Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

Από τους παλιούς μας Κύκλους (2009)


Τη αυτή ημέρα μνήμη της  οσιομάτυρος  Ευδοκίας της Σαμαρείτιδος  (1η Μαρτίου)

Η Ευδοκία καταγόταν από την Σαμάρεια και ζούσε στην Ηλιούπολη της Φοινίκης (σημ. Μπααλμπέκ του Λιβάνου) , επί των ημερών του αυτοκράτορα  Τραϊανού (96-116).
Έχοντας παραδώσει στην πορνεία το σώμα της, το οποίο ο Δημιουργός είχε προικίσει με σπάνια ομορφιά  από­κτησε  μεγάλη περιουσία. Έτσι ζούσε σε άκρα ακολασία ως την ημέρα πού ένας μοναχός ο Γερμανός, κατέλυσε στο διπλανό σπίτι. Το βράδυ ο Γερμανός άρχισε να διαβάζει μεγαλοφώνως ένα βιβλίο πού περιέγραφε την ημέρα της Κρίσεως, τις τιμωρίες των αμαρτωλών και τις ανταμοιβές των δικαίων. Ακούγοντας τα φοβερά αυτά λόγια η Ευδοκία συγκλονίστηκε. Το πρωί έτρεξε στον Γερμανό, και τον ικέτευσε να της δείξει την οδό της σωτηρίας. Αφού την κατήχησε δεόντως, ο Γερμανός την έστειλε στο σπίτι της ώστε να υποβάλει επί μία εβδομάδα σε δοκιμασία την από­φαση της, με προσευχή και περισυλλογή. Καθώς προσευχόταν την νύ­κτα θρηνώντας, η Ευδοκία είδε φως απαστράπτον και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, που είχε έλθει  να την οδηγήσει στον ουρανό, όπου η χορεία των εκλεκτών την υποδέ­χθηκε με χαρά, ενώ ο Διάβολος, με μορφή γιγαντόσωμου πλάσματος και αποκρουστικού, κατηγορούσε τον Θεό για αδι­κία επειδή δέχθηκε τόσο γρήγορα την μετάνοια της ακόλαστης γυναίκας. Ακούστηκε τότε γλυκύτατη φωνή εξ ουρανού πού έλεγε: «Αυτή είναι  ΕΥΔΟΚΙΑ Θεού: να υποδέχεται φιλεύσπλαγχνα τους μετανοούντες».
Ολόχαρη και γεμάτη εμπιστοσύνη στην ευσπλαχνία του Κυρίου, η Ευδοκία βαπτίσθηκε από τον επίσκοπο της πόλεως Θεόδοτο,  παράδωσε την περιουσία της στους πτωχούς και πήγε  στον Γερμανό, ο όποιος μεσολάβησε να γίνει δεκτή σε μια γυναικεία μονή κοντά στην δική του. Μόλις μπήκε στο στάδιο της ενάρετης πολιτείας, έδειξε θερμό ζήλο. Έφερε πάντοτε τον χιτώνα πού της είχαν φο­ρέσει στο βάπτισμα, αποστήθισε το Ψαλτήρι και τρεφόταν με την προσευχή και μελέτη του θείου Λόγου. Έτσι έλαβε από τον Κύριο την εξουσία να επιτελεί θαύματα και όταν εκοιμήθη  η  ηγουμένη, εξελέγη διάδοχος της.
Εκείνο τον καιρό κάποιοι από τους πρώην εραστές της, την κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα. Όταν ό αξιωματικός και τριακόσιοι στρατιώτες θέλησαν να εισέλθουν στην μονή της αγίας, εμποδίστη­καν από θεία δύναμη και αφού περιφέρονταν τρεις ημέρες γύρω από τον περίβολο, αναζητώντας μάταια την είσοδο, βρήκαν όλοι τον θάνατο, έκτος από τον επικεφαλής και τρεις στρατιώτες.
Όταν ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε την οικτρή αυτή αποτυχία, έστειλε τον γιο του για να την συλλάβει . Και αυτόν όμως τον χτύ­πησε ο Θεός και έπεσε από το άλογο του νεκρός. Τότε κατά συμβουλή ενός πρώην εραστή της Ευδοκίας, ο αυτοκράτορας έγραψε στην αγία ζητώντας να μεσολαβήσει για να ξαναφέρει τον γιο του στην ζωή. Η Ευδο­κία απάντησε με ταπείνωση, δηλώνοντας ότι δεν ήταν ικανή να ενεργή­σει τέτοιο θαύμα και έκλεισε το γράμμα σταυρώνοντας το τρεις φορές. Μόλις ο αγγελιαφόρος έφερε το μήνυμα μπροστά στο πτώμα του πρίγκιπα, εκείνος ζωντάνεψε, οπότε ό αυτοκράτορας και σύσσωμη η αυλή αναβόησαν: «Μέγας ο Θεός των χριστιανών αφού επιτελεί τέτοια θαύματα!» Λέγεται μάλιστα ότι ο αυτοκράτορας βαπτίσθηκε μαζί με αρκετούς από το περιβάλλον του και ότι ο αναστημένος πρίγκιπας έγινε μετά αρχιερέας της πόλεως, ενώ η αδελφή του Γελασία έγινε μοναχή κοντά στην  Ευδοκία.
Ο επόμενος αυτοκράτορας, ο Αδριανός (117-138), ήταν σφο­δρός υπέρμαχος της ειδωλολατρίας. Έστειλε στην Ηλιούπολη έναν διοι­κητή, τον σκληρότατο Διογένη, ο οποίος είχε αρραβωνιαστεί την Γελασία. Έστειλε πενήντα στρατιώτες να την συλλάβουν. Ενώ αυτοί βρίσκονταν καθ' οδόν, παρουσιάστηκε στην Ευδοκία ο Χριστός και της ανήγγειλε ότι ήλθε η ώρα του μαρτυρίου. Η Ευδοκία πήρε μαζί της μικρή μερίδα από το τίμιο Σώμα του Χριστού, και  ακολούθησε τους στρατιώτες χωρίς να προβάλει αντί­σταση.
Αφού την άφησαν τέσσερεις μέρες στην φυλακή άσιτη και χωρίς νερό, την έφεραν ενώπιον του διοικητή, όπου την παρέλαβαν τέσ­σερεις στρατιώτες και επί δύο ολόκληρες ώρες την ξυλοκοπούσαν. Ύστερα καθώς προσπαθούσαν να την γδύσουν, βρήκαν πάνω της το σκεύος με το τίμιο Σώμα. Όταν ο διοικητής επιχείρησε να το ανοίξει, αναπήδησε φλόγα πού έκαψε όλους τους παρευρισκόμενους και άφησε τον Διογένη μισοπαράλυτο. Καθώς γονάτιζε να προσευχηθεί στον θεό Ήλιο, μια αστραπή έσκισε τον ουρανό και έπεσε καταγής κεραυνόπλη­κτος. Στο μεταξύ απαστράπτων άγγελος κατήλθε εξ ουρανού και συνο­μιλούσε με την οσία, αφού την σκέπασε σεμνά με ένα πέπλο. Ένας στρατιώτης αυτόπτης μάρτυς της σκηνής, μετανοώντας, της έλυσε τα δεσμά και την παρακάλεσε να μεσιτεύσει για όσους είχαν χτυπηθεί από την θεία οργή, ώστε να αναστηθούν και να μπορέσουν να μετανοήσουν. Η Ευδοκία από φιλευσπλαχνία προσευχήθηκε και πάραυτα οι νεκροί αναστήθηκαν, γεγονός πού οδήγησε πολλούς στην πίστη του Χριστού. Αργότερα ένας άλλος διοικητής, ο Βικέντιος,  αποφάσισε να δώσει ένα τέλος. Έστειλε στρατιώτες στην κατοικία της, που την αποκεφάλισαν χωρίς άλλες διαδικασίες. Έκτοτε τα τίμια λείψανα της αγίας Ευδοκίας επι­τελούν πλήθος θαυμάτων, μαρτυρώντας ανά τις γενεές των χριστιανών τη δύναμη της μετανοίας.                                                                                                                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου