Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Από το σημερινό μας Κύκλο


Τη  κζ΄ Μαΐου , μνήμη του  οσίου  Ιωάννου  του  Ρώσου.

            Ο όσιος πατήρ ημών Ιωάννης γεννήθηκε σε χωριό της Μικρορωσίας (Ουκρανία), το 1690, και μεγάλωσε στην ευσέβεια και την αγάπη των αγίων αρετών. Όταν ενηλικιώθηκε κατά τα χρόνια του ρωσο-τουρκικού πολέμου (1710), κατετάγη στον στρατό του τσάρου.
Έλαβε μέ­ρος στην ολέθρια εκστρατεία του Προύθου, αιχμαλωτίσθηκε από τους Τατάρους και πουλήθηκε σκλάβος σε έναν Τούρκο, αξιωματικό του ιππικού, ο οποίος τον έφερε στην πατρίδα του, το Προκόπι  (Ürgüp) της Καππαδοκίας.
Αντί­θετα με πολλούς συναιχμαλώτους του που απαρνήθηκαν την χριστιανική Πίστη, ο όσιος Ιωάννης αντιστεκόταν στις προτάσεις και τα χτυπήματα του κυρίου του, λέγοντας πώς κανένα μαρτύριο δεν θα ήταν ικανό να τον απομακρύνει από την αγάπη του Χριστού. Συμπλήρωνε δε:
«Είσαι αφέντης του σώματος μου, όχι όμως και της ψυχής μου. Άφησε με ελεύ­θερο να εκτελώ τα θρησκευτικά μου καθήκοντα, κι εγώ πρόθυμα θα υπα­κούω στις προσταγές σου. Μετά χαράς θα πλαγιάζω στην γωνιά αυτή του στάβλου σου, έχοντας στον νου μου τον Χριστό πού για βασιλικό κρεβάτι είχε την φάτνη της Βηθλεέμ, θα υποφέρω αγόγγυστα τους ραβδισμούς σου, όπως ο Κύριος υπέμεινε τα χτυπήματα των στρατιωτών, κι αν θελήσεις να με υποβάλεις στα μεγαλύτερα και πιο φριχτά βασανιστήρια, εγώ θα τα αντέξω όλα― τον Χριστό όμως δεν πρόκειται ποτέ να τον αρνηθώ».
Τούτα τα γεμάτα χριστιανικό ζήλο λόγια, όπως και η αγνή και ταπεινόφρων διαγωγή του, άλλαξαν τα συναισθήματα του αξιωματικού απέναντι του. Έπαψε να τον βασανίζει και δεν τον υπο­χρέωσε να αλλάξει την πίστη του. Ο Ιωάννης ανέλαβε να φροντίζει τα άλογα, είχε για κατοικία του μια σκοτεινή γωνιά του στάβλου κι όταν ο κύριος του έβγαινε έφιππος στην πόλη, εκείνος έπρεπε να τον ακολου­θεί πεζός, σαν σκλάβος. Ωστόσο, ο μακάριος δεχόταν με ευγνωμοσύνη την εξευτελιστική αυτή κατάσταση και δόξαζε τον Θεό πού τον είχε γλυ­τώσει με τον τρόπο αυτό από την αποστασία.
Ανυπόδητος χειμώνα κα­λοκαίρι, ντυμένος με κουρέλια, ξεκουράζοντας για λίγο το σώμα του πάνω στα άχυρα ή τις κοπριές, όπως ο δίκαιος Ιώβ, ο Ιωάννης δεν έπαυε εντούτοις να προσεύχεται νύχτες ολόκληρες γονατιστός στον νάρ­θηκα της γειτονικής εκκλησίας πού ήταν αφιερωμένη στον άγιο Γεώρ­γιο. Δεχόταν αγόγγυστα τις προσβολές και τους εμπαιγμούς των άλλων σκλάβων και πρόθυμα τους υπηρετούσε.
Οι θυσίες αυτές και οι ενάρετοι αγώνες είχαν ευεργετικά αποτελέσματα για τον κύριο του, ο οποίος έγινε ο πλουσιότερος και ο πλέον αξιο­σέβαστος μεταξύ των κατοίκων της πόλης.
Κάποτε αποφάσισε να πάει για προσκύνημα στην Μέκκα, όπως οφείλει κάθε ευσεβής μουσουλμάνος. Λί­γες εβδομάδες μετά την αναχώρηση του, η γυναίκα του κάλεσε συγ­γενείς και φίλους και τους παρέθεσε μεγάλο δείπνο, ώστε οι καλεσμένοι να ευχηθούν για την αίσια επιστροφή του συζύγου της.
 Καθώς ο Ιω­άννης έμπαινε στην σάλα για να σερβίρει ένα πλούσιο πιλάφι, η οικοδέσποινα αναφώνησε: «Αχ, πόσο θα χαιρόταν ο αφέντης, αν ήταν εδώ μαζί μας να γευτεί το αγαπημένο του φαγητό!» Ο Ιωάννης, ζήτησε από την κυρία του να του δώσει ένα πιάτο πιλάφι, για να το στείλει στον αφέντη του στην Μέκκα. Η ομήγυρη ξέσπασε σε γέλια και κοροϊδίες και η οικοδέσποινα χαμογελώντας του έδωσε το πιάτο που ζητούσε πιστεύοντας ότι το ήθελε για τον εαυτό του ή για κάποιον από τους φτωχούς που φρόντιζε. Ο Ιωάννης αποσύρθηκε τότε στον στάβλο και ανέπεμψε τούτη την προσευχή στο Θεό: «Αυτός που άλλοτε έστειλε τον προφήτη Αββακούμ στην Βαβυλώνα να φέρει τροφή στον προφήτη Δανιήλ στον λάκκο των λεόντων ας εισακούσει και την δική μου προσευχή κι ας στείλει τούτο το πιάτο στον αφέντη μου!» Έπειτα επέστρεψε και ανήγγειλε ότι το πιάτο είχε φθάσει στον προορισμό του. Όλοι ξέσπασαν στα γέλια και τον κατηγόρησαν ότι είχε φάει ο ίδιος το πιλάφι κρυφά. Όταν όμως ο αφέντης του επέστρεψε από το ταξίδι, φέρνοντας μαζί του το άδειο πιάτο πού ήταν στολισμένο με τα αρχικά του και διηγήθηκε ότι το είχε βρει γεμάτο με νοστιμότατο πιλάφι ένα βράδυ επιστρέφοντας στην σκηνή του, όλοι οι άνθρωποι του σπιτιού έμειναν έκθαμβοι και άρχισαν να τιμούν τον χριστιανό σκλάβο και να του δείχνουν μεγάλο σεβασμό. Του πρότειναν να τον ελευθερώσουν και να του παρα­χωρήσουν ένα αξιοπρεπές δωμάτιο, αλλά ο όσιος Ιωάννης αρνήθηκε, λέ­γοντας ότι προτιμούσε να παραμείνει στην σκοτεινή γωνιά του στάβλου, όπου θα μπορούσε να δοξάζει καλύτερα τον Θεό. Κι έτσι έζησε με ευσέ­βεια για μερικά χρόνια.
 Όταν ασθένησε, ζήτησε να του φέρει ένας ιε­ρέας την θεία Κοινωνία. Ο ιερέας, όμως, φοβούμενος να την μεταφέρει φανερά στο σπίτι ενός μουσουλμάνου, την έκρυψε σε ένα μήλο πού πρόσ­φερε στον άγιο. Έτσι ο όσιος Ιωάννης μετέλαβε της αιώνιας ζωής και εκοιμήθη εν ειρήνη, για να αποκτήσει την ένδοξη ελευθερία των τέκνων του Θεού, στις 27 Μαΐου 1730.
Τρία χρόνια αργότερα, ένας γέροντας ιερέας και άλλοι χριστιανοί είδαν μέσα στην νύχτα μία πύρινη στήλη να κατεβαίνει από τον ουρανό πάνω στον τάφο του αγίου. Άνοιξαν το μνήμα και βρήκαν το σκήνωμα του άθικτο να ευωδιάζει. Το μετέφεραν τότε με μεγάλη χαρά στον ναό του αγίου Γεωργίου και το κατέθεσαν σε μία λάρνακα κάτω από το θυσιαστήριο. Έκτοτε τα τίμια λείψανα επιτέλεσαν πολλά θαύματα προς όφε­λος των χριστιανών της Καππαδοκίας, αλλ‘ ακόμη και μουσουλμάνων.
 Όταν τα στρατεύματα του Οσμάν Πασά λεηλάτησαν το χωριό , το 1832 , Τούρκοι στρατιώτες έριξαν τα λείψανα στην φωτιά. Αυτά ωστόσο, παρέμειναν άκαυστα και ο όσιος εμφανίσθηκε μέσα στις φλόγες, απειλώντας τους ασεβείς στρατιώτες. Οι Τούρκοι παράτησαν έντρομοι την λεία τους και ετράπησαν σε φυγή από το χωριό. Μιαν άλλη φορά, ο όσιος εμφανίσθηκε για να κρατήσει με τα δυο του χέρια την σκεπή ενός ελληνικού σχολείου πού κατέρρεε και έσωσε έτσι τα είκοσι παιδιά που βρίσκονταν μέσα.
Όταν οι Έλληνες εκδιώχθηκαν από την Μικρά Ασία (1924), οι χριστιανοί από το Προκόπι πήραν μαζί τους τα άγια λείψανα ως τον μεγαλύτερο θησαυρό τους και τα μετέφεραν στην Εύβοια, στο χωριό Νέο Προκόπι. Έκτοτε τιμώνται ως αδαπάνητη πηγή ιαμάτων και ευλογίας, για όσους προσέρχονται σε αυτά με πίστη.

Απολυτίκιο  αγ. Ιωάννου  του  Ρώσου,  ήχος  δ΄.  Ταχύ  προκατάλαβε.
κ γς καλέσας σε πρς ορανίους μονάς,
τηρε κα μετ θάνατον διαλώβητον τ σκνός σου σιε.
Σ γρ ν τ σία ς αχμάλωτος χθης,
νθα κα κειώθης τ Χριστ ωάννη.
Ατν ον κέτευε, σωθναι τς ψυχς μν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου