Οι
Νεομάρτυρες Χρίστος και Πανάγος (9η Μαρτίου)
Οι δύο
Ηλείοι Χρίστος και Πανάγος, που μαρτύρησαν μέσα στη ζοφερή
Τουρκοκρατία, γεννήθηκαν «ο μεν άγιος Πανάγιος (Πανάγος) εις μίαν χώραν της
Αρχαίας Ήλιδος ονομαζόμενην κατά το παλαιόν, κατά δε την βαρβαρικήν συνήθειαν
Γαστούνην», «ο δε θαυμάσιος Χριστός (Χρίστος) εις χωρίον της αυτής
πόλεως Ανδραβίδα κατά κοινόν λόγον».
Προέρχονταν και
οι δύο από γονείς που είχαν αλλαξοπιστήσει δυστυχώς, αλλά σε αντίθεση με εκείνους, οι Άγιοι
τρέφονταν με φόβο Θεού και με τις εντολές του Ευαγγελίου. Διακρινόντουσαν δε
μεταξύ των συμπατριωτών τους, που τους
έδειχναν μεγάλη εκτίμηση. Ο Πανάγος μάλιστα ψηφίστηκε επανειλημμένως, επί
Ενετοκρατίας, συνοδικός της Γαστούνης.
Διαφορετικού χαρακτήρα ο Χρίστος,
αποστρέφονταν τα πολιτικά και πόθο ζωηρό είχε
«να γένει ιερεύς και να μη θολώνεται το νοερόν της
ψυχής του από ταις απάταις του κόσμου και ματαιότητες». Γι’ αυτό αργότερα χειροτονήθηκε ιερεύς στην Πάτρα. Η
Πελοπόννησος το 1715 μΧ μετά τριάντα χρόνια
κυριαρχίας των Βενετών, περιήλθε πάλι υπό
τον ζυγό των Τούρκων, οι οποίοι επιδόθηκαν σε λεηλασίες και.. σφαγές εκείνων που δεν δέχονταν να προσκυνήσουν
τον Αλλάχ. Ερήμωσε τότε ο τόπος και όσοι παρέμειναν στο τόπο τους έγιναν «υπήκοοι
ραγιάδες».
Κάποια μέρα
ο Πανάγος κλήθηκε από τον διοικητή
Οσμάν «να αρνηθή την ευσέβειαν». Ο
άγιος απάντησε χωρίς φόβο, «λέγοντας,
πως, και ετράφη χριστιανός και ο Χριστός ήταν η πνοή του, καύχημα και
αγαλλίασις». «Ο πασάς τον
εσυμβούλευεν, ως ηγαπημένον του, να αναχωρήση εις άλλον τόπον δια να φυλαχθή
έως ότου παύση ο διωγμός της πίστεως η να ακολουθήση αυτόν τον ίδιον εις
Κέρκυραν, δια να φύγη τον κίνδυνον». Ο Πανάγος
«έβαλεν κατά νούν να υπάγη εις Κέρκυραν»,
αλλά ασθένησε βαριά. Όταν ανέλαβε, συνελήφθη. Προ του Μουράτ «εκαταγέλα τα παραμύθια του Μωάμεθ και τα
φλυαρίσματα». Τότε ο «δικαστής», εξέδωσε την απόφαση να τον αποκεφαλίσουν.
«Και ευθύς ο άγιος αυτοθελήτως με πολλήν
χαράν και απετμήθη την πρώτην του Μαρτίου μηνός κατά το 1716». Το σώμα του
αγίου το σεβάστηκαν και τα ζώα. Εξαγριωμένοι τότε ο δήμιοι του αποκόπτουν το
κεφάλι, το ψήνουν και το πετούν εκεί κοντά για να το φάνε τα σκυλιά. «Εκείνα ουδέ ούτω την επείραξαν ολοτελώς».
Τότε οι ενάντιοι επέτρεψαν στους
Χριστιανούς, «και επήραν το άγιον
λείψανον και το ενταφίασαν μέσα εις τον ναόν του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου
της αυτής πόλεως»
«Ο θαυμάσιος Χρίστος», συνελήφθη και ο δικαστής τον κάλεσε και τον προέτρεπε να
μην χάσει τούτη την γλυκύτατη ζωή και «τα
δύο άκακα βρέφη και την γυναίκα» του. Ο μάρτυς παραμένει αμετακίνητος στην
πίστη του, με αποτέλεσμα «ο τύραννος με
θυμόν πολύν επρόσταξεν να δείρουν τον άγιον δια να σωφρονισθή και να μη μιλή με
τόσην αυθάδειαν». Επιστρατεύεται η γυναίκα του, που τον επισκέπτεται στη
φυλακή, προσπαθεί να μεταπείσει τον ιερέα άνδρα της, που τελικά υπεχώρησε και
της υποσχέθηκε, ότι, την επόμενη μέρα, θα πράξει κατά τη συμβουλή της. Η
απροσδόκητη αυτή απάντηση διαδόθηκε, γεμίζοντας χαρά τους αλλόπιστους και στεναχωρώντας
τους χριστιανούς. Ο Μουράτ, προστάζει όλους τους ιερείς να καταθέσουν αν
υπάρχουν ακόμη αρνητές της πίστεως. Κι’ εκείνοι απάντησαν ότι δεν ξέρουν
κανένα. Ο τύραννος τότε πρόσταξε να εγκλεισθούν όλοι τους στη φυλακή, όπου
υπήρχε ο Χρίστος, τον οποίον «εις επήκοον πάντων, ο προεστότερος» στιγμάτισε
με σκληρά λόγια. Ο ιερέας Χρίστος
αναστέναξε από βάθους καρδιάς και ευθύς μεταμελήθηκε. Ο Χρίστος «όλην εκείνην την
νύκτα επέρασε με ευχάς, ψαλμωδίας και δάκρυα». Το πρωί προς μεγάλη έκπληξη
όλων, ο Χρίστος, προ του Μουράτ,
είπε: «Ευχαριστώ τον Χριστόν μου και
βασιλέα της κτίσεως, όπου δεν με άφησε να πέσω εις την απώλειαν, αλλά μου
έστειλε οδηγούς σωτήριους και με εχειραγώγησαν πάλιν εις την ευσέβειαν».
Και κοιτάζοντας στον ουρανό: «Μη γένοιτο,
Χριστέ μου, να σε αρνηθώ ποτέ, αλλά θέλω αποθάνει δια το όνομά σού το άγιον».
Στρεφόμενος προς τους δήμιους του λέει: «Χριστιανός
ήμουν και είμαι και τον Χριστόν σέβομαι συν τω Πατρί και αγίω Πνεύματι». Ο
γνήσιος ιερεύς του Κυρίου έκλινε γόνυ και φονεύθηκε δια ξίφους, έμεινε δε
άταφος επί τέσσερες ημέρες. Με έγκριση των φονιάδων του ετάφη «εις την ίδια εκκλησίαν του εν αγίοις πατρός
ημών Νικολάου, εις τον τάφον όπου ενταφίασαν και τον άγιον μάρτυρα Πανάγον…
Ετελειώθη δε ο θαυμάσιος Χρίστος εις τας εννέα του Μαρτίου μηνός κατά το 1716».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου