδυσσέας Ελύτης
Εσείς στεριές και θάλασσες τ' αμπέλια κι οι χρυσές ελιές ακούτε τα χαμπέρια μου μέσα στα μεσημέρια μου 
«Σ' όλους τους τόπους κι αν γυρνώ μόνον ετούτον αγαπώ!» 
Από τη μέση του εγκρεμού στη μέση του άλλου πελάγου κόκκινα κίτρινα σπαρτά νερά πράσινα κι άπατα 
«Σ' όλους τους τόπους κι αν γυρνώ μόνον ετούτον αγαπώ!»

Από το χθεσινό μας Κύκλο (29/05/'16)

Ο Άγιος Ιουστίνος ο Μάρτυρας και Φιλόσοφος (1η  Ιουνίου)
Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας, γνωστός και ως Ιουστίνος ο. Φιλόσοφος και Ιουστίνος Καισαρείας, γεννήθηκε στη Φλαβία Νεάπολη της Σαμάρειας (σήμερα Ναμπλούς) στις αρχές του 2ου αιώνα. .Γιος ελληνόφωνων μη Ιουδαίων, πιθανώς Ρωμαίων, [πατέρας του ήταν.ο Πρίσκος Βάκχιος], που φρόντισαν ώστε ο Ιουστίνος να λάβει εξαιρετική θεολογική αλλά και φιλοσοφική μόρφωση, η οποία ωστόσο. δεν ήταν αρκετή για να δώσει απάντηση στα ερωτήματα που έθετε η ανήσυχη ψυχή του. Έλαβε ευρεία φιλοσοφική μόρφωση από τις σχολές των Στωικών, των πλατωνιστών, του πυθαγορισμού και της περιπατητικής σχολής. Ο Συναξαριστής βεβαιώνει ότι παρά τη μόρφωσή του τίποτε δεν ικανοποιούσε τη δίψα του να γνωρίσει τον. αληθινό Θεό. Έτσι, ο Θεός, βλέποντας την αγνότητα και την ειλικρινή πρόθεση των αναζητήσεών του, ανταποκρίθηκε θαυμαστά.

Κάποια ημέρα πού ο Ιουστίνος βάδιζε κοντά στη θάλασσα, συνάντησε ένα γέροντα βαθύτατα καταρτισμένο στις αλήθειες των Θείων Γραφών, ο οποίος μέσα από διάλογο δίδαξε στον Άγιο τη χριστιανική διδασκαλία. “Από τότε”, γράφει ο ίδιος, “άναψε θεϊκή φωτιά μέσα μου, και με κυρίευσε ιδρώτας για τους άνδρας που είναι φίλοι και κήρυκες του Χριστού. Βρήκα επί τέλους την αληθινή φιλοσοφία και έγινα πραγματικός φιλόσοφος”. Όταν μετέβη στη Ρώμη, παρέδωσε στον αυτοκράτορα Αντωνίνο Πίο απολογία της χριστιανικής του πίστης, στην οποία εξέθετε τις βασικές διδασκαλίες του Χριστιανισμού, αναιρώντας όλες τις εναντίον των χριστιανών κατηγορίες και απέδειξε την πλάνη των ειδώλων, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα από την Αγία Γραφή.
Ο Ιουστίνος προσέφερε σημαντικό απολογητικό και ποιμαντικό έργο στη χριστιανική εκκλησία. Η περί Λόγου χριστολογία του αποτελεί τα πρώτα βήματα προς την Τριαδική θεολογία. Στη Ρώμη ίδρυσε χριστιανική φιλοσοφική σχολή γνωρίζοντας τέτοια μεγάλη επιτυχία, ώστε να φυλλοροούν από σπουδαστές οι σχολές των εθνικών φιλοσόφων.
Ο κυνικός φιλόσοφος Κρήσκης, τον οποίον αποστόμωσε σε δημόσια φιλοσοφική συζήτηση, τον κατήγγειλε ως Χριστιανό. Μπροστά στον έπαρχο Ρώμης, Ρουστίκους, ο Ιουστίνος άδραξε την ευκαιρία και έκανε αυτό που θαύμαζε στους Χριστιανούς, να σταθεί δηλαδή άφοβος μπροστά στην απειλή του μαρτυρίου. Όταν ο έπαρχος τον ρώτησε για τη φιλοσοφία του εκείνος του απάντησε: “Προσπάθησαν πολλές φιλοσοφίες να μάθω, αναπαύθηκα όμως στη Χριστιανική φιλοσοφία, έστω κι αν αυτή δεν αρέσει στους ψευδοδόξους”. Τελικά ο Μάρτυρας, αφού βασανίστηκε, αποκεφαλίστηκε γύρω στο 165 μ.Χ., μαζί με έξι μαθητές του. Έτσι το μαρτύριό του σφράγισε τη φιλοσοφία του. Πολλά από τα έργα του έχουν χαθεί.

 Ο π. Θεόδωρος Ζήσης γράφει: “Στις αναζητήσεις των νέων, που στις πολλές φιλοσοφίες του καιρού μας ψάχνουν για την αλήθεια, ο Ιουστίνος είναι πρότυπο πνευματικού οδηγού. Ταιριάζει στον τύπο του σύγχρονου πνευματικού ανθρώπου: ανήσυχος, ερευνητικός, χωρίς φανατισμούς και προκαταλήψεις, ελέγχει, συζητά, δοκιμάζει. Δεν καταδίκασε εξ' ολοκλήρου τις φιλοσοφίες που γνώρισε, πριν γίνει Χριστιανός, τις τοποθέτησε απλώς στις πραγματικές τους διαστάσεις. Είναι ανθρώπινα, ατελή κατασκευάσματα, περιέχουν σπέρματα μόνο της αλήθειας. Ο Χριστιανισμός είναι η ολοκλήρωση της αλήθειας, η φανέρωση του ίδιου του Λόγου στο πρόσωπο του Χριστού. Ο Ιουστίνος οδηγεί τους κυνηγούς της αλήθειας ακόμη και πέρα από τον Χριστιανισμό, όπως κατάντησε μέσα στον κόσμο, με τους τόσους ιστορικούς του συμβιβασμούς, προς τον γνήσιο Χριστιανισμό, στο Χριστιανισμό που ενθουσίασε και είλκυσε και τον ίδιο. (...) Στον εφαρμοσμένο Χριστιανισμό βρήκε ο Ιουστίνος την αληθινή φιλοσοφία και την αφοβία μπροστά στο θάνατο. Ότι θαύμαζε στη ζωή των Χριστιανών, το εφήρμοσε και ο ίδιος, δεν υπάρχει καλύτερη μέθοδος φιλοσόφου βίου”.

Από το χθεσινό μας Κύκλο (29/05/'16)

Ο Όσιος Ισαάκιος ο ομολογητής (30η  Μαΐου)
Ο ῞Οσιος ᾿Ισαάκιος καταγόταν ἀπό τή Συρία καί ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ ἀρειανοῦ αὐτοκράτορος Οὐάλεντος (Valens, 364-378 μ.Χ.). Μοναχός στήν πατρίδα του, μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐγκατεστάθηκε σέ κάποια ἀπό τίς μονές αὐτῆς. Διακρινόταν γιά τή φλογερή πίστη καί τή μαχητικότητά του ἐναντίον καθενός πού ἐπιβουλευόταν αὐτήν, ἰδιαίτερα δέ κατά τῶν ἐπικρατούντων αἱρετικῶν ᾿Αρειανῶν. ῾Ομιλώντας πρός τούς μοναχούς καί τά πλήθη δέν ἐδίσταζε νά ἐλέγχει καί αὐτό τόν αὐτοκράτορα γιά τίς ὑπέρ τῶν αἱρετικῶν ἀπροκάλυπτες ἐνέργειές του.

Τό 378 μ.Χ. συνάντησε τόν Οὐάλεντα, ἐνῶ ἀναχωροῦσε γιά τήν ἐκστρατεία ἐναντίον τῶν Γότθων πού εἰσέβαλαν στό Βυζάντιο, καί τοῦ εἶπε· «᾿Απόδος ταῖς ποίμναις τούς ἀρίστους νομέας καί λήψει τήν νίκην ἀπονητί· εἰ δέ τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τῇ πείρᾳ, πῶς σκληρόν τό πρός κέντρα λακτίζειν, οὕπω γάρ ἐπανήξεις καί προσαπολέσεις τήν στρατιάν». Τοῦ ἐζήτησε δηλαδή, ἐάν ἤθελε νά ἐπιστρέψει νικητής, νά ἐπαναφέρει ἀπό τήν ἐξορία τούς ᾿Επισκόπους καί νά τούς ἀποδώσει στό ποίμνιό τους, εἰδάλλως θά καταστρεφόταν καί αὐτός καί τό στράτευμά του. ῾Ο Οὐάλης ὄχι μόνο ἐκώφευσε στούς λόγους αὐτούς τοῦ ᾿Ισαακίου, ἀλλ᾿ ἀπείλησε αὐτόν ὅτι, ὅταν θά ἐπέστρεφε ἀπό τήν ἐκστρατεία, θά τόν ἐθανάτωνε. ῾Ο ᾿Ισαάκιος μέ δάκρυα στούς ὀφθαλμούς προσπάθησε νά ἐπαναφέρει τόν αὐτοκράτορα στήν εὐθεία ὁδό, παρακαλώντας αὐτόν νά ἀνοίξει τίς ἐκκλησίες τῶν ᾿Ορθοδόξων, τίς ὁποῖες εἶχε κλείσει, καί νά ἐπιστρέψει σέ αὐτούς, ὅσες εἶχε παραδώσει στούς ᾿Αρειανούς, διαφορετικά θά ττᾶτο ἀπό τούς ἀντιπάλους του καί θά ἐκαιγόταν ζωντανός. ᾿Οργισμένος τότε ὁ αὐτοκράτορας, διέταξε νά ρίξουν τόν ῞Οσιο ᾿Ισαάκιο σέ παρακείμενη, γεμάτη ἀπό ἀγκάθια, φάραγγα. ᾿Εξερχόμενος, ὅμως, σῶος ἀπό τή Θεία Χάρη, προσέτρεξε πρός τόν αὐτοκράτορα καί ἀφοῦ συγκράτησε τό ἄλογο αὐτοῦ ἀπό τά χαλινάρια, τόν ἐξόρκιζε νά σωφρονισθεῖ πρός χάριν τῆς σωτηρίας αὐτοῦ καί τοῦ στρατεύματός του. Τότε ὁ Οὐάλης διέταξε τούς στρατιῶτες Σατορνίνο καί Βίκτορα νά συλλάβουν τόν ῞Οσιο ᾿Ισαάκιο καί νά τόν κρατήσουν δέσμιο, μέχρι τῆς ἐπιστροφῆς του, ὁπότε θά τόν ἐθανάτωνε.
Στίς 9 Αὐγούστου τοῦ 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω ἀπό τήν ᾿Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά τήν ὁποία ὁ αὐτοκρατορικός στρατός κατετροπώθηκε, ἀφοῦ ἐφονεύθησαν πολλοί ἀπό τούς ἄριστους στρατηγούς του. ῾Ο Οὐάλης, καταφεύγοντας ἐντός ἀχυρῶνος, γιά νά σωθεῖ, ἐκάηκε ζωντανός, μαζί μέ τόν ἀρχιστράτηγό του. ῞Οταν ἔγινε γνωστό τό γεγονός αὐτό, ὁ κλῆρος καί ὁ λαός περιέβαλαν τόν ῞Οσιο ᾿Ισαάκιο μέ μεγαλύτερο σεβασμό καί ὑπόληψη καί προσέτρεχαν πρός αὐτόν, γιά νά λάβουν τήν εὐλογία του, ἀφοῦ δέ συνέλεξαν χρήματα, οἰκοδόμησαν τή μονή Δαλμάτων. ᾿Εκεῖ προσῆλθαν καί ἄλλοι μοναχοί καί ὁ ῞Οσιος διῆλθε τό βίο του ὡς ηγούμενος αὐτῆς, ἔχοντας κερδίσει τήν ἐκτίμηση τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου.
῾Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στή Β’ Οἰκουμενική Σύνοδο, πού συνῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη τό 381 μ.Χ., συντελώντας τά μέγιστα στήν ἐπιτυχία αὐτῆς. Προαισθανόμενος τό τέλος του, ἀφοῦ διόρισε διάδοχό του τόν ῞Οσιο Δαλμάτο († 3 Αὐγούστου), ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη σέ βαθύ γήρας τό 383 μ.Χ.

 Ο όσιος έγινε προστάτης της Ρωσικής δυναστείας των Ρωμανώφ καθώς ο Μέγας Πέτρος τον τιμούσε ιδιαίτερα, έχοντας γεννηθεί την ημέρα της μνήμης του. 
Προς τιμήν του Οσίου ο τσάρος έχτισε με πάρα πολλή προσπάθεια και κόπο τον μεγαλοπρεπέστατο καθεδρικό ναό της Αγίας Πετρούπολης.               

Από το χθεσινό μας Κύκλο (29/05/'16)

«Προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν» (Ματθ. ζ’ 15)
             Οι ψευδοπροφήτες δεν έλειψαν από καμιά απολύτως εποχή. Δεν λείπουν φυσικά και από την επο­χή μας. Ίσως στην εποχή μας να παρουσιάζο­νται πληθωρικοί, όσο σε καμιά άλλη εποχή. Και ψευδοπροφήτες δεν είναι μόνο η τάξη των δια­φόρων αιρετικών. Ψευδοπροφήτες είναι κι όλοι εκείνοι που εν ονόματι δήθεν του ορθολογισμού, του αθεϊσμού, της τεχνοκρατίας και των μοντέρ­νων ιδεών, μας καλούν να αποδεσμευτούμε και να ελευθερωθούμε από τα κατάλοιπα του παρελ­θόντος. Από την πίστη, τα ιδανικά, τους ηθικούς περιορισμούς κλπ. Πώς θα προφυλαχθούμε και πώς θα τους διακρίνουμε;
 «Προσέχετε». Ένας από τους ερμηνευτές της λέξεως αυτής σημειώνει: «Κοίταξε την ημερότητα του φιλανθρώπου Κυρίου. Δεν είπε τιμωρείστε τους αλλά προσέχετε μην βλαφτείτε». Και ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύοντας συγχρόνως και τον στ. 19, που αποτελεί μία ενό­τητα, «πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται», προσθέτει: «Επειδή μεν δεν διέταξε να τιμωρούμε τους ψευδοπροφήτες, αλλά νουθέτησε να φυλαγόμαστε μόνο απ’ αυτούς, γι' αυτό και προτρέποντας και καθοδηγώντας όλους εκείνους που παρασύρονται απ' αυτούς κα εκφοβίζοντας και αυτούς και τους καθοδηγητές τους, τους περιτείχισε με την παρά του Κυρίου τιμωρία». Γι' αυτό και προσέχετε. Ο προσεκτικός άνθρωπος που κατά τη λαϊκή παροιμία «μετράει δέκα και κόβει μία», σπανίως αποτυγχάνει. Ο απρόσεκτος όμως συνεχώς παγιδεύεται. Ο δε ιερός ευαγγελιστής Ιωάννης είναι περισσότερο αυστηρός. «Ἀγαπητοί, μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον». (Α' Ιω. δ', 1). Και πνεύμα ό Ευαγγελιστής ονομάζει εκείνον που παρουσιάζεται ως διδάσκαλος και καθοδηγητής. Ως συνεργός στη διάδοση αυτής ή εκείνης της θεωρίας ή αυτού ή εκείνου του τρόπου της ζωής μας. Τί όμως να προσέξουμε; Τους καρπούς τους.
«Ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς· μήτι συλλέγουσιν ἀπὸ ἀκανθῶν σταφυλὴν ἢ ἀπὸ τριβόλων σῦκα;». Μας υποδεικνύει: Βλέπετε τον τρόπο, τη μέθοδο, τα μέσα του έλεγχου. Και καρπός εδώ, είναι κάθε τι πού βγαίνει από την καρδιά τους και διατυ­πώνεται με τη γλώσσα τους. Ή γραπτά με το χέρι τους. Κι όλα αυτά σε συνάρτηση πάντοτε με την όλη διαγωγή τους και την αναστροφή τους. Όσο κι αν προσπαθούν οι διάφοροι ψευδοπροφήτες και καθοδηγητές να κρυφτούν, πολύ γρήγορα θα αποκαλυφθούν. Γιατί όπως είναι αδύνατο να μαζέψει κανείς από τις αγκαθιές σταφύλια και από τριβόλους σύκα, έτσι είναι αδύνατον και ο πονη­ρός άνθρωπος να παρουσιασθεί ως ενάρετος και άγιος. Ή ειλικρινής και τίμιος. Κι αν προς στιγμήν κατορθώνει να συσχηματίζεται και να παρουσιάζε­ται σαν ενάρετος, πολύ σύντομα θα αποκαλυφθεί Γι' αυτό και άνετα και πολύ σύντομα μπορούμε να διακρίνουμε με τι ανθρώπους έχουμε να κάνουμε.
Ας δούμε για λίγο τι μας λένε σήμερα οι δι­άφοροι όψιμοι καθοδηγητές. Να ελευθερωθούμε από τα δεσμά της πίστεως. Η πίστη είναι πια ξε­περασμένη, αδύναμη ν' ανταποκριθεί και να λύ­σει τα καυτά και επείγοντα προβλήματα του σύγ­χρονου ανθρώπου. Ας πούμε πως τους ακούμε. Παύουμε να πιστεύουμε. Ξεριζώνουμε από μέσα μας κάθε τι που μας συνδέει με τον πνευματικό κόσμο. Αρνούμαστε τον Θεό. Γινόμαστε μονοδιά­στατοι. Αφού η μία διάσταση η κατακόρυφη που μας συνδέει με το Θεό δε μας χρειάζεται. Είμαστε απλώς οικονομικές μονάδες. Δηλαδή ύλη και μόνο ύλη. Τίποτε άλλο.
Ας δούμε όμως τώρα και ποιοί είναι οι καρποί των κηρυγμάτων και των συνθημάτων αυτών. Οι αστρολόγοι αυξήθηκαν σαν τα άστρα του ουρανού. Το κύμα του αναρχισμού κάθε μέρα όλο και περισ­σότερο φουσκώνει. Τα ναρκωτικά ροκανίζουν, αργά αλλά σίγουρα, τις ρίζες της ζωής και της ανθρωπό­τητας. Η αγάπη η αληθινή έχει αντικατασταθεί με τη λάσπη του πιο χυδαίου ερωτισμού. Η καταναλωτική κοινωνία και η ευημερία, μετέβαλαν τον άνθρωπο σ' ένα θλιβερό και αχόρταγο χιμαιροκυνηγό της άπιαστης ευτυχίας. Να οι καρποί και το κατάντημα. Υπερβολή; Όχι. Θλιβερή πραγματικότητα.
Έπειτα από τα τραγικά αυτά συμπτώματα ποιό πρέπει να είναι το σύνθημα του Καλοκαιριού; Να μη μας θαμπώνουν τα δήθεν ανθρωπιστικά και κοινωνικά τους συνθήματα. Να μη μας επη­ρεάζει και να μη μας φοβίζει ο θόρυβος της αρνή­σεως και της αθεΐας. Οι σάπιοι καρποί δεν μπο­ρεί να αντέξουν για πολύ. Τους είδαμε. Τους γνω­ρίσαμε όλους αυτούς τους ψευδοπροφήτες του περασμένου αιώνα και της εποχής μας. Η σκλη­ρή πραγματικότητα μας έκανε όχι απλώς να τους γνωρίσουμε, αλλά να τους «ἐπιγινώσκωμεν». Και όχι μόνον από τα φύλλα, αλλά από τους καρπούς. Προσοχή, λοιπόν, και: «μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε», «ὰπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς». Και κάτι άλλο: «Δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν». (Α'Ίω.δ',1).

Και με το θέμα αυτό κλείνει και η περίοδος αυτή. Ας δοξάσουμε το Θεό. Και ας παρακαλέσου­με τον Δοτήρα παντός αγαθού να μας δώσει τη δύ­ναμη να τα ζήσουμε και να τα μεταδίδουμε.

Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

ΝΕΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΥΚΛΟΥ (ΚΥΡΙΑΚΗ 29/05/2016)

του κυκλου αυτό το μηνυμα
είναι το τελευταιο
και είναι απαραιτητο
να’ναι το πιο ωραιο
στις 29 του μαη 11:30 πρωι 
στησ εστιασ την αγκαλη , ολοι μας μαζι 

Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Κύκλος Κυριακής Θωμά (08/05/2016)

Ο Άγιος Νικόλαος εν Βουναίνοις (9η  Μαΐου)

Ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος γεννήθηκε στα μέρη της Ανατολής από γονείς ευσεβείς και ενάρετους. Όταν ενηλικιώθηκε κατατάχθηκε στον Αυτοκρατορικό Στρατό, με το αξίωμα του Δούκα, γυμνάζοντας τους στρατιώτες του, στο να είναι γενναίοι και ατρόμητοι πολεμιστές, κυρίως όμως τους νουθετούσε και τους δίδασκε να πιστεύουν στον Θεό, να προσεύχονται, να μην αδικούν ποτέ κανέναν και να ζητούν από τον Χριστό να τους δίνει δύναμη για να πολεμούν τους εχθρούς. Δεν ήταν όμως μόνο οι εξωτερικοί εχθροί που έπρεπε να αντιμετωπίσουν, αλλά και οι διάφορες εξεγέρσεις που συνέβαιναν στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας. Σε μία τέτοια εξέγερση εστάλη ο Νικόλαος, από τον Αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ τον Ίσαυρο, για να επιβληθεί στους εξεγερθέντες και να επαναφέρει την ειρήνη και την ευστάθεια.
Στην επιχείρηση αυτή είδε να χύνεται άδικα ανθρώπινο αίμα και να χάνονται ψυχές. Φοβούμενος μήπως κι εκείνος χάσει την. ζωή του μα κυρίως την ψυχή του, συνοδευόμενος από δώδεκα στρατιώτες του, αποσύρθηκαν στα Βούνενα της Θεσσαλίας όπου κατοικούσαν αρκετοί ασκητές κοντά στους οποίους έζησαν. ασκητικά με νηστείες, αγρυπνίες και αδιάλειπτη προσευχή. Όταν οι Άβαροι κατέφθασαν στην Θεσσαλία σκορπώντας τον θάνατο και την καταστροφή στο βάρβαρο πέρασμα τους, συνέλαβαν τον Νικόλαο και τους στρατιώτες του, τους οποίους κατέσφαξαν.
Τον Νικόλαο προσπάθησαν με υποσχέσεις και κολακείες να τον πείσουν να αρνηθεί την πίστη του αλλά δεν τα κατάφεραν. Αφού τον κατατρύπησαν με το ίδιο το κοντάρι του στη συνέχεια απέκοψαν την Τιμία Του Κεφαλή στις 9 Μαΐου του 720 μ.Χ και το νεανικό αίμα του πότισε άφθονα την Θεσσαλική γη. Στο σημείο της σφαγής εγκατέλειψαν οι Άβαροι το Σώμα του Αγίου, όπου μετά από πολλά χρόνια το βρήκε ακέραιο και ευωδιάζον, κάποιος άρχοντας Ευφημιανός, ο οποίος γιατρεύθηκε από την ασθένεια της λέπρας που έπασχε και αφού το ενταφίασε, έκτισε εκεί Ναό στο όνομα του Οσιομάρτυρα.
Από τα δένδρα στα οποία δέθηκε και βασανίσθηκε ο Άγιος ρέει ένα κόκκινο υγρό το οποίο ονομάζεται «Αίμα». Το υγρό αυτό όταν χρησιμοποιείται με πίστη και εμπιστοσύνη στον Οσιομάρτυρα έχει ιαματικές ιδιότητες και επιτελεί θαύματα. Εξ’ άλλου τα τάματα, τα χρυσαφικά και τα αφιερώματα που στολίζουν το Εικόνισμα Του, εκπροσωπούν τα Θαύματα και τις ευεργεσίες που επιτέλεσε και επιτελεί σε εκείνους που τον επικαλέσθηκαν και τον επικαλούνται.
Το λείψανο Του Αγίου που με ευλάβεια φυλάσσεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου του Νέου στην Θήβα (συνοικία Τάχι) και η τίμια κάρα του στην Άνδρο. Πολλές φορές ευωδιάζει, θεραπεύει, ενισχύει, παρηγορεί και φανερώνει πως η Χάρις του Θεού παραμένει ανεξίτηλη στο σώμα, ακόμα και μετά θάνατον και ότι είναι τεκμήριο και προοίμιο της μελλούσης Αναστάσεως και αφθαρσίας.

Κύκλος Κυριακής Θωμά (08/05/2016)

«Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ιωαν ια΄ 25)             .
Υπάρχει, αλλά δεν είναι θάνατος. Είναι ύπνος. Είναι βεβαίωση και διακήρυξη, που την κάνει το στόμα του Θεού, που δεν ψεύδεται ποτέ. Και την κατηγορηματική αυτή διαβεβαίωση την επανειλημμένα. Στη Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου. «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα. » (Ιω. ια'25-26). Και όταν διακηρύττει το: «κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται», κατά τόν άγιον Κύριλλον: «Οὐκ ἀνεῖλεν ἐν τῷ νῦν αἰώνι τὸν θάνατον, …καιρῷ τῷ πρέποντι τετήρηκε τὴν τῆς ἀναστάσεως χάριν». Συνεπώς, ο πιστεύων εις τον Χριστό, «δεν είναι άμοιρος και άγευστος του θανάτου της σάρκας», όχι όμως και της ψυχής. Πόσον, αλήθεια παρήγορος και ενισχυτική είναι η διαβεβαίωση αυτή του Κυρίου, «κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται». Και όταν το σώμα μας νεκρωθεί, διαλυθεί, και αποσυντεθεί, όμως αποτελεί πραγματικότητα ότι το σώμα μας αυτό θα ζήσει και πάλι και θ' αναστηθεί ένδοξο και άφθαρτο σώμα. Διότι, ας μη το λησμονούμε ποτέ, η ζωή στην οποία εισέρχεται ο πιστός διά της κοινωνίας του με τον Χριστό και ιδιαίτερα με τη συμμετοχή του στο Ποτήρι της Ζωής, δεν είναι άλλη και διαφορετική από εκείνη που θ' απολαύσει μετά το θάνατο του και την ανάσταση του. Είναι μία και η αυτή. Ο θάνατος δεν είναι το τέλος της μιας, ούτε η ανάσταση η αρχή της άλλης. Αλλά διά μέσου της παρούσας ζωής και του θανάτου και της αναστάσεως, ρέει μία ατελεύτητη και άφθαρτη ζωή. Και όπως το φώς του ηλίου, δε σβήνει με τη δύση του, για ν' ανάψει το επόμενο πρωί, άλλα είναι συνεχές και ακατάπαυστα και αδιάκοπα εκπέμπεται από τον ηλιακό δίσκο, έτσι και η ζωή του ανθρώπου που συνδέθηκε με τον Χριστό, δεν πρόκειται ποτέ να δοκιμάσει τον πνευματικό θάνατο και την ανυπαρξία. Αυτήν ακριβώς την αλήθεια διεκήρυξε ο Κύριος, όταν μιλούσε  προς τους Γραμματείς και Φαρισαίους: «ἐάν τις τὸν λόγον τὸν ἐμὸν τηρήσῃ, θάνατον οὐ μὴ θεωρήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα.» (Ιωαν. η' 51). Δεν πρόκειται να λάβει προσωπική πείρα αυτού του θανάτου, του αιωνίου. Της καταδίκης «τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ», που είναι ο πραγματικός θάνατος. Ο άλλος, ο σωματικός, είναι απλή μετάθεση.

Την αλήθεια αυτή ο Κύριος την επαληθεύει με τις τρεις νεκραναστάσεις που πραγματοποιεί: α) Με την ανάσταση της θυγατρός του Ιαείρου. «Μόνον πίστευε καί σωθήσεται». Τον θάνατο ονόμασε ύπνο μιλώντας στους κλαίοντες. Και τούτο γιατί «ἔμελλε τήν τεθνηκυίαν ἀναστῆσαι ὣσπερ ἐξ ὕπνου». β) «Νεανίσκε, σοί λέγω ἐγέρθητι», όπως και το «ἡ παῖς, ἐγείρου» και το «Λάζαρε δεῦρο ἔξω». Όλες αυτές οι μορφές της προσταγής του Κυρίου, εκφράζουν και αποκαλύπτουν, ότι ο θάνατος είναι ύπνος και ότι ο Χριστός είναι ο εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου, γ) Το ότι ο σωματικός θάνατος είναι ένας ύπνος, αυτό φαίνεται από την προσταγή του Κυρίου. «Λάζαρε δεῦρο ἔξω», «οὐκ εἶπεν ἀνάστηθι», σημειώνει ο ι. Χρυσόστομος, «ὡς ζῶντι διαλεγόμενος τῷ τετελευτηκότι προσφωνεῖ».

Τη μεγάλη αυτή αλήθεια, κατοχυρώ­νει με τη δική του Ανάσταση. «Μη φοβάσαι», φωνάζει και αποκαλύπτει μέσω του Ευαγγελιστή Ιωάννη: «ἐγώ εἰμι ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος καὶ ὁ ζῶν» (Αποκ. α’ 17-18). Εκείνος, δηλαδή, που ζει πάντοτε και είναι η πηγή της ζωής. Γεμάτος από ενθουσιασμό και καύχηση ο Παύλος αναφωνεί: «Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο.» (Α' Κορ. ιε' 20).