Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου, αρχιεπ. Ιαπωνίας (3η Φεβρουαρίου)
Ο άγιος Νικόλαος , ο Απόστολος της Ιαπωνίας, γεννήθηκε το 1836 κοντά στο Σμολένσκ.
Ο πατέρας του, Ιωάννης Καζάτκιν, που ήταν διάκονος, και η μητέρα του ήσαν άνθρωποι μεγάλης ευλάβειας. Ο γιος τους προσέβλεπε στην στρατιωτική σταδιοδρομία, αλλά κατά τις σπουδές του προσανατολίσθηκε προς τις μακρινές ιεραποστολές. Τελειώνοντας τις σπουδές του, εκάρη μοναχός με το όνομα Νικόλαος, χειροτονήθηκε διάκονος και εν συνεχεία πρεσβύτερος και αναχώρησε ευθύς για την Άπω Ανατολή. Μετά από ταξίδι δέκα μηνών διαμέσου της Σιβηρίας, έφθασε τελικά στο Χακοντάτε.
Στη χώρα αυτή, με ήθη τόσο ξένα προς τον χριστιανισμό και όπου απαγορευόταν επισήμως να κηρυχθεί το Ευαγγέλιο, οι συνθήκες για τη συγκρότηση μιας ορθοδόξου ιεραποστολής ήταν ελάχιστα ευνοϊκές. Ο άγιος Νικόλαος έμαθε μόνος την ιαπωνική γλώσσα και μετά από μερικά χρόνια επίμονης εργασίας, εκτεθειμένος πάντα σε μεγάλους κινδύνους, έφερε στην ορθόδοξη πίστη τον σιντοϊστή ιερέα Σαβαμπέ και τον γιατρό Σακαγιά. Με την βοήθεια των πρώτων αυτών νεοφύτων, διακριτικά και χωρίς να σκοπεύει τόσο στον εκχριστιανισμό μεγάλου αριθμού Ιαπώνων, αλλά μεριμνώντας μάλλον να καταστήσει αυτούς που έρχονταν στην Πίστη αληθινούς και απαρασάλευτους χριστιανούς, ο άγιος Νικόλαος κατόρθωσε να συγκροτήσει κοινότητα από δεκαπέντε αυτόχθονες πιστούς.
Ο Σαβαμπέ, ο όποιος έλαβε στο άγιο Βάπτισμα το όνομα Παύλος, έγινε αντικείμενο προπηλακισμών από τους πρώην ομοθρήσκους του, συνελήφθη και ρίχθηκε στην φυλακή. Παραλίγο μάλιστα να υποστεί την θανατική ποινή, την οποία γλύτωσε μόνο χάρη στην κατάργηση της αντιθρησκευτικής νομοθεσίας. Η κατήχηση αντιμετώπιζε αναρίθμητα προβλήματα, ιδίως την παντελή απουσία μεταφράσεων των ιερών κειμένων στα ιαπωνικά. Οι μεταφράσεις στα ιαπωνικά της Αγίας Γραφής και των λειτουργικών κειμένων δεν μπορούσαν παρά να γίνουν σιγά-σιγά. Ευτυχώς όμως, οι πρώτοι αυτοί Χριστιανοί είχαν κοντά τους τον ίδιο τον άγιο ιεραπόστολο, ως ζωντανό πρότυπο ευαγγελικής πολιτείας. Η νεαρή κοινότητα δεν προσέκρουε μόνο στην ειδωλολατρία, αλλά και στον παραδοσιακό ιαπωνικό κώδικα τιμής, για τον οποίο εντολές όπως εκείνη της αγάπης για τους εχθρούς έμοιαζαν να αποτελούν παραίνεση προς την δειλία.
Μονάχα μετά από δώδεκα χρόνια σκληρής προσπάθειας και αφού υπέστη βίαιο διωγμό το 1873, μπόρεσε η ρωσική ορθόδοξη ιεραποστολή να αναγνωρισθεί επισήμως από την κυβέρνηση, με τον αρχιμανδρίτη Νικόλαο επικεφαλής της. Η έδρα της αποστολής μεταφέρθηκε τότε στο Τόκυο, την νέα πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας, και χάρις στο φλογερό κήρυγμα του αγίου ο αριθμός των πιστών έφθασε σύντομα τους χίλιους, με αποστολικά κέντρα στο Ναγκασάκι, το Κιότο και το Χακοντάτε.
Στα 1875 χειροτονήθηκε ο πρώτος ορθόδοξος Ιάπωνας πρεσβύτερος και δέκα χρόνια αργότερα ό άγιος Νικόλαος χειροτονήθηκε πρώτος επίσκοπος της ιαπωνικής Εκκλησίας που αριθμούσε τότε 12.000 πιστούς. Παρά τις δυσκολίες, ανεγέρθη ενας λαμπρος καθεδρικος ναος στο Τόκυο που ονομάσθηκε ο «οίκος του Νικολάου». Με ζήλο ο άγιος ιεράρχης ίδρυσε σχολεία για την μόρφωση κατηχουμένων και πιστών και το 1878 άνοιξε ιερατική σχολή, όπου εκτός από τις θεολογικές επιστήμες διδάσκονταν η ιαπωνική, κινεζική και ρωσική γλώσσα με απώτερο σκοπό να μεταφραστούν όλα τα ιερά κείμενα τα αναγκαία στην χριστιανική ζωή. Παρά το ότι μετέδωσε στην νεαρή Εκκλησία την Πίστη, αλλά και τις παραδόσεις και τα λειτουργικά ήθη της ρωσικής Εκκλησίας, ο άγιος Νικόλαος, χρησιμοποιώντας την ιαπωνική γλώσσα, μερίμνησε να εδραιώσει μια αληθινή τοπική Εκκλησία, βγαλμένη από τους κόλπους του ιαπωνικού λαού.
Κατά τον ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο του 1905, επέδειξε ο άγιος την αγάπη για το ποίμνιο του, καθώς και την διάκριση του. Ο κλήρος του είχε ζητήσει την άδεια να τελεί δεήσεις υπέρ του ιαπωνικού στρατού, και ο άγιος Νικόλαος τους την παραχώρησε, αλλά δεν συμμετείχε ο ίδιος σ' αυτές, μη δυνάμενος να προσεύχεται για την ήττα της ίδιας του της πατρίδας.
Έτσι, στην μακρινή τούτη χώρα, προφητικά ονομαζόμενη «Χώρα του ανατέλλοντος ηλίου», ανέτειλε λαμπρή, χάρις στις προσπάθειες του αγίου Νικολάου, η αυγή του Ήλιου της Δικαιοσύνης, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Όταν ο άγιος εκοιμήθη εν Κυρίω, στις 3 Φεβρουαρίου 1912, μετά από πενήντα χρόνια ιεραποστολικών μόχθων, η 'Ορθόδοξη Εκκλησία της Ιαπωνίας περιλάμβανε 33.000 πιστούς, κατανεμημένους σε 266 κοινότητες με 35 ιερείς. Αμέσως τιμήθηκε ως ισαπόστολος άγιος και ο τάφος του έγινε τόπος προσκυνήματος και πηγή χάριτος για τους Ορθοδόξους της Ιαπωνίας.
Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου