Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟ ΜΑΣ ΚΥΚΛΟ (06/03/2016)

Ο Όσιος Χριστόδουλος «ἐν Πάτμῳ» (16η Μαρτίου)
            Ο Όσιος Χριστόδουλος γεννήθηκε στην Μ. Ασία, στα περίχωρα της Νικαίας της Βιθυνίας περί το 1024. Οι ευσεβείς και ενάρετοι γονείς του Θεόδωρος και Άννα, του έδωσαν το όνομα Ιωάννης. Ο νεαρός Ιωάννης διδάχτηκε από μικρός τα γράμματα, και εντρύφησε με ζήλο στην μελέτη των θείων γραφών. Από την εφηβική του ηλικία φλεγόταν από τον πόθο να ακολουθήσει την οδό του μοναχικού βίου, και οι γονείς του φοβούμενοι μήπως τον χάσουν από κοντά τους επέμεναν να νυμφευθεί, αλλά πριν από τον γάμο άκουσε την κλήση του Θεού και έφυγε κρυφά από το χωριό του, καταφεύγοντας στο όρος Όλυμπος της Μυσίας όπου υπήρχαν πολλά μοναστήρια και κελιά.
            Εκεί ο Ιωάννης έγινε δόκιμος με το όνομα Χριστόδουλος, εξ αιτίας της μεγάλης του αγάπης για τον Ιησού Χριστό. Τρία χρόνια αργότερα ο Χριστόδουλος, έφυγε για την Ρώμη για προσκυνήσει τους τάφους των Αποστόλων, Πέτρου και Παύλου. Από εκεί μετέβη για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, όπου πιθανώς εγκαταβίωσε στη μονή του Αγίου Σάββα. Όμως κύμα επιθέσεων των Αγαρηνών, ανάγκασε τούς μοναχούς να εγκαταλείψουν την έρημο. Ο Όσιος, κατευθύνθηκε στο όρος Λάτρος, όπου είχαν καταφύγει πολλοί μοναχοί, μετά από τις επιθέσεις των Βλεμμύων Αράβων. 
            Ο Όσιος Χριστόδουλος μόνασε στη Λαύρα του Στύλου. Ο Όσιος επιδόθηκε με ζήλο στην προσευχή και την νηστεία. Διακρίθηκε στην πνευματική ζωή με το ήθος του, τους ασκητικούς του αγώνες και την πνευματική του κατάρτιση, γεγονός που οδήγησε τούς αδελφούς να τον εκλέξουν ηγούμενο της Λαύρας και έγινε πνευματικός όλων των μοναχών του όρους Λάτρος. Ο Όσιος διοίκησε πολλά χρόνια την μοναστική πολιτεία, και η φήμη του εξαπλώθηκε στα πέρατα της αυτοκρατορίας, του εδόθη δε το επίθετο Λατρηνός. 
            Την περίοδο αυτή διέκοψαν επιδρομές Αγαρηνών και ο Όσιος, αποφάσισε να εγκαταλείψει το όρος Λάτρος. Κατέφυγε στην Κω, όπου κάποιος ευσεβής άρχοντας του δώρησε μια έκταση κοντά στο βουνό Δίκαιο. Εκεί, ο Όσιος Χριστόδουλος, άρχισε να οικοδομεί Μονή αφιερωμένη στην Θεοτόκο. Όμως, παρά την μεγάλη ακμή στην οποία περιήλθε η Μονή της Θεοτόκου, δεν ήταν ευχαριστημένος. Το μοναστήρι ήταν κοντά σε κατοικημένη περιοχή και τα μετόχια συνόρευαν με τα κτήματα των ντόπιων, ώστε οι μοναχοί να έχουν μεγάλο συγχρωτισμό με τούς λαϊκούς, γεγονός που έκανε τον γέροντά τους να ανησυχεί για την πνευματική τους πορεία. Και ήταν τόσο μεγάλη η ανησυχία του, ώστε πήρε μια μεγάλη απόφαση χωρίς να υπολογίσει το κόστος. Να μεταναστεύσει και πάλι και να εγκαταβιώσει σε τόπο άγονο και χέρσο, στο ερημωμένο από τις λεηλασίες νησί, την Πάτμο.  
            Το 1088, ο Όσιος Χριστόδουλος πήγε στην Κωνσταντινούπολη και ζήτησε από τον Αλέξιο Κομνηνό να του παραχωρηθεί η ερημωμένη εξ αιτίας των πειρατικών επιδρομών Πάτμος, για να οικοδομήσει Μοναστήρι. Σεβόμενος τον Όσιο, ο αυτοκράτορας του παραχώρησε την Πάτμο με Χρυσόβουλλο λόγο (σώζεται στην μονή της Πάτμου), όπου ορίζεται να δωρηθεί η Πάτμος για να γίνει Μονή, καταργεί οποιαδήποτε φορολογία, απαγορεύει κατόπιν επιθυμίας του Οσίου την εγκατάσταση λαϊκών στο νησί και το ανακηρύσσει «άβατον».
            Έτσι, για μία ακόμα φορά στην ζωή του, ο Όσιος Χριστόδουλος μεταναστεύει, αυτή την φορά σε τόπο αφιλόξενο και ερημικό. Από καιρό έχει σκεφτεί πως η ερειπωμένη από τις επιθέσεις των πειρατών και απροσπέλαστη για τα εμπορικά πλοία νήσος Πάτμος, θα του πρόσφερε τις ιδανικές συνθήκες για να διασφαλίσει την πνευματική ζωή της συνοδείας του. Εξ' άλλου την επιθυμία του να ζήσει στην Πάτμο ενισχύει το ότι εκεί έζησε και συνέγραψε την Αποκάλυψη ο Απ. Ιωάννης. 
            Κατά την παράδοση της Πάτμου, ο Όσιος και όλη η συνοδεία του ξεκίνησαν την ανέγερση της Μονής στην κορυφή του βουνού, όπου ευρίσκοντο ερείπια αρχαίου ναού της Σκυθίας Αρτέμιδος.
 Η οικοδόμηση της Μονής ήταν έργο δύσκολο και πολύ κοπιαστικό για την μοναστική αδελφότητα, αφού ο Όσιος δενήθελε να προσλάβει εργάτες. Για να εμψυχώνει τούς μοναχούς, παρά τα εβδομήντα του χρόνια κουβαλούσε ο ίδιος πέτρες και ασβέστη και πρωτοστατούσε στις εργασίες, δίνοντας θάρρος στούς υπόλοιπους. Παρ' όλα αυτά η σκληρή εργασία και η άνυδρη, αφιλόξενη γη, κούρασαν γρήγορα τούς μοναχούς. Έτσι προσέλαβε έγγαμους λαϊκούς και τούς έφερε στην Πατμο μαζί με τις οικογένειες τους, αφού ήταν δύσκολο να βρει πολλούς αγάμους που να επιθυμούν να ζήσουν στο άγονο νησί. Για να αποφύγει τα προβλήματα που από την αρχή φοβόταν, εγκατέστησε τις οικογένειες στην άλλη πλευρά του νησιού ώστε να μην ενοχλούν τούς μοναχούς. Απαγόρευσε στις γυναίκες και τα παιδιά να πλησιάζουν το μοναστήρι και όρισε πενθήμερο εργασίας για τούς άνδρες, κατά την διάρκεια του οποίου αυτοί έμεναν με τούς μοναχούς και επέστρεφαν το Σαββατοκύριακο στις οικογένειές τους.
Την εποχή εκείνη ο ιερός Χριστόδουλος ήταν ήδη μεγάλος σε ηλικία, αλλά οι δυνάμεις του με την Χάρη του Θεού δεν τον είχαν εγκαταλείψει. Η ακτινοβολία του ως πνευματικού είχε εξαπλωθεί σε όλο το Αιγαίο και μεγάλος αριθμός προσκυνητών μετέβαινε στην Πάτμο για να προσκυνήσει το σπήλαιο της Αποκαλύψεως, να επισκεφτεί το Μοναστήρι και να τον συμβουλευθεί.
Όμως, το σχέδιο του Θεού και πάλι ήταν διαφορετικό για τον Άγιο. Πίστευε πως θα τερμάτιζε τον βίο του στην  Πάτμο, αλλά πέντε περίπου χρόνια μετά την εγκατάσταση του στο νησί, το 1092, εξ αιτίας της Τουρκικής απειλής, πήρε την απόφαση όλη η συνοδεία της Μονής να εγκαταλείψει το νησί μέχρι να περάσει ο κίνδυνος.  Η μοναχική αδελφότητα κατέφυγε στον Πορθμό του Ευρίπου, όπου χάρις στη βοήθεια ενός άρχοντα, ο οποίος ήταν πνευματικό τέκνο του Οσίου, εγκαταστάθηκαν σε ένα μεγάλο αρχοντικό το οποίο μετατράπηκε σε μοναστήρι.
Στις 10 Μαρτίου του έτους 1093, ο Όσιος κάλεσε τον πρεσβύτερο και Νοτάριο Ευρίπου Γεώργιο Στροβηλίτη και άλλους επτά αξιωματούχους, για να υπογράψουν ως μάρτυρες στην Διαθήκη του, ενώ στις 15 Μαρτίου, συνετάχθη ένας συμπληρωματικός κωδίκελλος της διαθήκης, όπου μεταξύ άλλων, ορίζονται ζητήματα της Μονής.
Λίγο αργότερα, ο Όσιος κάλεσε τούς μοναχούς, τούς προέτρεψε να επιστρέψουν στην Πάτμο, ζήτησε να τον πάρουν και να τον ενταφιάσουν στο ναό της. "Καὶ διὰ λόγων ἀποχαιρετιστηρίων καθαγιάσας τοὺς παρόντας, παρέδωκε τὸ πνεῦμα τῷ Θεῷ, τὴν ις΄τοῦ μηνὸς Μαρτίου."
Λίγο καιρό μετά την κήδευση του πνευματικού τους πατρός, οι μοναχοί της Πάτμου έμαθαν πως ο κίνδυνος από τους Τούρκους είχε περάσει και ετοιμάστηκαν να επιστρέψουν στο νησί μαζί με το σκήνωμα του γέροντά τους.  Οι κάτοικοι της Ευβοίας ξεσηκώθηκαν αλλά οι μοναχοί αποφασισμένοι, κατά την διάρκεια της νύχτας έβγαλαν κρυφά τον Όσιο από την πόλη και αφού επιβιβάστηκαν στο πλοίο της Μονής, κατέπλευσαν στην Πάτμο.

            Στην ιερά Πάτμο, στο δεξιό μέρος του εσωνάρθηκα της Μονής του Ιωάννου του Θεολόγου, τοποθετήθηκε σε μαρμάρινη λάρνακα το σκήνωμά του και σχεδόν χίλια χρόνια τώρα, "ἀναβλύζει θαυμάτων πηγὰς καὶ ὡς τινα ὀσμήν μύρου αἰσθάνονται οἱ πιστῶς ἁπτόμενοι αὐτοῦ καὶ διὰ μόνης τῆς ἁφῆς καθαγιάζονται καὶ ἀπό πᾶσης σωματικῆς βλάβης ἐλευθεροῦνται".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου